Το 1968 οι Ολυμπιακοί Αγώνες που θα γίνονταν στο Μεξικό έμελλε να βαφτούν με αίμα.
Ο Μάης του ‘68 είχε φέρει ένα παγκόσμιο κύμα αμφισβήτησης, με την χώρα της κεντρικής Αμερικής να έχει έναν λόγο παραπάνω για αντίδραση. Ο πρόεδρος της χώρας, Γκουστάβο Ντίας Ορντάς, βρισκόταν 40 χρόνια στην εξουσία, χρησιμοποιώντας σκοτεινές τακτικές που υπονόμευαν την δημοκρατία. Οι φοιτητές της χώρας είδαν σαν ευκαιρία τους Ολυμπιακούς Αγώνες, ώστε να τραβήξουν, μέσω των διαμαρτυριών τους, την παγκόσμια προσοχή στο Μεξικό.
Αυτή όμως η προσοχή μετατράπηκε σε μια ανείπωτη τραγωδία, που έμεινε ξεχασμένη στο χρόνο και αποσιωπήθηκε για χάρη του πνεύματος και του θεάματος των Ολυμπιακών Αγώνων του ’68, των αγώνων των ρεκόρ όπως θεωρήθηκαν τότε.
Η ένταση υπήρχε από τον Ιούλιο. Ο στρατός εισέβαλλε στην πανεπιστημιούπολη όπου θα γινόταν η τελετή έναρξης. Σκότωσε δεκάδες φοιτητές. Οι οδομαχίες που ακολούθησαν ήταν έντονες. Περισσότεροι από 1.000 φοιτητές συνελήφθησαν μέσα στο καλοκαίρι. Ο στρατός γινόταν όλο και πιο σκληρός και το φοιτητικό κίνημα όλο και πιο φανατισμένο.
Οι φοιτητές είχαν ξεκαθαρίσει πως δεν θα εμπλακούν στην διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων. Η CIA όμως που συνεργαζόταν με τις κρατικές αρχές, χαρακτήρισε το κίνημα ως «απειλή». Στις 13 Σεπτεμβρίου, 250.000 φοιτητές και πολίτες βγήκαν στους δρόμους με φωτογραφίες του «Τσε» Γκεβάρα και του Εμιλιάνο Ζαπάτα, κάνοντας σιωπηλή πορεία διαμαρτυρίας. Όμως η κυβέρνηση δεν πείστηκε από την ειρηνική διαδήλωση.
Στις 2 Οκτωβρίου του 1968, δέκα μέρες πριν από την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων, οι φοιτητές έκαναν ειρηνική πορεία στην πλατεία «Tres Culturas» στην συνοικία Τλατελόλκο. Η κυβέρνηση κατέλαβε το κέντρο της πόλης και τοποθέτησε ελεύθερους σκοπευτές στις κορυφές των κτιρίων. Μεξικανοί και Αμερικανοί πράκτορες ανακατεύτηκαν με τους φοιτητές, φορώντας ένα λευκό μαντήλι ή ένα λευκό γάντι για να ξεχωρίζουν.
Το απόγευμα ένα ελικόπτερο εμφανίστηκε πάνω από την πλατεία και έριξε τρεις φωτοβολίδες. Το έναυσμα είχε δοθεί. Οι πρώτοι πυροβολισμοί έπεσαν και ακολούθησε πανικός. Οι ελεύθεροι σκοπευτές πυροβολούσαν εναντίον των φοιτητών, ενώ πράκτορες και στρατιώτες έκαναν το ίδιο μέσα στο πλήθος. Τους έστηναν στους τοίχους και όποιος προσπαθούσε να ξεφύγει, τον εκτελούσαν. Ο απολογισμός ήταν τραγικός. 350 νεκροί, περισσότεροι από 1.000 τραυματίες και χιλιάδες συλληφθέντες.
Ο κρατικός μηχανισμός έδρασε αστραπιαία για να αποσιωπήσει το γεγονός. Οι εφημερίδες δεν έγραψαν τίποτα και τα πτώματα φορτώθηκαν σε αεροπλάνα και πετάχτηκαν στον Κόλπο του Μεξικού. Η κυβέρνηση μίλησε για μόλις 25 νεκρούς, με τους υπόλοιπους να ήταν σαν μην υπήρξαν ποτέ. Απείλησε πως αν γραφτεί κάτι διαφορετικό, θα θεωρούνταν σαμποτάζ των Ολυμπιακών Αγώνων, με βαριές συνέπειες.
Πολλοί από τους επιζώντες, που βρίσκονταν στα νοσοκομεία, εξαφανίστηκαν από την κυβέρνηση, με τις οικογένειές τους να μην γνωρίζουν που κατέληξαν. Όσοι προσπάθησαν περισσότερο να μάθουν, έπαθαν το ίδιο. Για πολλά χρόνια, δεν έγινε καμία διαδήλωση στο Μεξικό.
Η σφαγή του Τλατελόλκο αποσιωπήθηκε για πολύ καιρό. Ήταν μια σφαγή που όμοια της δεν έχει ξαναγίνει ποτέ, ειδικότερα με πρόσχημα τους Ολυμπιακούς Αγώνες, που από την ίδρυσή τους, αποτελούσαν περίοδο ειρήνης και παύσης οποιονδήποτε εχθροπραξιών.