Μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ το 1991, τα πυρηνικά της όπλα «μοιράστηκαν» σε τέσσερις χώρες: τη Ρωσία, την Ουκρανία, το Καζακστάν και τη Λευκορωσία.

Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ η Ουκρανία «κληρονόμησε» 176 στρατηγικούς και περισσότερους από 2.500 τακτικούς πυρηνικούς πυραύλους, διαθέτοντας το τρίτο μεγαλύτερο πυρηνικό οπλοστάσιο στον κόσμο μετά τις Η.Π.Α. και τη Ρωσία.

Στην Ουκρανία υπήρχε μια μακρά συζήτηση για το μέλλον αυτών των πυραύλων. Αντίθετα, πολύ γρήγορα το Καζακστάν και η Λευκορωσία αποφάσισαν να παραχωρήσουν τους πυραύλους και τις πυρηνικές κεφαλές τους στη Ρωσία.

Στις 23 Μαΐου 1992 οι Η.Π.Α., η Ρωσία, η Ουκρανία, το Καζακστάν και η Λευκορωσία, υπέγραψαν το λεγόμενο Πρωτόκολλο της Λισαβόνας για τη Συνθήκη START 1, πριν την επικύρωση της Συνθήκης αργότερα. Η START 1 που τέθηκε σε ισχύ στις 5 Δεκεμβρίου 1994, αφορούσε τη μείωση των στρατηγικών και επιθετικών όπλων και είχε ως συμβαλλόμενα μέρη τις Η.Π.Α. και τη Ρωσία.

Καθώς όμως οι όροι για τη μεταφορά των πυρηνικών κεφαλών των πυραύλων δεν συμφωνήθηκαν, ορισμένοι Ουκρανοί βουλευτές και αξιωματούχοι άρχισαν να συζητούν για τη δυνατότητα διατήρησης ορισμένων από τους σύγχρονους ουκρανικούς πυραύλους RT-23 (SS-24) και άλλων πυραύλων σοβιετικής κατασκευής.

Το 1993 δύο συστοιχίες πυραύλων UR-100 N (SS-19) αποσύρθηκαν επειδή τα στοιχεία της κεφαλής τους είχαν ξεπεράσει τα χρονικά όρια που καθιστούσαν τους πυραύλους επιχειρησιακά μη ενεργούς. Το 1993 οι κυβερνήσεις Ρωσίας και Ουκρανίας υπέγραψαν μια σειρά διμερών συμφωνιών, με τις οποίες το Κίεβο εγκατέλειπε τις αξιώσεις του για τα πυρηνικά όπλα και τον στόλο της Μαύρης Θάλασσας, με αντάλλαγμα 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια σε διαγραφή χρέους, σε φυσικό αέριο και πετρέλαιο και μελλοντικές προμήθειες καυσίμων για τους πυρηνικούς αντιδραστήρες της.
Η Ουκρανία συμφώνησε να επικυρώσει τη START 1 και τη Συνθήκη για τη μη διάδοση πυρηνικών όπλων (NPT) αμέσως. Προκλήθηκαν σφοδρές αντιδράσεις στο εσωτερικό της χώρας και παραίτηση του Ουκρανού Υπουργού Άμυνας Morozov.
Στις 18 Νοεμβρίου 1993 το Ουκρανικό Κοινοβούλιο ενέκρινε πρόταση με την οποία δεχόταν να υπογράψει τη Συνθήκη START 1, αλλά αποκήρυξε το Πρωτόκολλο της Λισαβόνας, προτείνοντας η χώρα να παροπλίσει μόνο το 36% των εκτοξευτών πυραύλων και το 42% των πυρηνικών κεφαλών.

Παράλληλα ζήτησε οικονομική αποζημίωση για τα πυρηνικά όπλα που αφαιρέθηκαν το 1992.

Υπήρξε όμως αντίδραση των Η.Π.Α. και την επόμενη μέρα ο Πρόεδρος της Ουκρανίας (από το 1991 ως το 1994) Λεονίντ Κράβτσουκ(Leonid Kravchuk) δήλωσε: «Πρέπει να απαλλαγούμε από αυτά τα πυρηνικά όπλα. Αυτή είναι η άποψή μου από την οποία δεν έχω παρεκκλίνει ποτέ και δεν πρόκειται να παρεκκλίνω στο μέλλον». Ακολούθησε μια νέα πρότασή του προς το Κοινοβούλιο της χώρας του.

Η τριμερής Συμφωνία Η.Π.Α. – Ρωσίας – Ουκρανίας

Τον Δεκέμβριο του 1993 ο (τότε) Αντιπρόεδρος των Η.Π.Α. Αλ Γκορ επισκέφθηκε την Ουκρανία. Συνοδευόταν από τον Υπουργό Άμυνας της χώρας του Γουίλιαμ Πέρι. Σκοπός του ήταν η συζήτηση με την ηγεσία της Ουκρανίας για τη διάλυση των πυρηνικών συστημάτων της και την αποζημίωση για το ουράνιο που υπήρχε στις πυρηνικές κεφαλές. Στις 3-4 Ιανουαρίου 1994 οριστικοποιήθηκε στην Ουάσινγκτον η συμφωνία Η.Π.Α. – Ρωσίας – Ουκρανίας.

Η Ουκρανία έπρεπε να μεταφέρει 200 πυρηνικές κεφαλές στη Ρωσία και η δεύτερη όφειλε να παράγει καύσιμο πυρηνικού αντιδραστήρα για την Ουκρανία.

Λίγες μέρες αργότερα, ο Πρόεδρος Κλίντον έκανε μια στάση στο Κίεβο, πριν μεταβεί στη Μόσχα και είπε στον Kravchuk ότι η μη υπογραφή της συμφωνίας, θα είχε σοβαρές συνέπειες στις σχέσεις της Ουκρανίας με τις Η.Π.Α. Τελικά, μετά από κάποιες μικρές αλλαγές η Συμφωνία των τριών χωρών υπογράφτηκε στη Μόσχα στις 14 Ιανουαρίου 1994 από τους προέδρους Κλίντον, Γιέλτσιν και Κράβτσουκ.

Οι Η.Π.Α. χορήγησαν στην Ουκρανία πάνω από 300 εκατομμύρια δολάρια (πάνω από 530 εκ. δολάρια σε σημερινές τιμές) για τον παροπλισμό των πυρηνικών όπλων και των συστημάτων τους (κάτι που ολοκληρώθηκε το 2008), ενώ διπλασίασαν την οικονομική τους βοήθεια προς την Ουκρανία σε 310 εκατομμύρια δολάρια (πάνω από 540 εκ. δολάρια σε σημερινές τιμές).

Το Μνημόνιο της Βουδαπέστης για τα πυρηνικά όπλα

Στις 5 Δεκεμβρίου 1994 στη διάσκεψη του ΟΑΣΕ στη Βουδαπέστη, υπογράφτηκε το λεγόμενο Μνημόνιο της Βουδαπέστης (The Budapest Memorandum on Security Assurances), από τρείς πυρηνικές δυνάμεις (Η.Π.Α., Ρωσία, Μεγάλη Βρετανία) και την Ουκρανία, τη Λευκορωσία και το Καζακστάν, με το οποίο οι τρεις τελευταίες χώρες προχωρούσαν στη Συνθήκη για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων (NPT).

Οι άλλες δύο πυρηνικές δυνάμεις, Κίνα και Γαλλία, έδωσαν «ασθενέστερες» διαβεβαιώσεις σε ξεχωριστά έγγραφα. Το Μνημόνιο απαγόρευε στη Ρωσία, τη Μεγάλη Βρετανία και τις Η.Π.Α. να απειλούν ή να χρησιμοποιούν στρατιωτική βία ή οικονομικό εξαναγκασμό εναντίον της Ουκρανίας, της Λευκορωσίας και του Καζακστάν, που με την σειρά τους, ως το 1996, εγκατέλειψαν τα πυρηνικά τους όπλα (ή τα παρέδωσαν στη Ρωσία).

Το Μνημόνιο της Βουδαπέστης, πρόβλεπε αναλυτικότερα ότι η Η.Π.Α., Ρωσία και Μεγάλη Βρετανία θα σέβονταν την ανεξαρτησία και την κυριαρχία της Ουκρανίας, της Λευκορωσίας και του Καζακστάν στα υπάρχοντα σύνορα, θα απέφευγαν την απειλή ή τη χρήση βίας, όπως και της οικονομικής πίεσης εναντίον τους, θα επιδίωκαν άμεση δράση του Συμβουλίου Ασφάλειας του Ο.Η.Ε. σε περίπτωση επίθεσης ή ακόμα και απειλής επίθεσης με πυρηνικά όπλα εναντίον των τριών χωρών και θα διαβουλεύονταν μεταξύ τους σε περιπτώσεις αμφιβολίας για τις διατάξεις του συγκεκριμένου Μνημονίου.

Όταν υπογράφτηκε το Μνημόνιο της Βουδαπέστης, στην Ουκρανία υπήρχαν πολλοί που αντέδρασαν έντονα, όπως ο Βολοντίμιρ Τολούμπο, πρώην διοικητής πυρηνικής βάσης και μετέπειτα βουλευτής , που θεώρησε ότι η χώρα του με την παράδοση των πυρηνικών όπλων αυτοχειριάσθηκε.

Αντίθετα ο τότε Πρόεδρος της Ουκρανίας Λεονίντ Κράβτσουκ, δήλωσε στην Deutsche Welle :«Όλα τα συστήματα ελέγχου βρίσκονται στην Ρωσία. Η (λεγόμενη) μαύρη βαλίτσα με τα κουμπιά πυροδότησης ήταν στην κατοχή του Ρώσου προέδρου Μπόρις Γιέλτσιν».

Παραδέχτηκε επίσης ότι η χώρα του αδυνατούσε να κατασκευάσει τις πυρηνικές κεφαλές, όπου αυτές χρειάζονταν και να συντηρήσει τα υπόλοιπα πυρηνικά όπλα.

«Θα μας κόστιζε 65 δισεκατομμύρια δολάρια», είπε ο Κράβτσουκ για την συντήρηση των πυρηνικών όπλων , «και τα κρατικά ταμεία ήταν άδει».

Μάλιστα, σύμφωνα με την Deutsche Welle, η Δύση απείλησε την Ουκρανία με απομόνωση καθώς οι πύραυλοι είχαν, στόχο τις Ηνωμένες Πολιτείες! Έτσι, ο Κράβτσουκ δικαιολογήθηκε λέγοντας ότι η παράδοση των όπλων ήταν «η μόνη δυνατή απόφαση».

Οι ίδιοι δηλαδή που σήμερα, σε μια πλειοδοσία υποκρισίας, κόπτονται για την Ουκρανία, τριάντα χρόνια πριν, έκαναν το παν για να απογυμνωθεί η χώρα από τα πυρηνικά όπλα της.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!