Πρόκειται για την μεγαλύτερη πολεμική αντιπαράθεση μεταξύ Ελλάδας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο μέτωπο της Ηπείρου. Η μάχη για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων κράτησε τρεις μήνες και τελείωσε στις 21 Φεβρουαρίου του 1912.
Όταν ξέσπασε ο Α’ βαλκανικός Πόλεμος, τα ελληνικά στρατεύματα συγκεντρώθηκαν στην Άρτα και κράτησαν αρχικά αμυντική στάση. Ο αριθμός των ελληνικών δυνάμεων ήταν μικρότερος από εκείνον των Οθωμανών. Στις 6 Οκτωβρίου ξεκίνησαν οι αψιμαχίες. Ο ελληνικός στρατός ανέλαβε αμέσως επιθετικές πρωτοβουλίες και στις 12 Οκτωβρίου κατέλαβε την Φιλιππιάδα και στις 21 Οκτωβρίου την Πρέβεζα.
Αργότερα κατευθύνθηκε προς την πεδιάδα των Ιωάννινων όπου είχε συγκεντρωθεί ο κυρίως όγκος των τουρκικών δυνάμεων, ενισχυμένος από νέες δυνάμεις που είχαν έλθει από το Μοναστήρι. Η ενίσχυση του αντιπάλου αλλά και οι κακές καιρικές συνθήκες ανέκοψαν την πορεία του ελληνικού στρατού. Η κατάκτηση των Ιωαννίνων ήταν έτσι κι αλλιώς δύσκολη, αφού ο ελληνικός στρατός θα έπρεπε να εκπορθήσει πρώτα τα οχυρά του Μπιζανίου, μια ισχυρή αμυντική τοποθεσία.
Η κυβέρνηση του Βενιζέλου επιζητούσε την γρήγορη απελευθέρωση της Ηπείρου, πριν από τη σύναψη συνθήκης ειρήνης στη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου που βρισκόταν σε εξέλιξη. Ο στρατός της Ηπείρου ενισχύθηκε με μια μεραρχία από τη Θεσσαλονίκη και επιτέθηκε κατά των οχυρών του Μπιζανίου για πρώτη φορά στις 29 Νοεμβρίου, υπό τον αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Σαπουντζάκη.
Στις 8 Δεκεμβρίου ακόμα δυο μεραρχίες έφτασαν στην περιοχή. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος θεωρούσε «αδέξιο» τον αντιστράτηγο και μετά από υπουργικό συμβούλιο πήρε την ηγεσία του στρατού στην Ήπειρο, αν και αρχικά είχε αντιρρήσεις.
Όμως ένα αυτοκίνητο με δυο άνδρες αυτομόλησε προς την πλευρά των τουρκικών δυνάμεων. Ο Σαπουντζάκης θέλοντας να προστατεύσει και το γόητρό του, πίστευε πως θα προδώσουν την διάταξη των ελληνικών δυνάμεων και ζήτησε να επιτεθεί πριν την άφιξη του βασιλιά. Το αίτημά του έγινε δεκτό από το επιτελείο και η νέα επίθεση κατά των οχυρών του Μπιζανίου ξεκίνησε το πρωί της 7ης Ιανουαρίου του 1913. Οι αμυνόμενοι όμως κατόρθωσαν να αποκρούσουν και αυτή την επίθεση, προκαλώντας απώλειες στην ελληνική πλευρά.
Τρεις ημέρες αργότερα έφτασε ο Κωνσταντίνος. Την επόμενη ημέρα έδωσε εντολή για κατάπαυση του πυρός. Ο βασιλιάς βρήκε το στρατό σχεδόν αποδεκατισμένο, όχι από τις απώλειες στην μάχη, αλλά από τον βαρύ χειμώνα και την κούραση.
Ζήτησε ενισχύσεις, αλλά ο Βενιζέλος που επισκέφθηκε το σημείο απέρριψε τα αιτήματά του, καθώς δεν υπήρχε τρόπος να διατεθούν περισσότερες δυνάμεις από τη Μακεδονία. Ο Κωνσταντίνος και οι επιτελείς του κατέστρωσαν σχέδιο για κύρια επίθεση στις 20 Φεβρουαρίου. Νωρίτερα, είχε στείλει επιστολή στον Εσάτ Πασά να παραδοθεί αφού η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν ουσιαστικά η χαμένη του πολέμου. Πήρε όμως αρνητική απάντηση.
Η γενική επίθεση εκδηλώθηκε το πρωί της 20ς Φεβρουαρίου. Τα ελληνικά στρατεύματα έφτασαν στην παρυφές των Ιωάννινων. Η συμβολή του 9ου τάγματος του 1ου Συντάγματος Ευζώνων υπό τον Ταγματάρχη Ιωάννη Βελισσάριο, που πέρασε μέσα από τις τουρκικές δυνάμεις και βρέθηκε στα μετόπισθεν του εχθρού, ήταν αποφασιστικής σημασίας.
Κατέστρεψαν τα τηλεφωνικά δίκτυα και έκοψε έτσι την επικοινωνία της τουρκικής διοίκησης με τον στρατό της, που παρέμενε αποκομμένος στο Μπιζάνι.
Η παράδοση δεν άργησε να έρθει. Το ίδιο βράδυ ο Εσάτ Πασάς έστειλε επιστολή στον Κωνσταντίνο για άμεση παράδοση της πόλης χωρίς όρους. Η επιστολή έφερε τις υπογραφές των πρόξενων της Ρωσίας, της Γαλλίας, της Ρουμανίας και της Αυστρο-Ουγγαρίας στα Ιωάννινα. Στις 5.30 το πρωί της 21ης Φεβρουαρίου δόθηκε εντολή για κατάπαυση του πυρός, αφού ο Κωνσταντίνος είχε συμφωνήσει με το περιεχόμενο της επιστολής. Ο ελληνικός στρατός είχε 284 νεκρούς, ενώ οι Τούρκοι δεκαπλάσιους.
Στις 22 Φεβρουαρίου οι ελληνικές δυνάμεις παρέλασαν στην πόλη. Μετά από 483 χρόνια, τα Ιωάννινα ήταν ελευθέρα. Η απελευθέρωση τους πέρα από την εξουδετέρωση των Οθωμανών στην Ήπειρο, είχε επίδραση και στο ελληνικό γόητρο, που με αυτή την επιτυχημένη εκστρατεία εξυψώθηκε σε όλη τη χώρα. Τις επόμενες ημέρες ο ελληνικός στρατός κινήθηκε βορειότερα και ως τις 5 Μαρτίου 1913 είχε απελευθερώσει τη Βόρειο Ήπειρο.