Τα κρούσματα στην Ευρώπη παρουσιάζουν ραγδαία άνοδο ενώ περισσότεροι από 102.000 άνθρωποι έχουν νοσήσει και πάνω από 3.500 έχουν χάσει τη ζωή από τον κορονοϊό μέχρι τα μεσάνυχτα του Σαββάτου.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) ανακοίνωσε ότι τα κρούσματα κορονοϊού εκτός Κίνας έχουν ξεπεράσει τα 20.000, με τη συντριπτική πλειονότητα των κρουσμάτων και των θανάτων να έχει καταγραφεί στην Κίνα, αλλά οι αριθμοί αυξάνονται σε άλλες χώρες, όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ.
Η Ιταλία έχει το δεύτερο μεγαλύτερο αριθμό θανάτων με 233, ακολουθεί το Ιράν με 124 και η Νότια Κορέα με 42.
Η Κολομβία, η Κόστα Ρίκα, η Καμπότζη, η Μάλτα, η Μολδαβία, η Παραγουάη και οι Μαλβίδες ανακοίνωσαν χθες τα πρώτα τους κρούσματα.
Η επιταχυνόμενη εξάπλωση του ιού θεωρείται «πολύ ανησυχητική», όπως επισημαίνει ο ΠΟΥ, ενώ οι νέες μολύνσεις μόνο το Σάββατο στην Ιταλία ανήλθαν πάνω από 1.000, στην Γαλλία άνω των 300 και 150 στην Γερμανία και μέσα σε ένα 24ωρο στο Ιράν καταγράφηκαν περισσότερα από 1.000 κρούσματα και 448 επιπλέον άνθρωποι στην Νότια Κορέα μολύνθηκαν, όπως ανακοίνωσαν χθες οι αρχές των χωρών.
Παράλληλα, η Αμερικανική Στρατιωτική Διοίκηση της Ευρώπης επιβεβαίωσε χθες το πρώτο κρούσματα του κορονοϊού ανάμεσα σε Αμερικανούς στρατιώτες που βρίσκονται στην Ευρώπη και πρόκειται για έναν ναύτη του Αμερικανικού Ναυτικού σε βάση στην Νάπολη.
Σε «μαύρο κύκνο» για τις διεθνείς αγορές αλλά και για το ελληνικό χρηματιστήριο αναδεικνύεται για το 2020 ο νέος κορωνοϊός, η ραγδαία εξάπλωση του οποίου σκορπίζει μεγάλες αβεβαιότητες για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει στην πορεία της παγκόσμιας οικονομίας.
«Θύμα» του κορωνοϊού και το Χρηματιστήριο Αθηνών, στο οποίο από την περασμένη Δευτέρα «χάθηκαν» περίπου 7 δισ. ευρώ σε επίπεδο κεφαλαιοποίησης, ενώ ο Γενικός Δείκτης υποχώρησε σε χαμηλά εννεαμήνου, στα χαμηλότερα επίπεδα από τη συνεδρίαση της 24ης Μαΐου 2019, καταγράφοντας μέσα σε μόλις τέσσερις συνεδριάσεις συνολικές απώλειες 13,91%.
Αρχικά οι διεθνείς αγορές αγνόησαν τον κορωνοϊό και μάλιστα συνέχιζαν το ράλι τους καταγράφοντας ιστορικά υψηλά, μέχρι που η ραγδαία εξάπλωση του ιού – ειδικά μετά το χτύπημα στη βόρεια Ιταλία – δημιούργησε αστάθεια και αβεβαιότητες με αποτέλεσμα να «κοκκινίζουν» οι δείκτες ο ένας μετά τον άλλον, παρά τη μικρή ανάσα της 3ης Μαρτίου.
Καθησυχάζουν οι G7
Στο πλαίσιο αυτό, οι υπουργοί Οικονομικών και οι κεντρικοί τραπεζίτες των χωρών της ομάδας των ισχυρών 7 (G7) ανακοίνωσαν την Τρίτη ότι θα χρησιμοποιήσουν όλα τα απαραίτητα εργαλεία πολιτικής για να πετύχουν ισχυρή, βιώσιμη ανάπτυξη και να θωρακιστούν απέναντι στους κινδύνους από το ξέσπασμα του κορωνοϊού.
Σε κοινή τους ανακοίνωση έπειτα από τηλεδιάσκεψη ανέφεραν ότι είναι έτοιμοι να λάβουν μέτρα, συμπεριλαμβανομένων και δημοσιονομικών μέτρων όπου κρίνεται απαραίτητο, ενώ οι κεντρικές τράπεζες θα συνεχίσουν να εργάζονται για να στηρίζουν τη σταθερότητα των τιμών και την οικονομική ανάπτυξη. Δήλωσαν ότι είναι έτοιμοι να συνεργαστούν περαιτέρω για «έγκαιρα και αποτελεσματικά μέτρα», χωρίς όμως να ζητήσουν νέες δαπάνες από τις κυβερνήσεις ούτε συντονισμένες μειώσεις επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες.
«Δεδομένου του πιθανού αντίκτυπου του Covid-19 στην παγκόσμια ανάπτυξη, επαναβεβαιώνουμε τη δέσμευσή μας να χρησιμοποιήσουν όλα τα κατάλληλα εργαλεία πολιτικής για να πετύχουμε ισχυρή, βιώσιμη ανάπτυξη και να προστατευθούμε απέναντι στους καθοδικούς κινδύνους» αναφέρεται στην κοινή ανακοίνωση των χωρών των G7 – ΗΠΑ, Βρετανία, Καναδάς, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία και Ιαπωνία.
Η ομάδα των G7 χαιρέτισε επίσης τη δέσμευση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Παγκόσμιας Τράπεζας και άλλων διεθνών φορέων να βοηθήσουν τα κράτη – μέλη να αντιμετωπίσουν την ανθρώπινη τραγωδία και τις οικονομικές προκλήσεις που τίθενται από την εξάπλωση του ιού.
Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν και ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ Τζερόμ Πάουελ προήδρευσαν της τηλεδιάσκεψης, η οποία αποτύπωσε ξεκάθαρα τη σημαντική κλιμάκωση των ανησυχιών από τις 22 Φεβρουαρίου, όταν οι αξιωματούχοι συζήτησαν την επιδημία διά ζώσης στο περιθώριο της συνεδρίασης της ομάδας των 20 (G20) στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας, αλλά δεν εξέδωσαν ανακοίνωση.
Το μόνο σίγουρο είναι πως η επιδημία του νέου ιού – πριν ακόμα εξελιχθεί σε πανδημία, σύμφωνα με την κλίμακα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας – οδηγεί την παγκόσμια οικονομία στη χειρότερη επιβράδυνσή της μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, όπως προειδοποίησε ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), καλώντας τις κυβερνήσεις και τις κεντρικές τράπεζες να θωρακιστούν για να αποφύγουν μια ακόμα μεγαλύτερη επιβράδυνση.
Το αχαρτογράφητο των δεδομένων – παρά την όποια μικρή ανάκαμψη έχει σημειωθεί τις τελευταίες μέρες – καθιστά δυσχερέστατη οποιαδήποτε βραχυχρόνια πρόβλεψη για τη χρονική περίοδο που θα απαιτηθεί, για να ξεπεραστεί αυτή η άσχημη κατάσταση στις παγκόσμιες χρηματαγορές.
Η εξάπλωση του κορωνοϊού μπορεί να αποδειχθεί «ένας μαύρος κύκνος», πιο ισχυρός από ό,τι η παγκόσμια οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2008-2009, σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης Μoody’s. Μια διόρθωση 20% με 30% στις διεθνείς αγορές θεωρείται εύλογη πτώση διεθνώς εάν η επιδημία εξαπλωθεί και προσλάβει παγκόσμια χαρακτηριστικά.
Στην κόψη του ξυραφιού η Ιταλία
Σε ευρωπαϊκό έδαφος ο κορωνοϊός έχει χτυπήσει κατά κύριο λόγο τη βόρεια Ιταλία, η οποία μετράει έως τώρα πάνω από 21 θύματα από τον ιό, ενώ η ακύρωση του διάσημου καρναβαλιού της Βενετίας φαίνεται να δημιούργησε κενό στα τουριστικά έσοδα της περιοχής.
Ειδική μελέτη του ινστιτούτου Ref Ricerche υποστηρίζει ότι, εξαιτίας των συνεπειών της κατάστασης συναγερμού για τον κορωνοϊό, το ΑΕΠ της Ιταλίας θα μειωθεί από 1% μέχρι 3% τα πρώτα δύο τρίμηνα της φετινής χρονιάς, δηλαδή πρόκειται να χαθούν 9 – 27 δισ. ευρώ. Όπως υπενθυμίζεται, μόνο οι περιφέρειες της Λομβαρδίας και του Βένετο, οι οποίες έχουν πληγεί από τον ιό, παράγουν το 31% του Εγχώριου Ακαθάριστου Προϊόντος της χώρας.
Παράλληλα η ιταλική κυβέρνηση αποφάσισε την προηγούμενη εβδομάδα να αναβάλει τις πληρωμές λογαριασμών, φόρων και ενσήμων για τους κατοίκους που βρίσκονται σε απομόνωση εξαιτίας του ιού, στην περιοχή κοντά στο Λόντι της Λομβαρδίας, ενώ έχει προβλέψει επίσης και ειδική στήριξη του τουριστικού τομέα και των εξαγωγών, που «υποφέρουν» λόγω της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης.
Το σενάριο για Ελλάδα
Σύμφωνα με το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο (ΕΔΣ), η Ελλάδα απομακρύνεται πιθανώς σημαντικά από τον στόχο για αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,8% το 2020, γεγονός που θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις στα δημοσιονομικά αποτελέσματα.
Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να αναζητηθούν «μαξιλάρια» για τον προϋπολογισμό για τυχόν έκτακτες δαπάνες (π.χ. στον τομέα της υγείας), όπως πιθανώς αξιοποίηση μέρους των ταμειακών αποθεμάτων ασφαλείας, αλλά και έγκαιρη συνεννόηση με τους θεσμούς για συμφωνία ρήτρας διαφυγής (escape clause), ώστε μία ελεγχόμενη απόκλιση από τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ να μην οδηγήσει σε περιοριστικά δημοσιονομικά μέτρα τα οποία θα επιδεινώσουν περαιτέρω τη μακροοικονομική κατάσταση στην Ελλάδα.