Οι Σκοπιανοί νιώθουν την πίεση του διαλυτικού αλβανικού παράγοντα και θέλουν άμεσα λύση στο ζήτημα της ονομασίας για να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ αλλιώς θεωρούν ότι η χώρα τους θα αντιμετωπίσει άμεσα ένα «μοιραίο σενάριο»
«Η Τρίτη είναι η κρίσιμη ημέρα για το λιώσιμο του πάγου στις συνομιλίες Αθήνας-Σκοπίων», έγραφε σε δημοσίευμά της η σκοπιανή εφημερίδα NEZAVISEN VESNIK, προσθέτοντας η ίδια ότι «αυτό το τρένο δεν πρέπει να χαθεί, γιατί σε αντίθετη περίπτωση η “Μακεδονία” και η περιοχή θα βρεθούν αντιμέτωπες με μοιραία σενάρια».
Η σκοπιανή εφημερίδα σημειώνει ότι η συνάντηση του Μάθιου Νίμιτς με τους εκπροσώπους των δύο πλευρών, Αδαμάντιο Βασιλάκη και Βάσκο Ναούμοφσκι, δεν πραγματοποιείται στην Νέα Υόρκη, ως συνήθως, αλλά στις Βρυξέλλες καθώς τα Σκόπια επιθυμούν την άμεση ένταξή τους και στην ΕΕ.
«Οι δηλώσεις Ελλήνων αξιωματούχων τις προηγούμενες εβδομάδες, μεταξύ των οποίων και του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, “παρακάμπτουν” το θέμα του ονόματος, όπως αυτό προωθήθηκε την τελευταία δεκαετία, δηλαδή ως ένα θέμα ταυτότητας που επικεντρώνεται κυρίως στο όνομα του κράτους, της γλώσσας και του έθνους, δημιουργώντας την εντύπωση ότι αναζητείται κάποιο υποκατάστατο λύσης στο όνομα του αεροδρομίου και του αυτοκινητοδρόμου, στα μνημεία και την διαδικασία εξαρχαϊσμού», γράφει η εφημερίδα και συνεχίζει:
«Τον δρόμο για αυτή τη συνάντηση στις Βρυξέλλες τον άνοιξε η διαφορετική ρητορική εκ μέρους της “Μακεδονίας”, η οποία για την ώρα ταιριάζει με την ρητορική της Αθήνας.
»Το πρώτο τεστ, όπου θα διαπιστωθεί αν πρόκειται για απλή ρητορική της ελληνικής πλευράς ή για πραγματική πρόθεση επίλυσης του θέματος της ονομασίας, δεν θα είναι το τι θα συμβεί στις συνομιλίες των Βρυξελλών, αλλά το αν θα υλοποιηθεί η εξαγγελία Ζάεφ για συνάντηση με τον Τσίπρα στην Αθήνα στις αρχές του νέου έτους», σημειώνει το δημοσίευμα.
Η ανάλυση της εφημερίδας βέβαια προκαλεί ανησυχία καθώς οποιαδήποτε λύση που θα περιλαμβάνει παράγωγο του ονόματος «Μακεδονία» δεν μπορεί να είναι αποδεκτή και θεωρούμε λαθεμένη την εξωτερική πολιτική της χώρας που τόσα χρόνια συζητούσε πάνω στην βάση μιας σύνθετης ονομασίας.
Είναι σαφές ότι οι Σκοπιανοί βιάζονται όσο ποτέ. Δεν πρέπει να χαθεί η ευκαιρία αυτή, μπορούμε να πιέσουμε και να «αποδεσμεύσουμε» δια παντός το κράτος αυτό από την ελληνική Ιστορία και Ταυτότητα τις οποίες συστηματικά και μεθοδικά επιχείρησε και επιχειρεί να υφαρπάξει.
Είναι ζήτημα ταυτότητας, γλώσσας και έθνους. Δεν πρόκειται απλά για κάποιο αεροδρόμιο ή κάποια εθνική οδό.
Η εφημερίδα κάνει σαφή αναφορά στην εξασθένηση της ισχύος του εθνικιστικού κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης VMRO-DPMNE, καθώς και η ενασχόλησή του με την εσωκομματική του κατάσταση, «γεγονός που δεν επιτρέπει στο κόμμα αυτό να ξοδέψει ενέργεια για την παρεμπόδιση της λύσης», με αποτέλεσμα μοναδικός αντίπαλος της εξεύρεσης λύσης αυτή τη στιγμή να παρουσιάζεται η διασπορά των Σκοπιανών.
Σημειώνεται ότι ο Νίκολα Γκρουέφσκι παραιτήθηκε από την ηγεσία του κόμματος και παύει πλέον να αποτελεί απειλή για την ελληνική Ιστορία
Ο αναλυτής Αγκίμ Γιονούζ μιλώντας στη NEZAVISEN VESNIK σημειώνει ότι η ΠΓΔΜ πρέπει να λύσει το θέμα του ονόματος, επειδή η σημερινή συγκυρία συνιστά «το τελευταίο τρένο» προκειμένου η χώρα να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και να ξεκινήσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την ΕΕ.
Αν η ΠΓΔΜ δεν αξιοποιήσει αυτήν την ευκαιρία, θα υπάρχουν μοιραίες και τραγικές συνέπειες για την χώρα και την περιοχή, προειδοποιεί ο Γιονούζ.
Από την πλευρά του ο Αντρέα Στόικοφσκι του Κέντρου Ευρωπαϊκών Σπουδών στα Σκόπια εκφράζει την πεποίθησή του ότι το θέμα του ονόματος μπορεί να λυθεί το πρώτο εξάμηνο του 2018 και σημειώνει ότι η κυβέρνηση Ζάεφ έχει την ευκαιρία να κάνει την πΓΔΜ “success story” – «μία μικρή, σύγχρονη χώρα, όπου ο ηγέτης σκέφτεται το μέλλον και είναι έτοιμος να θυσιάσει μέρος της δημοτικότητάς του για την επίτευξη των κρατικών σκοπών».
Ο Στόικοφσκι προσθέτει ότι «αν οι δύο πλευρές δεν καταλήξουν σε λύση, αυτό δεν θα είναι η τελευταία ευκαιρία, ωστόσο η επίλυση του θέματος θα καταστεί ακόμα δυσκολότερη, καθώς η απογοήτευση θα οδηγήσει σε ανάκαμψη του εθνικισμού, ζημιώνοντας τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών».