Στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) προσέφυγε πολίτης και δικηγόροι της χώρας, αντιδρώντας στο κλείσιμο των ελληνικών δικαστηρίων.
Η προσφυγή κατατέθηκε με αφορμή την ταλαιπωρία μιας γυναίκας με εισόδημα μόλις 100 ευρώ που πήγε στα δικαστήρια μέσω νομικής βοήθειας, κέρδισε διατροφή από τον εν διαστάσει σύζυγό της, αλλά δεν μπορεί να εκδώσει απόγραφο για να εκτελέσει τη δικαστική απόφαση και να εισπράξει τα 200 ευρώ μηνιαίως που της επιδικάστηκαν λόγω των Κοινών Υπουργικών Αποφάσεων για την αναστολή λειτουργίας των ελληνικών δικαστηρίων.
Η γυναίκα προσέφυγε στο ΕΔΑΔ επικαλούμενη παραβίαση του άρθρου 6 του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, για την παρέμβαση της εκτελεστικής εξουσίας στη Δικαιοσύνη με την έκδοση των ΚΥΑ.
Όπως αναφέρεται στην προσφυγή, «η αναστολή των διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης δυνάμει των οικείων Κ.Υ.Α. που ίσχυαν από τις 8.03.2021 όποτε και μου χορηγήθηκε η προσωρινή διαταγή, μέχρι και τις 5.04.2021, κατέστησαν την προσωρινή διαταγή που εκδόθηκε σε βάρος του πρώην συζύγου μου ουσιαστικά άνευ αντικειμένου, με αποτέλεσμα να μην μπορώ να εισπράξω το επιδικασθέν ποσό των 200 ευρώ μηνιαίως το οποίο ήταν απολύτως αναγκαίο για την επιβίωσή μου».
Στην προσφυγή επισημαίνεται πως δεν ζητήθηκε η γνώμη των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας στην έκδοση των επίμαχων ΚΥΑ και οι εθνικές αρχές απέτυχαν να επιτύχουν μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ του δημοσίου συμφέροντος και των ατομικών δικαιωμάτων, διότι:
- Δεν τεκμηριώθηκε από επιστημονικά δεδομένα ότι το συγκεκριμένο περιοριστικό μέτρο συντείνει καταλυτικά στην μείωση της διασποράς του COVID – 19.
- Ήταν εφικτή η κανονική λειτουργία της δικαιοσύνης και ειδικά της αναγκαστικής εκτέλεσης με λήψη ηπιότερων περιοριστικών μέτρων κατόπιν διαβούλευσης με τους θεσμικούς φορείς, ήτοι τις διοικήσεις των δικαστηρίων και της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας.
Τονίζεται δε ότι η λειτουργία των δικαστηρίων μέχρι και την επιβολή των επίμαχων ΚΥΑ είχε αποδείξει πως τα δικαστήρια με την τήρηση των προβλεπόμενων υγειονομικών μέτρων (χρήση μάσκας, αντισηπτικών, τήρηση αποστάσεων, χρονική κλπ) δεν αποτελούσαν εστίες υπερμετάδοσης του ιού, εν αντιθέσει με άλλες υπηρεσίες όπως τα μέσα μαζικής μεταφοράς.
Στην προσφυγή της η γυναίκα καταγγέλλει και παράβαση του άρθρου 4 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Αναφέρει σχετικά:
«Η μη δυνατότητα είσπραξης του ποσού των 200 ευρώ από τον αντίδικο, με ανάγκασε να ζω στα όρια της φτώχειας, να μην μπορώ να καλύψω τις βασικές μου ανάγκες μεταξύ άλλων και για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη προκαλώντας μου έντονα συναισθήματα φόβου, αγωνίας και κατωτερότητας, συναισθήματα που μ’ έχουν εξοντώσει ψυχολογικά, δημιουργώντας μου μια κατάσταση που αναμφισβήτητα μπορεί να χαρακτηριστεί ως ταπεινωτική κατά παράβαση των εγγυήσεων του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ».
Η προσφυγή κατά του κλεισίματος των δικαστηρίων στην Ελλάδα υποστηρίχθηκε από τους νομικούς Νίκο Αλιβιζάτο και Βασίλη Χειρδάρη αλλά και με πρόσθετη παρέμβαση της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας, η οποία έχει ταχθεί υπέρ της άμεσης επαναλειτουργίας των δικαστηρίων.
Στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αναμένεται να προσφύγουν, επίσης, ένας απολυμένος μεγάλου οργανισμού Τηλεπικοινωνιών και τρεις κρατούμενοι.
Με δικαστική απόφαση ο απολυμένος δικαιώθηκε και πρέπει να επαναπροσληφθεί. Όμως δεν μπορεί να εκδώσει απόγραφο για να επανέλθει στην εργασία του, ούτε να προσφύγει στα ποινικά δικαστήρια για την εφαρμογή της δικαστικής απόφασης επαναπρόσληψης του.
Ο ένας από τους κρατούμενους που αναμένεται να προσφύγουν στο ΕΔΑΔ, καταδικάστηκε για κακούργημα σε πρώτο βαθμό, αλλά η υπόθεση του δεν έχει εκδικαστεί από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο. Αναβάλλεται εδώ και ένα χρόνο καθώς δεν κινδυνεύει με παραγραφή η υπόθεση. Μάλιστα απορρίφθηκε το αίτημα του για αναστολή εκτέλεσης της ποινής του, με το σκεπτικό ότι επίκειται το δευτεροβάθμιο δικαστήριο που αναβάλλεται λόγω των ΚΥΑ για την αναστολή λειτουργίας των δικαστηρίων.