Ο Μπουγιάρ Οσμάνι επισήμανε ότι είναι σημαντικό να επιταχυνθούν οι διαδικασίες κύρωσης του πρωτοκόλλου ένταξης των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, από τις χώρες- μέλη της Συμμαχίας.
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης των Σκοπίων , αρμόδιος για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις, είχε συναντήσεις με μέλη του Κογκρέσου και της Γερουσίας στην Ουάσινγκτον. Από τις συνομιλίες ανέφερε ότι διαπίστωσε ότι υπάρχει πολιτική βούληση για την επίσπευση της διαδικασίας που σχετίζεται με την επικύρωση του πρωτοκόλλου ένταξης της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ. Εκτίμησε πως ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα δημιουργήσει μια δυναμική που θα επηρεάσει και τα άλλα κράτη μέλη της συμμαχίας για να επιταχύνουν τις δικές τους ψηφοφορίες.
«Εχοντας κατά νου τις απειλές από διάφορα κέντρα της Ανατολής, είναι πολύ σημαντικό να επιταχύνουμε τις διαδικασίες. Δεν φοβάμαι ότι η διάθεση στα κράτη μέλη θα αλλάξει όσον αφορά την υποστήριξη τους για την ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ. Αλλά κάθε μέρα περισσότερο που εκκρεμεί η διαδικασία δίνει μια επιπλέον ημέρα σε όσους θέλουν να υπονομεύσουν την διαδικασία», δήλωσε ο Οσμάνι, σύμφωνα με το ΑΠΕ.
Ο Μπουγιάρ Οσμάνι χαρακτήρισε την Ελλάδα αρχιτέκτονα της πολιτικής για την ευρωατλαντική ολοκλήρωση των Δυτικών Βαλκανίων, μιλώντας στο think tank German Marshall Fund στην Ουάσινγκτον. Εξέφρασε την βεβαιότητα πως η εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών θα δημιουργήσει μια στρατηγική εταιρική σχέση ανάμεσα στις δύο χώρες και ως εκ τούτου εκτίμησε ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να θέσει αθέμιτα εμπόδια στην ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας του.
«Θέλουμε η Ελλάδα να αποτελέσει την δάδα που θα οδηγήσει την περιοχή στην ΕΕ. Στη Θεσσαλονίκη το 2003 υιοθετήθηκε η ατζέντα της Θεσσαλονίκης, η οποία καθιέρωσε την ιδέα ότι τα (κράτη στα) Δυτικά Βαλκάνια πρέπει να γίνουν μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό, λοιπόν, είναι ένα αυθεντικό ελληνικό πρόγραμμα και δεν βλέπω ότι κάποια μελλοντική κυβέρνηση θα αντιταχθεί στο εθνικό συμφέρον της Ελλάδας, το οποίο είναι η περιοχή μας να γίνει μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ», ανέφερε.
Ο Οσμάνι έκανε ιδιαίτερη αναφορά στη θετική ατζέντα των Πρεσπών και σημείωσε ότι η ανάπτυξη της στρατηγικής σχέσης υπερβαίνει τις πολιτικές των κομμάτων και συνιστά εχέγγυο για τη βιωσιμότητα της συμφωνίας αλλά και την ευρωπαϊκή προοπτική των Σκοπίων.
«Η συμφωνία έχει περισσότερες από 20 σελίδες και μόνο δύο ή τρεις σελίδες ασχολούνται με το θέμα του ονόματος. Οι υπόλοιπες σελίδες ασχολούνται με τη στρατηγική εταιρική σχέση και τους τομείς στους οποίους θα συνεργαστούμε και θα υποστηρίζουμε ο ένας τον άλλον: στη διαδικασία της ευρωατλαντικής ολοκλήρωσης, στην εκπαίδευση, στην υγεία, στην άμυνα κλπ.», σημείωσε και έφερε ως παράδειγμα το γεγονός ότι το εμπόριο ανάμεσα στις δύο χώρες έχει αυξηθεί κατά 20% από την ημέρα που υπογράφηκε η συμφωνία.
Οσο για την υλοποίηση της συμφωνίας, τόνισε ότι είναι σημαντικό και οι δύο κυβερνήσεις να έχουν μια «θετική προσέγγιση» σε αυτή τη διαδικασία, λέγοντας πως αν τυχόν προκύψουν ορισμένα μικρά προβλήματα πρέπει να λυθούν «στο πλαίσιο της φιλίας και της στρατηγικής εταιρικής σχέσης» που έχει αρχίσει να οικοδομείται ανάμεσα στις δύο χώρες