Στις 22 Ιουλίου 2022 κατατέθηκε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Φλώρινας (Τμήμα Εκούσιας Δικαιοδοσίας) αίτηση για την ίδρυση σωματείου με την επωνυμία «Κέντρο Μακεδονικής Γλώσσας στην Ελλάδα».
Το αξιοσημείωτο είναι, ότι η επωνυμία του υπό σύσταση σωματείου αποδόθηκε στο δικόγραφο και στα ελληνικά και στα αγγλικά, όπως άλλωστε συνηθίζεται αλλά και στην «μακεδονική γλώσσα»
Την αίτηση κατέθεσαν επτά άτομα με την ιδιότητα των μελών της προσωρινής διοικούσας Επιτροπής του προαναφερθέντος σωματείου, εκ των οποίων:
- Ένα άτομο (Γεώργιος Κωστίδης του Χρήστου) διετέλεσε παλαιότερα πρόεδρος του Συλλόγου με την επωνυμία «Πνευματικός Μορφωτικός Σύλλογος Μελίτης», που φιλοξένησε το 2011 (https://tourkikanea.gr/thraki/tex-9/) το χορευτικό συγκρότημα της «Τουρκικής Ένωσης Θράκης».
- Ένα άτομο (Μαριάνθη Μπεκιάρη) ήταν υποψήφια με τον συνδυασμό Ευρωπαϊκή Ελεύθερη Συμμαχία – Ουράνιο Τόξο – Σταύρος Αναστασιάδης στις ευρωεκλογές του 2014 και του 2019.
- Ένα άτομο (Τσιτσιρίδου Στεργιανή) κατέβηκε υποψήφια επίσης με τον ίδιο συνδυασμό στις Ευρωεκλογές του 2019.
- Ένα άτομο (Γεώργιος Κοπαΐλας του Ανδρέα) είναι απόφοιτος Λυκείου, φιλικά προσκείμενος σε ένα συγκρότημα παραδοσιακής μουσικής που φέρει την χαρακτηριστική επωνυμία «Μακεδονικό Μεράκι» (https://www.facebook.com/groups/95018498699), που δραστηριοποιείται σε όλη την περιοχή της Μακεδονίας, με έδρα το χωριό Αμπελειές Γιαννιτσών και το ρεπερτόριο του δίνει έμφαση στη Μακεδονική μουσική. Κύριο αντικείμενο της ορχήστρας είναι η μουσική κάλυψη διαφόρων κοινωνικών εκδηλώσεων όπως γάμοι, χοροί καθώς και η μουσική πλαισίωση παραδοσιακών χορευτικών τμημάτων στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
- Ένα άτομο (Αναστάσιος Τσορλίνης του Περικλή), (https://www.flickr.com/photos/tsorlinistasos/3829008015) με κοινό χόμπυ την ορειβασία με τον Κωπαΐλα Γιώργο, αποκαλεί την πατρίδα του την Βεύη ως Μπάνιτσα, το όνομα που καταργήθηκε με το διάταγμα της 9/2/1916 (ΦΕΚ 55) «Περί μετονομασίας κοινοτήτων και συνοικισμών Μακεδονίας».
- Ένα άτομο (Ελευθέριος Μάντζας του Βασιλείου) ήταν υποψήφιος με το συνδυασμό «Ευρωπαϊκή Ελεύθερη Συμμαχία–Ουράνιο Τόξο» στις Ευρωεκλογές του 2004 (http://www.magnesia.gr/euro2004/anak2004/ euro20040106200403.pdf).
Να σημειώσω εδώ, ότι η «Ευρωπαϊκή Ελεύθερη Συμμαχία–Ουράνιο Τόξο» έχει και προφίλ στο Facebook και αυτοαποκαλείται ως «Πολιτικό κόμμα της μακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα» https://www.facebook.com/ecavinozito/ και στην ανάρτησή τους της 29ης Νοεμβρίου 2022 πανηγυρίζουν σε τρεις γλώσσες (ελληνικά, αγγλικά και «Μακεδονικά»), για την «Ιστορική αναγνώριση για τους Μακεδόνες στην Ελλάδα» λόγω της αναγνωρίσεως του σωματείου «Κέντρο Μακεδονικής Γλώσσας στην Ελλάδα» και εκφράζουν τις ευχαριστίες τους προς τον δικηγόρο τους Κύρο (δηλαδή Κυριάκο) Σπόντη «για την επιτυχή περαίωση της διαδικασίας»
Περαιτέρω, την αίτηση κατέθεσε ως πληρεξούσιος δικηγόρος ο Δικηγόρος Πτολεμαΐδος (Δικηγορικός Σύλλογος Πτολεμαΐδος) Κυριάκος Σπόντης, ο οποίος συμφώνως προς την μηνιαία εφημερίδα της Φλώριναςhttps://krouakroua.blogspot.com και ειδικότερα ένα δημοσίευμά της που αναρτήθηκε σε https://krouakroua.blogspot.com/2019/02/bbc_28.html, είναι γιός του συνταξιούχου δικηγόρου Φωκά – Αριστογείτονα Σπόντη, ο οποίος είναι στέλεχος του κόμματος «Ουράνιο Τόξο».
Κατά το ίδιο blog, κουνιάδος του Φωκά Αριστογείτονα Σπόντη ήταν ο Kuzman Geοrgievski (Κοσμάς Παπαγεωργίου).
Το συγκεκριμένο άτομο, ο Kuzman Geοrgievski (Κοσμάς Παπαγεωργίου), υπήρξε ο ένας εκ των δύο σεναριογράφων ενός ντοκυμαντέρ (1998) με τον τίτλο «Exodus of the children of Aegean Macodonia», που αφορούσε στην «Έξοδο» το 1948 28.000 παιδιών από την «Αιγαιακή Μακεδονία», τα οποία αναζήτησαν καταφύγιο στο Κράτος των Σκοπίων περνώντας τα σύνορα και από στην Πολωνία, Ρουμανία, Ουγγαρία και Τσεχοσλοβακίας (https://www.macedonianfilmfestival.com/films/IN-KONTINUO—Exodus-of-the-Children-of-Aegean-Macedonia-(1998).
Ο συγκεκριμένος έγραψε και βιβλίο με τον τίτλο «Το μακεδονικό ιδεώδες για την ενωμένη Μακεδονία στην πολιτική δραστηριότητα του Μεθόδιου Αντόνωφ Τσέντο» (Makedonskiot ideal za obedineta Makedonija vo politickata aktivnost na Metodija Andonov-Cento, εκδόσεις Institut za Makedonskata historija).
Και μόνο τα στοιχεία αυτά αρκούν, για να μας δώσουν μία πρώτη εικόνα, για το υπόβαθρο της κινήσεως αυτής για την ίδρυση του «Κέντρου Μακεδονικής Γλώσσας».
Ας δούμε τώρα την υπόθεση επί της ουσίας.
Η αίτηση που κατατέθηκε στις 22 Ιουλίου 2022 είναι η δεύτερη. Ίσως οι περισσότεροι από εσάς δεν το γνωρίζουν το γεγονός αυτό.
Η πρώτη αίτηση κατατέθηκε στις 5 Ιουλίου 2022 στο ίδιο Δικαστήριο και στον ίδιο Ειρηνοδίκη, το Θεόδωρο Τομπουλίδη, η οποία όμως απορρίφθηκε. Το Δικαστήριο έκρινε μεν ότι είναι νόμιμοι και δεν αντιτίθενται στην ηθική και γενικά στην δημόσια τάξη οι σκοποί του σωματείου που αφορούν:
α) στη διατήρηση και καλλιέργεια της Μακεδονικής γλώσσας και
β) στην υποστήριξη της εισαγωγής της Μακεδονικής γλώσσας ως προαιρετικού μαθήματος σε δημόσια σχολεία και πανεπιστήμια στην Ελλάδα, ιδίως στις Περιφέρειες της Δυτικής, Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης.
Θεώρησε όμως ότι δεν συνδέεται με τους δύο ανωτέρω σκοπούς ο υπό στοιχείο γ΄ σκοπός, ο οποίος κατά το ένα σκέλος του, δηλαδή την υποστήριξη της επικυρώσεως από την Ελλάδα της Συμβάσεως – Πλαισίου για την προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων, δημιουργεί σύγχυση, κατά το άλλο σκέλος του, δηλαδή την επικύρωση του Ευρωπαϊκού Χάρτη για τις Μειονοτικές γλώσσες έρχεται σε αντίθεση με τον νόμο και την δημόσια τάξη. Και τούτο, διότι κατά την Συμφωνία των Πρεσπών, το θέμα των «Μακεδονικών» ως μειονοτική γλώσσα έχει λυθεί, αφού ουδέν περί μειονοτικών γλωσσών αναφέρεται σ’ αυτήν.
Υπό αυτό το πρίσμα, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι «ο υπό στοιχείο γ΄ σκοπός του καταστατικού του υπό σύσταση σωματείου, πέραν του ότι υπερακοντίζει τους έτερους σκοπούς του καταστατικού (α΄ και β΄), αντιβαίνει ευθέως στον παραπάνω νόμο (4588/2019), αλλά και στη δημόσια τάξη, ενώ δημιουργεί κινδύνους και για τις διεθνείς σχέσεις της Ελλάδας, ιδίως στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της οποίας είναι μέλος. Εξάλλου, η άσκηση γλωσσικής πολιτικής, όπως εκ πλαγίου επιχειρείται με τον άνω υπό στοιχείο γ’ επιδιωκόμενο σκοπό, δεν μπορεί να γίνεται μέσω ενός σωματείου».
Αποτέλεσμα του παραπάνω σκεπτικού ήταν να απορριφθεί η αίτηση και η απόφαση να δημοσιευθεί στις 8 Ιουλίου 2022.
Μία εβδομάδα αργότερα, οι αιτούντες όμως επανήλθαν με νέα αίτηση, έχοντας τροποποιήσει τους σκοπούς του Καταστατικού και ειδικότερα έχοντας απαλείψει τον σκοπό, που αποτέλεσε εμπόδιο για την έγκριση της πρώτης αιτήσεως. Το αποτέλεσμα ήταν το Δικαστήριο, δηλαδή ο ίδιος Ειρηνοδίκης, να κάνει δεκτό το αίτημα, διαπιστώνοντας ότι το καταστατικό, μετά την απάλειψη του προβληματικού σκοπού, δεν αντίκειται στον νόμο ή στην δημόσια τάξη και είναι σύμφωνο και με την συμφωνία των Πρεσπών. Έτσι, εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 27/2022 απόφαση του Ειρηνοδίκης Φλώρινας, η οποία δημοσιεύθηκε στις 28 Ιουλίου 2022.
Εντωμεταξύ, εξ όσων γνωρίζω, κατά της αποφάσεως ασκήθηκε ανακοπή από την Εισαγγελέα Πρωτοδικών Φλωρίνης και μεταξύ άλλων από την Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, από την Παγκόσμια Συνομοσπονδία Παμμακεδονικών Ενώσεων «Κοινό των Μακεδόνων», από τον κ. Πρόδρομο Εμφιετζόγλου κ.λ.π..
Είναι όμως τα πράγματα έτσι;
Ας δούμε λοιπόν, που έκανε λάθος η δεύτερη απόφαση.
Πρώτο λάθος
Η επωνυμία του αιτούντος τη σύσταση του σωματείου είναι «Κέντρο Μακεδονικής γλώσσας στην Ελλάδα», η οποία – εκτός της ελληνικής -αποδίδεται και στην «μακεδονική γλώσσα», επιπροσθέτως δε και στην αγγλική γλώσσα.
Το ζήτημα, όμως, που τίθεται είναι το εξής: Είναι επιτρεπτό να διατυπώνεται σε γλώσσα εκτός της ελληνικής η επωνυμία ενός σωματείου, που εδρεύει στην Ελλάδα;
Είναι γεγονός, ότι η επωνυμία των σωματείων που εδρεύουν στην Ελλάδα αναγράφεται στην ελληνική γλώσσα και συμπληρωματικώς και στην αγγλική για την περίπτωση υπάρξεως διεθνών σχέσεων.
Ενδεικτικώς θα αναφέρω την περίπτωση των αθλητικών σωματείων, τα οποία υπάγονται στο Υπουργείο Πολιτισμού, όπως και το εν θέματι σωματείο και διέπονται από τον ν. 2725/1999, ο οποίος στο άρθρο 8 προβλέπει ρητώς, ότι η επωνυμία των σωματείων διατυπώνεται στην ελληνική γλώσσα. Επικουρικώς, δε, συνηθίζεται η διατύπωση της επωνυμίας σε μία εκ των δύο διεθνών γλωσσών (αγγλική ή γαλλική), συνήθως δε η αγγλική, για την περίπτωση αναπτύξεως εκ μέρους του σωματείου διεθνών σχέσεων. Εκείνο, το οποίο είναι βέβαιο, είναι ότι σε καμία περίπτωση η επωνυμία ενός σωματείου δεν διατυπώνεται για κύρια χρήση, πολλώ δε μάλλον για διεθνείς σχέσεις, σε μία οποιαδήποτε γλώσσα οποιασδήποτε άλλης χώρας και άσχετης με την γλώσσα της χώρας έδρας του σωματείου. Διότι, ας μην ξεχνούμε, ότι κατά το άρθρο 1 πργφ. 3, εδ. γ΄, της Συμφωνίας των Πρεσπών, η Μακεδονική γλώσσα, στην οποία διατυπώθηκε η επωνυμία της του σωματείου, είναι η γλώσσα της χώρας της Βόρειας Μακεδονίας.
Συνεπώς, το πρώτο λάθος της αποφάσεως είναι η αποδοχή της διατυπώσεως της επωνυμίας για κύρια χρήση σε γλώσσα άλλη εκτός από την ελληνική.
Δεύτερο λάθος
Το δεύτερο λάθος ήταν η μη σε βάθος εξέταση και συσχέτιση των αιτούντων με την πασιφανή και μη κρυπτόμενη ακόμη και στα social media εγγύτητα τους με το «Ουράνιο Τόξο» είτε αμέσως μέσω της συμμετοχής τους στα ψηφοδέλτια του είτε εμμέσως μέσω της συμφωνίας τους με τις ιδέες που αυτό εκφράζει.
Τρίτο λάθος
Το κυριότερο, όμως, λάθος ήταν η αποχή του Δικαστηρίου από τη διερεύνηση του περιεχομένου της επίσημης ιστοσελίδας του υπό σύστασιν σωματείου, ώστε να κρίνει κατά πόσον η λειτουργία του είναι σύμφωνη και εντός του πλαισίου της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Και το τονίζω αυτό, διότι μία απλή περιήγηση της αρκεί, για να βγουν σαφή συμπεράσματα γύρω από το Κέντρο αυτό. Ειδικότερα:
Τα κύρια στοιχεία της Συμφωνίας των Πρεσπών είναι τα εξής:
1) κατά άρθρο 1, πργφ. 3, εδάφιο α΄, το επίσημο όνομα του δευτέρου συμβαλλομένου μέρους (δηλαδή του κράτους των Σκοπίων) είναι «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας», όνομα το οποίο έχει σαφώς γεωγραφικά όρια ισχύος, ίδια με την γεωγραφική έκταση του κράτους αυτού,
2) κατά το άρθρο 1 πργφ. 3, εδάφιο γ΄ η επίσημη γλώσσα του Δεύτερου Μέρους θα είναι η «Μακεδονική γλώσσα», όπως αναγνωρίσθηκε από την Τρίτη Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Τυποποίηση των Γεωγραφικών Ονομάτων, πουδιεξήχθη στην Αθήνα το 1977, και περιγράφεται στο Άρθρο 7 (3) και (4) της παρούσας Συμφωνίας. Εδώ θα επισημάνω, ότι κατά τον Γ. Μπαμπινιώτη, ο οποίος συμμετείχε στην εν λόγω Συνδιάσκεψη, ουδέποτε ελήφθη απόφαση περί αναγνωρίσεως της «Μακεδονικής» γλώσσας. Αυτό το οποίο αποφάσισε η Συνδιάσκεψη αυτή ήταν ο για λόγους καθαρά τυποποιήσεως μεταγραμματισμός των γεωγραφικών ονομάτων των χωρών στα λατινικά βάσει συστημάτων μεταγραμματισμού, που θα πρότειναν οι ίδιες οι χώρες. Άλλωστε, ο ίδιος ο Ο.Η.Ε. συμπεριέλαβε την γλώσσα της γειτονικής χώρας στις γλώσσες με κυριλλικό αλφάβητο, μαζί με τη σερβική και την κροατική, που ομιλούντο τότε στην Γιουγκοσλαβία.
Συνεπώς, για να είμαστε ακριβείς και αντικειμενικοί, αναγνώριση «μακεδονικής γλώσσας» από τον Τρίτη Συνδιάσκεψη δεν έλαβε χώρα. Και να μην λησμονούμε, ότι κατά τον χρόνο των εργασιών της Συνδιασκέψεως αυτής, υπήρχε η Γιουγκοσλαβία ως επίσημο κράτος και όχι η «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Αυτό σημαίνει, ότι όταν την περίοδο αυτή μιλούμε για «μακεδονικά», αναφερόμαστε σε μία από τις ομιλούμενες γλώσσες εντός του κράτους της Γιουγκοσλαβίας, και όχι για επίσημη γλώσσα ενός Κράτους.
3) κατά το άρθρο 1, πργφ. 3 εδάφιο β΄, η ιθαγένεια των πολιτών του δευτέρου συμβαλλομένου μέρους (δηλαδή του κράτους των Σκοπίων) είναι η Μακεδονική/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας. Εδώ πρέπει να γίνει μία παρατήρηση: από την στιγμή που το όνομα του κράτους είναι «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας» και το σύντομο όνομα «Βόρεια Μακεδονία», θα έπρεπε και η ιθαγένεια των πολιτών της να είναι «Βόρειος Μακεδόνας/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας», όπως αντιστοίχως συμβαίνει με άλλες χώρες όπως Νότιος Αφρική – Νοτιοαφρικανός/ή, Νέα Ζηλανδία – Νεοζηλανδός/ή , Σαουδική Αραβία – Σαουδάραβας/Σαουδαράβισσα).
Και αν λάβουμε υπόψιν, ότι ιθαγένεια είναι ο δημοσίου δικαίου νομικός δεσμός που συνδέει το άτομο με την πολιτεία, στην οποίας τον λαό αυτό ανήκει, καταλαβαίνουμε ότι και η «μακεδονική» ιθαγένεια έχει και αυτή συγκεκριμένο φάσμα ισχύος και αφορά αποκλειστικώς και μόνον τους πολίτες του κράτους αυτού. Άλλωστε, και η ρηματική διακοίνωση, που εξέδωσε το Υπουργείο Εξωτερικών της γειτονικής μας χώρας δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνείας ή διασταλτικής ερμηνείας, αφού κατ’ αυτήν, και σύμφωνα με το γράμμα και το πνεύμα της Συμφωνίας, ο όρος «Μακεδονική/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας» αναφέρεται αποκλειστικά στην ιθαγένεια και δεν καθορίζει ή δεν προκαθορίζει την εθνοτική καταγωγή/εθνότητα».
Συνεπώς, «Μακεδόνες/πολίτες της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας» εκτός των πολιτών του Κράτους της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας, δεν νοούνται,
4) κατά το άρθρο άρθρο 1, πργφ. 3 εδάφιο γ΄, η γλώσσα του δευτέρου συμβαλλομένου μέρους (δηλαδή του κράτους των Σκοπίων) είναι η «μακεδονική», η οποία εξ ορισμού ως γλώσσα του κράτους αυτού, είναι η γλώσσα των πολιτών του και μόνον αυτών. Συνεπώς, η μονομερής και αυθαίρετη αντίληψη του κράτους αυτού ή ιδιωτικών οντοτήτων αυτού, ότι κατατάσσεται στα «μακεδονικά», οποιαδήποτε γλώσσα ή οποιοδήποτε ιδίωμα που μοιάζει με την «μακεδονική» γλώσσα και ομιλείται εκτός των συνόρων του κράτους αυτού και από άτομα, που δεν είναι πολίτες του κράτους αυτού – είναι παντελώς αβάσιμη και αντίθετη με τη Συμφωνία των Πρεσπών,
5) κατά το άρθρο 7, πργφ. 3 το δεύτερο συμβαλλόμενο μέρος (δηλαδή το κράτος των Σκοπίων) αποδέχεται, ότι με τους όρους «Μακεδονία» και «Μακεδόνας» νοούνται η επικράτεια του, η γλώσσα του, ο πληθυσμός του και τα χαρακτηριστικά τους με την δική τους ιστορία, πολιτισμό και κληρονομιά, που είναι διακριτώς διαφορετικά από αυτά, που αναφέρονται στο άρθρο 7 πργφ. 2 (που αφορά στην χρήση των όρων από εμάς). Συνεπώς, η χρήση των δύο αυτών όρων από τους βόρειους γείτονές μας χαρακτηρίζει μόνον:
– την γεωγραφική επικράτεια του κράτους τους
– την γλώσσα των ιδίων ως πολιτών του κράτους τους
– τον πληθυσμό του κράτους τους, δηλαδή τους πολίτες αυτού με ιστορία, πολιτισμό και κληρονομιά, που περιορίζονται χρονικώς μόνο στην περίοδο που υπάρχει το συγκεκριμένο κράτος. Το μέγιστο δε χρονικώς διάστημα, στο βάθος του οποίου εκτείνονται η ιστορία, ο πολιτισμός και η κληρονομιά του κράτους αυτού, μπορούμε χαριστικώς να θεωρήσουμε ότι άρχισε το 1947, οπότε και ιδρύθηκε από τον Γιόζιπ Μπροζ Τίτο το κράτος της «Μακεδονίας» ως τμήμα της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας.
Αν όχι το 1991, οπότε και ιδρύθηκε το σύγχρονο Κράτος των γειτόνων μας με την Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας τους.
6) κατά το άρθρο 7 πργφ. 5 η Συμφωνία των Πρεσπών δεν αποσκοπεί να υποτιμήσει καθ’ οιονδήποτε τρόπο ή να αλλοιώσει ή να επηρεάσει την χρήση (εννοείται των όρων «Μακεδονία» και «Μακεδόνας») από τους πολίτες εκάστου συμβαλλομένου μέρους. Συνεπώς, δικαιούχοι της χρήσεως των όρων αυτών είναι:
– οι Έλληνες πολίτες, όπως προβλέπει η πργφ. 2 του άρθρου 7 και
– οι πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας, όπως προβλέπει η πργφ. 3 του άρθρου 7, οπότε αποκλείεται η χρήση των όρων αυτών από τους πολίτες του ενός συμβαλλομένου μέρους συμφώνως προς τον τρόπο χρήσεως των όρων αυτών από τους πολίτες του άλλου συμβαλλομένου μέρους. Αυτό σημαίνει με απλές λέξεις, ότι έλληνας πολίτης δεν μπορεί να χρησιμοποιεί τους όρους «Μακεδονία» και «Μακεδόνας» με το περιεχόμενο, που αναγνωρίζεται για τους «μακεδόνες» πολίτες και αντιστρόφως.
Από όλα τα παραπάνω, καθίσταται σαφές, ότι τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις εκάστου συμβαλλομένου μέρους αφορούν αποκλειστικώς τα κράτη και κυρίως τους πολίτες αυτών. Αυτό σημαίνει, ότι σε καμία περίπτωση τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις ενός συμβαλλομένου μέρους δεν ασκούνται από πολίτες του άλλου συμβαλλομένου μέρους. Αυτήν ακριβώς την ερμηνευτική άποψη υποστηρίζει και κατοχυρώνει και η ίδια η Συμφωνία των Πρεσπών:
1) με το άρθρο 4, πργφ. 2, βάσει του οποίου κάθε συμβαλλόμενο μέρος δεσμεύεται να μην προβαίνει σε οποιεσδήποτε αλυτρωτικές δηλώσεις ή να επιτρέπει αυτές, καθώς και να μην υιοθετεί οιεσδήποτε παρόμοιες δηλώσεις από εκείνους που φέρονται να δρουν για λογαριασμό ή για το συμφέρον του Μέρους.
2) με το άρθρο 6 πργφ. 2, εδάφιο β΄, το οποίο προβλέπει, ότι αν μια ιδιωτική οντότητα στο έδαφος ενός Μέρους εμπλακεί σε τέτοιου είδους δραστηριότητες (δηλαδή που κατά το άρθρο 6, πργφ. 2, εδάφιο α’ υποδαυλίζουν την βία, το μίσος, ή την εχθρότητα εναντίον του άλλου μέρους) εν αγνοία του εν λόγω Μέρους, αυτό το Μέρος, μόλις λάβει γνώση αυτών των ενεργειών, θα λάβει αμελλητί όλα τα απαραίτητα μέτρα που του παρέχει ο νόμος.
Έχοντας, λοιπόν, τα δεδομένα αυτά, ας δούμε την υπόθεσή μας. Πού λανθάνει λοιπόν το Κέντρο Μακεδονικής Γλώσσας:
Α. Η επωνυμία της ιστοσελίδας.
Η επωνυμία της ιστοσελίδας είναι «www.makedonski.gr», στα ελληνικά «Μακεδόνας». Είναι πράγματι περίεργο, ότι η επωνυμία της επίσημης ιστοσελίδας του «Κέντρου» δεν έχει καμία σχέση με την δραστηριότητα του, τουλάχιστον έτσι όπως αυτή εμφανίζεται στην επίσημη ιστοσελίδα του. Αντιθέτως, ως επωνυμία χρησιμοποιείται η εθνικότητα των πολιτών της γειτονικής χώρας. Ένα άλλο, επίσης περίεργο, είναι ότι η γλώσσα, που χρησιμοποιείται για την επωνυμία, είναι η γλώσσα του γειτονικού κράτους. Και όλα αυτά, έχοντας ως δεδομένο, ότι η ιστοσελίδα είναι ελληνική. Οπότε τώρα τίθεται το δεύτερο ερώτημα: Μπορεί ένα νομικό πρόσωπο, που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα, να έχει ως επωνυμία ιστοσελίδας την εθνικότητα ενός γειτονικού κράτους;
Από την στιγμή, που το υπό σύστασιν σωματείο εδρεύει στην Ελλάδα, τότε ως προς την χρήση του ονόματος «Μακεδονία» και «Μακεδόνας» θα εφαρμόσουμε την διάταξη του άρθρου 7 παράγραφος 2 της Συνθήκης των Πρεσπών. Κατά την διάταξη αυτή: «Όταν γίνεται αναφορά στο Πρώτο Μέρος (εννοείται η Ελλάδα), με αυτούς τους όρους νοούνται όχι μόνο η περιοχή και ο πληθυσμός της βόρειας περιοχής του Πρώτου Μέρους, αλλά και τα χαρακτηριστικά τους, καθώς και ο Ελληνικός πολιτισμός, η ιστορία, η κουλτούρα και η κληρονομιά αυτής της περιοχής από την αρχαιότητα έως σήμερα.»
Συμπέρασμα: Όποιος χρησιμοποιώντας τους δύο όρους («Μακεδόνας και Μακεδονία») τους συσχετίζει με την Ελλάδα – όπως πράττει το εν λόγω Σωματείο, αφού εδρεύει στην Ελλάδα – αυτομάτως εννοεί, ό,τι ακριβώς ορίζουμε και γνωρίζουμε εμείς οι Έλληνες – και όλη βεβαίως η παγκόσμια κοινότητα – ως «Μακεδονία» και «Μακεδόνας».
Το εννοεί όμως έτσι και το Σωματείο; Δεν το νομίζω. Και τούτο, διότι και μόνο η επωνυμία του ως «Κέντρο Μακεδονικής Γλώσσας» μας δίνει το στίγμα. Η χρήση των όρων γίνεται βάσει της διατάξεων του άρθρου 7 παράγραφος 2 της Συμφωνίας των Πρεσπών, που αφορά στην χρήση των όρων αυτών από το γειτονικό Κράτος, και όχι βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1, που αφορά στην χρήση τους από την Ελλάδα.
Άρα:
α) ή είναι εσφαλμένη η χρήση των όρων από το εδρεύον στην Ελλάδα Σωματείο, οπότε έχουμε παραβίαση των όρων του άρθρου 7 παράγραφος 1 της Συμφωνίας των Πρεσπών,
β) ή έχουμε ορθή χρήση των όρων βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 2, οπότε έχουμε χρήση, σύμφωνη με τις απόψεις του γειτονικού Κράτους.
Υπό αυτό το πρίσμα, το Δικαστήριο θα έπρεπε να απορρίψει το αίτημα για την σύσταση του Σωματείου, είτε με την πρώτη βάση είτε με την δεύτερη.
Η απόφαση του Δικαστηρίου θα ήταν ευχερέστερο να εκδοθεί απορριπτική, εάν το Δικαστήριο ελάμβανε υπόψιν και ένα άλλο γεγονός. Τις αναρτήσεις στο Facebook του πρώην Πρωθυπυργού Ζόραν Ζάεφ (4 Ιανουαρίου 2023) «Σήμερα περιμένουμε με ανυπομονησία την αναγνωρισμένη μακεδονική γλώσσα και τους καρπούς της Πρέσπας, όπως το άνοιγμα του Κέντρου Μακεδονικής Γλώσσας στην Ελλάδα» και του πρώην Υπουργού Εξωτερικών Νικόλα Δημητρώφ (29 Νοεμβρίου): «Συγχαίρω τους ιδρυτές του Κέντρου Μακεδονικής Γλώσσας στην Ελλάδα και όλους τους πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας και της Ελλάδας που χαίρονται για αυτή την όμορφη πράξη που είναι ιδιαίτερα σημαντική ως μια ακόμη επιβεβαίωση των στενών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών.
Ευχαριστώ τόσο τον πρώην όσο και τον νυν πρωθυπουργό, Τσίπρα και Μητσοτάκη, για την πίστη και τη δέσμευσή τους στην οικοδόμηση ειλικρινούς φιλίας και καλής γειτονίας». Ποιο είναι το ζήτημα, που εγείρουν οι δύο αυτοί πολιτικοί άνδρες με την κίνησή τους; Αυτό ακριβώς που ορίζει το άρθρο 6 παράγραφος 3 της Συμφωνίας των Πρεσπών: «Έκαστο Μέρος θα αποτρέπει και θα αποθαρρύνει ενέργειες, περιλαμβανομένων των προπαγανδιστικών, από ιδιωτικές οντότητες που πιθανόν υποδαυλίζουν τον σωβινισμό, την εχθρότητα, τον αλυτρωτισμό και τον αναθεωρητισμό σε βάρος του άλλου Μέρους».
Β. Η αρχική σελίδα του Σωματείου
Καταρχήν, στην αρχική σελίδα αλλά και σε κανένα άλλο σημείο της δεν υπάρχουν τα βασικά στοιχεία επικοινωνίας, δηλαδή τηλεφωνικός αριθμός και ταχυδρομική διεύθυνση. Υπάρχει μόνον ηλεκτρονική διεύθυνση.
Συνεπώς, άλλο ένα σημείο που δεν ερευνήθηκε, είναι ποια είναι τα στοιχεία αυτά και γιατί δεν δηλώνονται, ενώ θα έπρεπε. Και αυτό, διότι πώς θα διαπιστωθεί και εμπράκτως, ότι το «Κέντρο» αυτό εδρεύει στην Ελλάδα και μάλιστα στην Φλώρινα. Αν δηλαδή, κάποιος θέλει να έρθει σε διά ζώσης επικοινωνία με στελέχη του «Κέντρου», τι κάνει; Που τους βρίσκει; Πως μπορεί να μιλήσει μαζί τους;
Εύλογα ερωτήματα, δεν νομίζετε;
Περαιτέρω, στην αρχική σελίδα της ιστοσελίδας του Σωματείου (https://makedonski.gr/index.php?redirect=0) εμφανίζεται το banner «Το παρελθόν μας – το μέλλον μας… Μακεδονική γλώσσα».
Από την στιγμή όμως:
- i. που η μακεδονική γλώσσα είναι η γλώσσα των πολιτών του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας (άρθρο 1 πργφ. 3, εδ. γ΄).
- ii. που οι όροι «Μακεδόνας», «Μακεδονία» και αυτονοήτως και οι προερχόμενοι εξ αυτών επιθετικοί προσδιορισμοί χρησιμοποιούνται από τους Σκοπιανούς εντός του πλαισίου του άρθρου 7 πργφ. 3, δηλαδή εντός του πλαισίου της επικράτειας, της γλώσσας, του πληθυσμού και των χαρακτηριστικών τους, με τη δική τους ιστορία, πολιτισμό και κληρονομιά, διακριτώς διαφορετικά από αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 7 πργφ. 2, που αφορά στην Ελλάδα,
iii. που η γειτονική χώρα έχει παρελθόν – όπως προαναφέρθηκε – δηλαδή ιστορικό ορίζοντα υπάρξεως, το οποίο στην καλύτερη για τους γείτονες περίπτωση ανάγεται στο 1947, οπότε και ιδρύθηκε η Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας ως μέλος της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας, ή στην χειρότερη γι’ αυτό περίπτωση στο 1991, οπότε και έλαβε χώρα (την 8η Σεπτεμβρίου 1991) η διακήρυξη της ανεξαρτησίας της γειτονικής χώρας,
πώς υπάρχει αυτή η «μακεδονική γλώσσα» στην Ελλάδα και ακόμη περισσότερο έχει και παρελθόν; Τι παρελθόν μπορεί να έχει μία «γλώσσα», όταν η επίσημη ύπαρξη της μετρά λιγότερα από τριάντα δύο (32) χρόνια;
Είναι κάτι από περισσότερο σαφές, ότι το «Κέντρο Μακεδονικής γλώσσας» όταν αναφέρεται σε «παρελθόν» δεν εννοεί τα τριάντα δύο περίπου χρόνια από την ανεξαρτησία του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας αλλά τους αιώνες που διέρρευσαν από τον 8ο π.χ. αιώνα. Υπό αυτό όμως το πρίσμα, παραβιάζουν την Συμφωνία των Πρεσπών, και ειδικότερα την διάταξη του άρθρου 7 πργφ. 2, η οποία αναγνωρίζει αυτό το πλαίσιο χρήσεως των όρων «Μακεδόνας» και «Μακεδονία» και τους εξ αυτών προερχομένους όρους μόνο στην Ελλάδα και τους Έλληνες.
Αλλά δεν είναι μόνο το «παρελθόν». Είναι και το «μέλλον» της «Μακεδονικής γλώσσας»
Οπότε ερχόμαστε στο ερώτημα: Μα αφού οι αιτούντες την ίδρυση του «Κέντρου» αυτού είναι Έλληνες πολίτες, και το «Κέντρο Μακεδονικής Γλώσσας» έχει ελληνική ιστοσελίδα και εδρεύει στην Ελλάδα και ειδικότερα στην Φλώρινα, δεν δικαιούνται υπό αυτά τα δεδομένα να χρησιμοποιούν τους επίμαχους όρους ως Έλληνες βάσει του άρθρου 7 πργφ. 2 της Συμφωνίας των Πρεσπών και όχι βάσει του άρθρου 7 πργφ. 3 της ίδιας Συμφωνίας, που αφορά στην χρήση των όρων από τους πολίτες του γειτονικού κράτους;
Η απάντηση καταρχήν φαίνεται εύλογη και με θετικό περιεχόμενο, αν λάβει κανείς υπόψιν το τυπικό κριτήριο, δηλαδή ίδρυση σωματείου στην Ελλάδα από Έλληνες πολίτες. Όμως τα πάντα ανατρέπονται – και επανερχόμαστε την τετελεσμένη παραβίαση της Συμφωνίας των Πρεσπών – από τρία στοιχεία:
- το ότι η «Μακεδονική γλώσσα», που το «Κέντρο» αυτό διδάσκει – και μάλιστα on line – δεν έχει καμία σχέση με την γλώσσα του Φιλίππου και του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι οποίοι μιλούσαν Ελληνικά και όχι «Μακεδονικά».
- την αδιάψευστη ανάμειξη ορισμένων εκ των αιτούντων ως υποψηφίων με το κόμμα του «Ουράνιου Τόξου» το οποίο αυτοαποκαλείται (βλ. http://www.florina.org/) ως το πολιτικό κόμμα της «Μακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα». Έχουμε στην Ελλάδα τέτοια μειονότητα; Και μήπως η ύπαρξη και δραστηριοποίηση του συγκεκριμένου κόμματος είναι αντίθετο με την Συμφωνία των Πρεσπών; Εγώ ξέρω την απάντηση αλλά…
- τα μη αμφισβητήσιμα συγχαρητήρια του πρώην Πρωθυπουργού και του πρώην Υπουργού Εξωτερικών της γειτονικής χώρας προς τους αιτούντες για την ίδρυση του συγκεκριμένου «Κέντρου». Όμως η ενέργεια αυτή των δύο επιφανών πολιτικών ανδρών της γειτονικής χώρας δεν παραβιάζει την διάταξη του άρθρου 3 πργφ. 4, εδ. α΄ κατά την οποία: «Τα Μέρη δεσμεύονται να μην επιχειρούν, υποκινούν, υποστηρίζουν και/ ή ανέχονται οιεσδήποτε πράξεις ή δραστηριότητες μη φιλικού χαρακτήρα που στρέφονται κατά του άλλου Μέρους;
Και θα μου πείτε τώρα, γιατί είναι «μη φιλικού χαρακτήρα» δραστηριότητα η ίδρυση του «Κέντρου» αυτού; Γιατί το αποδεικνύουν οι σκοποί του, όπως θα δούμε αμέσως παρακάτω.
Γ. Οι σκοποί του «Κέντρου Μακεδονικής γλώσσας»
Συμφώνως προς την ιστοσελίδα του «Κέντρου» (https://makedonski.gr/mod/page/view.php?id=17) οι σκοποί του είναι οι εξής:
Πρώτος σκοπός είναι « διατήρηση και καλλιέργεια της Μακεδονικής γλώσσας στην Ελλάδα».
Για να δούμε, εάν ο σκοπός αυτός είναι νομικώς και πραγματικώς υλοποιήσιμος.
Όπως έχω ήδη προαναφέρει, βάσει της Συμφωνίας των Πρεσπών (άρθρο 3 πργφ. 1, εδ. γ΄) ότι «Μακεδονική γλώσσα» είναι η επίσημη γλώσσα του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας. Τούτο σημαίνει – επαναλαμβάνω – ότι η γλώσσα που χαρακτηρίζεται ως «Μακεδονική» είναι η γλώσσα που ομιλείται εντός των γεωγραφικών ορίων του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας και μόνο από τους πολίτες αυτού και αντιστρόφως ότι μόνο οι πολίτες του κράτους αυτού ομιλούν την «Μακεδονική γλώσσα». Ἀρα, δεν νοείται πολίτης άλλης χώρας πλήν της Βόρειας Μακεδονίας να ομιλεί γλώσσα, που να χαρακτηρίζεται ως «Μακεδονική».
Με αφετηρία, λοιπόν, τα παραπάνω δεδομένα, είναι νομικώς ανεπίτρεπτο και πρακτικώς αδύνατο να πραγματωθεί ένας σκοπός, όπως αυτός της διατηρήσεως και της καλλιέργειας της «Μακεδονικής γλώσσας» εκτός των ορίων του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας και εντός των γεωγραφικών ορίων της Ελλάδος, αφού βάσει της Συμφωνίας των Πρεσπών η γλώσσα αυτή υπάρχει μόνο εντός των γεωγραφικών ορίων του γειτονικού κράτους.
Πώς λοιπόν να διατηρήσεις μία γλώσσα και να την καλλιεργήσεις σε έναν τόπο, στον οποίο η γλώσσα αυτή δεν υφίσταται; Το αν οι ιδρυτές και τα τυχόν μέλη του συγκεκριμένου «Κέντρου» θεωρούν ότι η γλώσσα που ομιλούν είναι η «Μακεδονική», δυστυχώς πλανώνται πλάνην οικτράν. Η Συμφωνία των Πρεσπών τους «άδειασε» στην κυριολεξία. Η δε επιμονή τους σε μία τέτοια άποψη, απλώς παραβιάζει την εν λόγω Συμφωνία.
Δεύτερος σκοπός είναι «η υποστήριξη της εισαγωγής της μακεδονικής γλώσσας ως προαιρετικού μαθήματος σε δημόσια σχολεία και πανεπιστήμια στην Ελλάδα, ιδίως στις Περιφέρειες της Δυτικής Μακεδονίας, της Κεντρικής Μακεδονίας και της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης».
Έχοντας υπόψιν όσα ειπώθηκαν αμέσως παραπάνω σχετικώς με την «Μακεδονική γλώσσα» καθιστούν νομικώς και πραγματικώς μη εφαρμόσιμο τον σκοπό αυτόν. Παρά ταύτα, θα θεωρήσω χάριν της αναπτύξεως του θέματος, ότι είναι δυνατή η υλοποίηση του σκοπού αυτού. Οπότε γεννώνται τα εξής ερωτήματα:
α) γιατί να δεχθεί το ελληνικό κράτος να εισαγάγει μία γλώσσα, που ομιλείται σε ένα μικρό γεωγραφικώς και πληθυσμιακώς κράτος, όταν δεν έχει προβλέψει την διδασκαλία άλλων γλωσσών (π.χ. γερμανικά, ισπανικά), που ομιλούνται όχι μόνο σε μεγαλύτερα κράτη αλλά και σε περισσότερα του ενός.
β) γιατί η επιδίωξη της διδασκαλίας της γλώσσας αυτής να επικεντρώνεται σε δημόσια σχολεία και Πανεπιστήμια της Μακεδονίας και της Θράκης και όχι και της υπόλοιπης Ελλάδας; Γιατί, για παράδειγμα, να στερηθούν οι Κρητικοί ή οι Πελοποννήσιοι της εκμαθήσεως της συγκεκριμένης γλώσσας; Εύλογο το ερώτημα αλλά εξίσου εύκολη και αυτονόητη η απάντηση. Διότι, απλούστατα, ο βασίμως πιθανολογούμενος σκοπός δεν είναι αυτή καθεαυτή η διδασκαλία της συγκεκριμένης γλώσσας αλλά η μέσω αυτής προβολή προς τα έξω της υπάρξεως δήθεν «μακεδονικής» μειονότητας, η απόδειξη υπάρξεως της οποίας οδηγεί σε άλλα συμπεράσματα. Και αυτό απορρέει από τα «νομικά» μέσα, που απαριθμώνται παρακάτω και βάσει αυτών θα μπορέσουν να επιτευχθούν οι ανωτέρω σκοποί.
Ειδικότερα, το «Κέντρο» σκοπεύει να επιτύχει τους σκοπούς του για την διατήρηση και καλλιέργεια της ανύπαρκτης εκτός των συνόρων της Βόρειας Μακεδονίας «Μακεδονικής γλώσσας ιδίως:
1) μέσω της παραγωγής διδακτικού υλικού, και οτιδήποτε άλλο συμβάλλει στην προώθηση και διάδοση της μακεδονικής γλώσσας στην Ελλάδα.
Το ζήτημα που εγείρεται στο μέσο αυτό επιτεύξεως των σκοπών του «Κέντρου» είναι, κατά πόσον ένας ιδιωτικός φορέας έχει αρμοδιότητα να παράγει «διδακτικό υλικό» και «οτιδήποτε άλλο συμβάλλει στην προώθηση και διάδοση της μακεδονικής γλώσσας στην Ελλάδα»; Δεν είναι αυτό το ζήτημα αρμοδιότητα του Υπουργείου Παιδείας; Πολλώ δε μάλλον, όταν η εξυπηρέτηση του σκοπού αυτού θα έχει ως αντικειμενικό στόχο τα δημόσια σχολεία και τα δημόσια πανεπιστήμια; Και όταν το άρθρο 16 πργφ. 2 του Συντάγματος ορίζει ότι: «H παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Kράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Eλλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες»; Συνεπώς, ο σκοπός αυτός είναι μη νόμιμος και κατ’ αναπόδραστο τρόπο μη πραγματοποιήσιμος.
2) μέσω της οργάνωσης της διδασκαλίας της μακεδονικής γλώσσας σε πολίτες της Ελλάδας, ιδίως στις Περιφέρειες της Δυτικής Μακεδονίας, της Κεντρικής Μακεδονίας και της Ανατολικής Μακεδονίας, όπου ομιλείται η Μακεδονική γλώσσα.
Και αυτός ο σκοπός είναι μη πραγματοποιήσιμος για τους εξής λόγους:
Καταρχήν, κατά την ιστοσελίδα τους και προφανώς και το καταστατικό τους, η οργάνωση και η διδασκαλία της «μακεδονικής γλώσσας» θα απευθύνεται όχι στους πολίτες της Ελλάδας αλλά σε πολίτες της Ελλάδας. Συνεπώς, η εκπλήρωση του σκοπού αυτού δεν απευθύνεται σε όλους τους Έλληνες αλλά στοχευμένως σε ορισμένους εξ ημών. Οπότε τίθεται το ερώτημα: Σε ποιους Έλληνες αφορά; Αφορά ιδίως στους Έλληνες που κατοικούμε στην Μακεδονία και στην Θράκη, δηλαδή στις περιοχές που κατά το «Κέντρο Μακεδονικής Γλώσσας» ομιλείται η «μακεδονική γλώσσα».
Ναι, αλλά κατά την Συμφωνία των Πρεσπών, και θα το επαναλάβω ακόμη μία φορά, η «μακεδονική γλώσσα» ομιλείται μόνο εντός της επικράτειας του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας και μόνο από τους πολίτες του κράτους αυτού. Αυτή είναι η γλώσσα τους και έτσι ονομάζεται. Οπότε, πώς μιλούν την γλώσσα αυτή και Έλληνες πολίτες, αφού εξ ορισμού το γεγονός αυτό αποκλείεται από την Συμφωνία των Πρεσπών; Συνεπώς, και αυτός ο σκοπός ως παράνομος δεν είναι και πραγματοποιήσιμος.
3) Μέσω της συνεργασίας του συλλόγου με άλλους συλλόγους που έχουν κοινούς στόχους, με την τοπική αυτοδιοίκηση και άλλους ειδικευμένους δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς.
Τέλος, και αυτός ο σκοπός είναι μη πραγματοποιήσιμος. Και αυτό διότι για την εκπλήρωση των σκοπών για την ανύπαρκτη νομικώς και πραγματικώς στην Ελλάδα «μακεδονική γλώσσα» απαιτείται συνεργασία με άλλους ομοειδείς συλλόγους, με την τοπική αυτοδιοίκηση και ειδικευμένους ιδιωτικούς και δημόσιους φορείς. Αυτές όμως οι νομικές οντότητες, εξ όσων γνωρίζω, δεν υφίστανται στην Ελλάδα, οπότε απορώ, πώς θα εκπληρωθούν με τον ανωτέρω τρόπο οι σκοποί του «Κέντρου».
Εκτός, αν η ίδρυση του εν λόγω «Κέντρου» θα αποτελέσει την αφετηρία, για να ξεπηδήσουν και άλλοι τέτοιοι Σύλλογοι σε όλη την Μακεδονία και την Θράκη, με το ίδιο ακριβώς καταστατικό και τους ίδιους σκοπούς. Και όχι βεβαίως στην Κρήτη ή στα Επτάνησα για παράδειγμα.
Κατόπιν των ανωτέρω, είναι κάτι παραπάνω από σαφές, ότι η ίδρυση ενός τέτοιου «Κέντρου» συνιστά – ας μου επιτραπεί η έκφραση – καραμπινάτη περίπτωση αντιθέσεως προς την ελληνική έννομη τάξη, ιδίως δε προς την Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία δεσμεύει και το γειτονικό κράτος.
Αυτό σημαίνει, ότι συμφώνως προς το άρθρο 6 πργφ. 2 της Συμφωνίας των Πρεσπών, το οποίο ορίζει ότι: «Έκαστο Μέρος θα λάβει αμελλητί αποτελεσματικά μέτρα για να αποθαρρύνει και να αποτρέπει οποιεσδήποτε πράξεις από ιδιωτικές οντότητες που πιθανόν υποδαυλίζουν την βία, το μίσος ή την εχθρότητα εναντίον
του άλλου μέρους», θα πρέπει:
α) η μεν Ελλάδα θα πρέπει να λάβει πρωτοβουλία για την εξάλειψη εν τη γενέσει του αυτού του φαινομένου, συμπληρωματικώς προς την νομικώς και πραγματικώς βάσιμη και θαρραλέα δικονομική παρέμβαση στο θέμα της Εισαγγελέως Πρωτοδικών Φλωρίνης. Έτσι, ώστε να αποτρέψει την δημιουργία δυσαρέσκειας και εντάσεως μεταξύ των Ελλήνων Πολιτών και κατά της γειτονικής χώρας, η οποία δυσαρέσκεια και ένταση υπό τις παρούσες συνθήκες δεν θα ήταν αβάσιμη.
β) η δε γειτονική χώρα να φροντίσει, ώστε να ανακληθούν τα συγχαρητήρια των δύο επιφανών πολιτικών ανδρών της, που δόθηκαν επ’ αφορμή της εγκρίσεως της αιτήσεως για την ίδρυση του εν λόγω «Κέντρου».
Και ίσως είναι καιρός, να επικεντρώσουμε – μέχρι νεωτέρας – την προσοχή μας στην ορθή εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών, εντός του πλαισίου των διατάξεων τόσο της συγκεκριμένης Συμφωνίας όσο και της Συμβάσεως της Βιέννης του 1981 «Για το δίκαιο των Συνθηκών μεταξύ των Κρατών και Διεθνών Οργανισμών ή μεταξύ Διεθνών Οργανισμών».
Διότι λόγος ακυρώσεως της Συμφωνίας μπορεί να μην υπάρχει αλλά λόγος καταγγελίας της για πλημμελή εφαρμογή της……
Ας αναμένουμε, λοιπόν, την απόφαση του Πρωτοδικείου Φλωρίνης, διότι δυστυχώς είμαι σίγουρος, ότι το θέμα δεν θα τελειώσει εδώ.
*Ο Δρ. Αναστάσιος Βαβούσκος είναι Δικηγόρος, Άρχων Ασηκρήτης του Οικουμενικού Πατριαρχείου