Το μεταναστευτικό – προσφυγικό φαινόμενο επιβάλλει μια ολιστική προσέγγιση και στα τρία επίπεδα διακυβέρνησης: ευρωπαϊκό, εθνικό και τοπικό, όπου όμως, υπάρχει διαφορετικός επιμερισμός ευθύνης, ενώ παραμένουν ζητούμενα η διαχείριση των ροών και η μεταναστευτική πολιτική, επεσήμανε η περιφερειάρχης Αττικής Ρένα Δούρου σε ομιλία της στο 6ο ετήσιο συνέδριο EXPOSEC-DEFENSEWORLD με θέμα «Άμυνα και Ασφάλεια σε έναν ψηφιακό κόσμο» («Defense & Security in a Digital World”) και «Μεταναστευτική πολιτική και εσωτερική ασφάλεια».
Στο περιβάλλον αυτό ανέφερε η περιφερειάρχης, καλούνται οι Τοπικές και Περιφερειακές Αρχές της ΕΕ να διαχειριστούν το δικό τους μερίδιο ευθύνης στο δίπτυχο «υποδοχής-ενσωμάτωσης», προσφύγων και μεταναστών. Δίπτυχο περίπλοκο αφενός, γιατί η ΕΕ δεν διαθέτει ακόμη, σαφή μεταναστευτική πολιτική και πολιτική ασύλου, αφετέρου γιατί οι Τοπικές και Περιφερειακές Αρχές δεν διαθέτουν τους απαραίτητους πόρους και τα μέσα.
Παρόλα αυτά, συνέχισε, είναι αναγκασμένες να θωρακίσουν τις τοπικές κοινωνίες απέναντι σε φαινόμενα εξτρεμισμού και εσωστρέφειας και ταυτόχρονα να μετατρέψουν το μεταναστευτικό / προσφυγικό φαινόμενο, από αντικείμενο διχασμού σε ισχυρό χαρτί οικονομικής ανάπτυξης και δημιουργίας προϋποθέσεων ασφαλείας για τις τοπικές κοινωνίες.
Για το ζήτημα αυτό σημείωσε ότι «η απόδοση ασύλου ή ιθαγένειας, μπορεί να αποτελούν αρμοδιότητες του κεντρικού κράτους» ωστόσο η πρόσβαση των προσφύγων στα κοινωνικά δικαιώματα με τη συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων παραγόντων σε ασφαλές κλίμα για όλους, περνάει σε μεγάλο βαθμό από τις τοπικές και περιφερειακές αρχές – «εκείνες που εκ της φύσεώς τους βρίσκονται εγγύτερα στα προβλήματα των πολιτών».
Χαρακτήρισε «σύνθετο» το πλαίσιο στο οποίο καλείται να δράσει και δρα η Περιφέρεια Αττικής, αντιμετωπίζοντας το φαινόμενο, «χωρίς το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο και χωρίς απευθείας πρόσβαση στα ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά προγράμματα και εργαλεία, ζήτημα το οποίο έχει τεθεί κατ΄επανάληψη στα Ευρωπαϊκά Όργανα».
•
Παρόλα αυτά σημείωσε η περιφερειάρχης , η Περιφέρεια, με τη σύσταση του Κέντρου Logistics, που πλέον αποτελεί αναγνωρισμένη καλή ευρωπαϊκή πρακτική, αλλά και με τις παρεμβάσεις στα ευρωπαϊκά φόρα, επιχειρεί να παρέμβει στο μεταναστευτικό / προσφυγικό. Με την ανάπτυξη προϋποθέσεων ασφάλειας, μέσα από ευρύ φάσμα εφαρμογής κατάλληλων πολιτικών σε μια «δυναμική διαδικασία διαρκείας στην οποία οφείλουμε να προσαρμοστούμε – νομικά, οικονομικά, κοινωνικά». Και την συμβολή της, στην οργάνωση της «εξωτερικής και εσωτερικής αλληλεγγύης που χρειάζεται η Ευρώπη»
Η περιφερειάρχης χαρακτηρίζει σημαντικές αλλά όχι και επαρκείς τις παραπάνω παρεμβάσεις τονίζοντας «Μπορούμε περισσότερα υπό την προϋπόθεση να προχωρήσουν άμεσα οι απαραίτητες, χωρίς δημοσιονομικό κόστος, μεταρρυθμίσεις, σε εθνικό επίπεδο. Και μάλιστα ενόψει της αλλαγής του Καλλικρατικού πλαισίου και της συνταγματικής αναθεώρησης».
Διευκρίνισε ότι μιλά για μεταρρυθμίσεις που θα συμβάλλουν και στη διαπεριφερειακή συνεργασία – συνεργασία μεταξύ των Περιφερειών προέλευσης, διέλευσης και των ευρωπαϊκών Περιφερειών υποδοχής και ένταξης. Θέτει δε το ερώτημα «για πιο λόγο δεν επικυρώνει η χώρα μας της Σύμβαση της Μαδρίτης του 1980, για τη διασυνοριακή συνεργασία ή δεν επεκτείνει την εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Χάρτη Τοπικής Αυτοδιοίκησης και στον δεύτερο βαθμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης; καθώς αποτελούν «εργαλεία που μαζί με την αποσαφήνιση των αρμοδιοτήτων, μπορούν να βοηθήσουν περιφέρειες όπως η Αττική να αντιμετωπίσουν το μεταναστευτικό / προσφυγικό φαινόμενο στη βάση μιας διαδικασίας μακράς πνοής.
Νωρίτερα και με αφορμή «τις θλιβερές αλλά και άκρως ανησυχητικές εξελίξεις στη Λωρίδα της Γάζας» η κ Δούρου εκτίμησε ότι θα αυξηθούν οι προσφυγικές / μεταναστευτικές ροές στην χώρα μας οι οποία, όπως επισήμανε δέχεται τριών ειδών πιέσεις λόγω: α) των συνεπειών της έλλειψης κοινής ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής στη βάση της δίκαιης κατανομής, β) της αδυναμίας ενός εύθραυστου μηχανισμού ασύλου να ανταποκριθεί στις αυξημένες ροές γ) της χρόνιας έλλειψης σοβαρών υποδομών για την αντιμετώπιση φαινομένων όπως αυτό της ριζοσπαστικοποίησης μελών των μεταναστευτικών κοινοτήτων σε ελληνικό έδαφος.
Χαρακτήρισε ως μη επαρκή ακόμη τη στρατηγική για την ένταξη, που έχει επεξεργαστεί το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής στην αντιμετώπιση της ριζοσπαστικοποίησης, και άρα της ασφάλειας. Διότι, σημείωσε, η έννοια της ασφάλειας αφορά τόσο στον έλεγχο των ροών στα σύνορα όσο και στην προληπτική δράση στο εσωτερικό για την αντιμετώπιση του ενδεχομένου της περιθωριοποίησης και της ριζοσπαστικοποίησης στοιχείων, μέσα από την παρακολούθηση, την ενημέρωση, τον έλεγχο ευαίσθητων χώρων, όπως συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.