Η Βρετανία ζήτησε σήμερα μια νέα συμφωνία από την Ευρωπαϊκή Ένωση που θα διέπει το μετά το Brexit εμπόριο και περιλαμβάνει τη Βόρεια Ιρλανδία.
Φρόντισε όμως να μην τραβήξει το σχοινί και να μην εγκαταλείψει μονομερώς αυτό τη συμφωνία για τη μετά Brexit εποχή παρά το γεγονός πως η Βρετανία υποστηρίζει πως οι όροι της έχουν παραβιαστεί.
Το πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας συμφωνήθηκε από τη Βρετανία και την Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο της συμφωνίας του Brexit του 2020 και επικυρώθηκε τέσσερα χρόνια αφότου οι Βρετανοί ψηφοφόροι τάχθηκαν σε δημοψήφισμα υπέρ του διαζυγίου.
Στόχος του ήταν να επιλυθεί ο μεγαλύτερος γρίφος του διαζυγίου: το πώς να προστατευθεί η ενιαία αγορά της ΕΕ αλλά επίσης και αποφευχθούν τα χερσαία σύνορα μεταξύ της βρετανικής επαρχίας και της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας, η παρουσία των οποίων πολιτικοί όλων των παρατάξεων φοβούνται ότι μπορεί να τροφοδοτήσει τη βία που εν πολλοίς τερματίστηκε από την ειρηνευτική συμφωνία του 1998.
Το πρωτόκολλο ουσιαστικά προέβλεπε ελέγχους σε προϊόντα μεταξύ της βρετανικής νήσου και της Βόρειας Ιρλανδίας, αλλά αυτοί οι έλεγχοι αποδείχθηκαν δύσκολοι για τις επιχειρήσεις και ανάθεμα για τους ‘ενωτικούς’ που υποστηρίζουν ένθερμα να παραμείνει η επαρχία τμήμα του Ηνωμένου Βασιλείου.
«Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε ως έχει», δήλωσε στο Κοινοβούλιο ο αρμόδιος υπουργός για το Brexit Ντέιβιντ Φροστ, λέγοντας ότι υπάρχει δικαιολογία για επίκληση του Άρθρου 16 του πρωτοκόλλου, που επιτρέπει σε κάθε μία από τις δύο πλευρές να προχωρήσει σε μονομερείς ενέργειες για να απαλλαχθεί από τους όρους του στην περίπτωση που από τη συμφωνία ανακύψει απρόσμενη αρνητική επίπτωση.
«Είναι σαφές ότι υπάρχουν οι συνθήκες για να δικαιολογούν τη χρήση του Άρθρου 16. Ωστόσο… καταλήξαμε ότι δεν είναι ακόμα η σωστή στιγμή για να το πράξουμε αυτό».
«Βλέπουμε μια ευκαιρία να προχωρήσουμε διαφορετικά, να βρούμε μια νέα πορεία για να επιδιώξουμε να συμφωνήσουμε με την ΕΕ μέσω διαπραγματεύσεων, μια νέα ισορροπία στις ρυθμίσεις μας που καλύπτουν τη Βόρεια Ιρλανδία, προς όφελος όλων».