Κρατώντας στα χέρια ένα κομμένο κεφάλι αγελάδας οι ακτιβίστριες καλούσαν τον κόσμο να κοιτάξει την αγελάδα… στα μάτια.

Η σημερινή δράση ενημέρωσης στο κέντρο της Αθήνας είχε σκοπό να αναδείξει το ζήτημα της σφαγής ζώων καθώς πλησιάζουμε στην εορταστική περίοδο.

Η δράση επικεντρώθηκε στην ιστορία του «362».

«Ο 362 είναι ένα όμορφο μικρό μωράκι που γεννήθηκε στις 12 Ιουνίου 2017 σε μια ελληνική φάρμα. Λίγο μετά τη γέννησή του φυλακίστηκε σε ένα κελί, μακριά από την μητέρα του. Σε αυτό το κελί ζει μόνος μια θλιβερή ζωή και θα παραμείνει εκεί μέχρι τις 15 Δεκέμβρη. Την επόμενη ημέρα έχει προγραμματιστεί η εκτέλεσή του – θα δολοφονηθεί, το πτώμα του θα διαμελιστεί και θα πωληθεί στα κρεοπωλεία. Προτού όμως καταναλώσεις τα κομμάτια του, θα τολμήσεις να τον κοιτάξεις στα μάτια και να του πεις ότι έπρεπε να δολοφονηθεί προκειμένου να καλύψεις τη λαιμαργία σου;».

Στην ανακοίνωση της δράσης τους ανέφεραν:

«Η ζωή μου ήταν προσχεδιασμένη, το ίδιο και ο θάνατός μου. Γεννήθηκα το πρωινό της 12ης Ιουνίου 2017, εννέα μήνες μετά τον βιασμό της μητέρας μου. Δεν θυμάμαι ούτε το πρόσωπο της γιατί με πήραν μακριά της αμέσως μετά τη γέννησή μου. Με έκλεισαν σε ένα κελί, όπου έζησα 6 θλιβερούς, μίζερους και μοναχικούς μήνες.

Προχθές, το βράδυ της Παρασκευής το φορτηγό ήρθε πάλι. Πάντα φοβόμουν όποτε έφτανε το φορτηγό, μα ειδικά εκείνο το βράδυ φοβόμουν πιο πολύ. Ένας άντρας με πλησίασε, με άρπαξε και με πέταξε στην καρότσα του φορτηγού, σαν να ήμουν ένα σακί. Όλοι έκλαιγαν εκεί μέσα, μαζί τους και εγώ.

Το ταξίδι έμοιαζε ατελείωτο, αλλά μερικές ώρες αργότερα, ξημερώματα Σαββάτου πια, το φορτηγό επιτέλους σταμάτησε. Ήμουν εξαντλημένος, πονούσα και διψούσα. Δεν μου είχαν δώσει φαγητό και νερό για 24 ώρες. Έτρεμα! Κρύωνα και φοβόμουν!

Όταν άνοιξε η πόρτα του φορτηγού ένας άντρας που κρατούσε μια βουκέντρα με χτυπούσε με ηλεκτρικό ρεύμα στα πλευρά και με έσπρωχνε βίαια προς την είσοδο ενός κτιρίου. Συνέχιζε να με χτυπά μέχρι που με στρίμωξε σε ένα βρωμερό κελί. Φοβόμουν τόσο πολύ! Μέσα στο σκοτάδι άκουγα ουρλιαχτά, που όμοιά τους δεν είχα ξανακούσει. Ο αέρας μύριζε φόβο, αίμα και θάνατο. Φοβόμουν για τη ζωή μου!

Ο χρόνος κυλούσε περίεργα και είχε πια από ώρα ξημερώσει, όταν ακούστηκαν άγριες φωνές. Έτρεμα, η καρδιά μου χτυπούσε γρήγορα και δυνατά. Ήξερα ότι το τέλος μου πλησίαζε. Προσπάθησα να σώσω τη ζωή μου, σπρώχνοντας με δύναμη την πόρτα του κελιού μου, μα ήταν καλά κλεισμένη και δεν κουνιόταν ούτε χιλιοστό.

Κάποια στιγμή η πόρτα άνοιξε και εμφανίστηκαν δυο άντρες.Με έσπρωχναν, μου φώναζαν και με χτυπούσαν με τη βουκέντρα ξανά και ξανά. Έκλαιγα! Πονούσα! Ήμουν φοβισμένος και μπερδεμένος και ήθελα να ξεφύγω, μα με είχαν ήδη οδηγήσει σε έναν διάδρομο με λιγοστό φως. Δεν έβλεπα τι υπήρχε μπροστά μου, αλλά ήταν και η μόνη κατεύθυνση που μπορούσα να πάω. Όσο προχωρούσα, τόσο δυνάμωνε η μυρωδιά του θανάτου και του αίματος.

Έφτασα στο τέλος του διαδρόμου, μια κάθετη μπάρα έπεσε απότομα πίσω μου! Δεν μπορούσα πια να κουνηθώ. Ήμουν εγκλωβισμένος! Φοβόμουν! Δεν ήθελα να πεθάνω! Κάποιος με πλησίασε κρατώντας ένα όπλο. Άκουσα ένα κρότο. Ο πόνος με τρέλαινε! Τρέκλιζα και έπεσα κάτω. Προσπαθούσα να σηκωθώ. Πάλευα με όση δύναμη μου είχε απομείνει, αλλά μια αλυσίδα με κρατούσε από το ένα πόδι. Ήξερα πως δεν είχα ελπίδα να σωθώ, μα προσπαθούσα, με τον τρόπο που μόνο όσοι γνωρίζουν πως θα πεθάνουν προσπαθούν.

Η αλυσίδα εξακολουθούσε να με τραβά μέχρι που με έριξε πάλι κάτω. Με έσερνε και μέσα σε μια στιγμή βρέθηκα να κρέμομαι ανάποδα στον αέρα. Ο άντρας που πριν με πυροβόλησε στεκόταν πάλι μπροστά μου. Κρατούσε ένα μαχαίρι και δίχως δισταγμό μου έκοψε τον λαιμό. Ο πόνος ήταν απερίγραπτος! Δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Πνιγόμουν στο ίδιο μου το αίμα. Το σώμα μου συσπόταν βίαια. Τα μάτια μου ανοιγόκλειναν γρήγορα… 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 30, 31, 32, 33, 34, 35, 36, 37, 38, 39, 40, 41, 42, 43, 44, 45, 46, 47, 48, 49, 50, 51, 52, 53, 54, 55, 56, 57, 58, 59, 60…

Εξήντα ολόκληρα εφιαλτικά δευτερόλεπτα χρειάστηκαν μέχρι να χάσω τις αισθήσεις μου και να πάψω να πονάω. Όλα τελείωσαν! Το Σάββατο 16/12/2017 με δολοφόνησαν και διαμέλισαν το σώμα μου. Σήμερα, Κυριακή, τα κομμάτια μου βρίσκονται στα κρεοπωλεία, στα σούπερ μάρκετ, στο σπίτι σου και στο πιάτο σου.

Ξέρω ότι δεν θες να γνωρίσεις αυτό που πραγματικά ήμουν, αλλά η αλήθεια είναι πως μου το χρωστάς. Ήμουν ένα μωρό που είχε ανάγκη τη μητέρα του. Ήθελα να μπορώ να παίζω και να τρέχω. Ήθελα να είμαι ελεύθερος. Ήθελα να ζήσω! Μα εσύ με ονόμασες 362 και μου στέρησες τα πάντα. Η επιθυμία σου να φας τις σάρκες μου, αφαίρεσε βίαια τη ζωή μου. Ξέρω, θα πεις ότι δεν φταίς εσύ – δεν μου έκοψες εσύ τον λαιμό άλλωστε. Όχι, αλλά εσύ πλήρωσες για αυτό. Πλήρωσες τον κρεοπώλη, ο οποίος πλήρωσε τον σφαγέα, ο οποίος πλήρωσε τον εκτροφέα. Αυτός είναι ο κύκλος της βίας.

Ήμουν ο 362, ένα μοσχαράκι που γεννήθηκε σε μια ελληνική φάρμα. Με μετέτρεψες στο κρέας που θα καταναλώσεις σήμερα ή αύριο. Προτού όμως καταπιείς τα κομμάτια μου, τολμάς να με κοιτάξεις στα μάτια και να πεις ότι έπρεπε να δολοφονηθώ προκειμένου να καλύψεις τη λαιμαργία σου;

Ήμουν ο 362, ένα από τα θύματα της ανθρώπινης υπεροψίας – ένα από τα δισεκατομμύρια θύματά της. Ένα από τα δικά σου θύματα. Πόσα ακόμα ζώα σαν και εμένα θα καταδικάσεις σε θάνατο; Για πόσο καιρό ακόμα θα πληρώνεις ανθρώπους να εκτρέφουν και να δολοφονούν ζώα; Για πόσο καιρό ακόμα θα σκέφτεσαι με το στομάχι και όχι με το μυαλό σου;

Πριν αρχίσεις να ισχυρίζεσαι ότι πρέπει να καταναλώνεις εμένα και τα αδέρφια μου, τα υπόλοιπα ζώα και τις σωματικές μας εκκρίσεις (γάλα και αυγά) για να ζήσεις, έχε κατά νου, πως ο μύθος αυτός έχει από καιρό καταρριφθεί. Δεν χρειάζεται να τρως ούτε εμάς, ούτε τα παράγωγά μας! Οπότε, ποιά άλλη δικαιολογία σου απομένει; Η γευστική απόλαυση; Η συνήθεια; Η παράδοση και η θρησκεία; Η ευκολία; Ο κύκλος της ζωής; Ή η τροφική αλυσίδα;

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Τα παραπάνω δεν είναι τίποτα περισσότερο από χυδαίους εγωιστικούς ισχυρισμούς. Τίποτα δεν δικαιολογεί το πιο απεχθές έγκλημα της ανθρωπότητας. Δεν είναι δικαίωμά σου να αρνείσαι σε εμένα και στα αδέρφια μου την ελευθερία μας και να μας σκοτώνεις. Αυτό δεν είναι δικαίωμα – είναι αδικία. Αποδέξου το. Απολογήσου για τον τρόπο που έχεις ζήσει, κάνε τις απαραίτητες αλλαγές και προχώρα μπροστά».