Ανησυχητικά φαινόμενα στην Κίνα, τα οποία πιθανόν να κάνουν την εμφάνισή τους και στην Ευρώπη. Η κυβέρνηση της Κίνας κατηγοριοποιεί τους πολίτες μέσω μίας υποχρεωτικής εφαρμογής και βάση αυτής τους περιορίζει τ ασημεία που μπορούν να επισκεφτούν και ποια όχι, δημιουργώντας ουσιαστικά πολίτες 1ης, 2ης & 3ης κατηγορίας.
H Γουχάν, απ’ όπου ξεκίνησε η πανδημία του νέου κορωνοϊού, βγήκε την περασμένη εβδομάδα από την καραντίνα, αλλά για να προχωρήσει σ’ αυτό το βήμα οι κινεζικές Αρχές επιστράτευσαν προηγουμένως μια εφαρμογή παρακολούθησης, βάσει της οποίας αποφασίζεται ποιοι πολίτες μπορούν να εισέλθουν και να βγουν από την περιοχή.
Η Κίνα έχει αρχίσει να παρακολουθεί πολλούς από τους πολίτες της με ένα λογισμικό που αναλύει τα προσωπικά τους δεδομένα προκειμένου να τους κατατάξει σε χρωματικές κατηγορίες -κόκκινη, κίτρινη ή πράσινη – ανάλογα με την κατάσταση της υγείας τους και το επίπεδο κινδύνου διασποράς του νέου κορωνοϊού, που αντιπροσωπεύουν, την ώρα που τα κρούσματα έχουν μειωθεί σε διψήφια νούμερα στη χώρα.
Η εφαρμογή αυτή βοήθησε την κυβέρνηση να χαλαρώσει το lockdown στις περισσότερες περιοχές της χώρας σε μια προσπάθεια επανεκκίνησης της κινεζικής οικονομίας, αλλά εντείνονται οι ανησυχίες μήπως το προσωρινό αυτό μέτρο λάβει μόνιμο χαρακτήρα, ενώ υπέρμαχοι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ανά την υφήλιο εκφράζουν φόβους μήπως το Πεκίνο χρησιμοποιεί την κρίση δημόσιας υγείας ως πρόφαση για να επεκτείνει τα μέτρα παρακολούθησης στον πληθυσμό.
«Από τη σκοπιά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πρόκειται για κάτι τρομακτικό. Είναι άλλος ένας τρόπος συγκέντρωσης πληροφοριών για τους ανθρώπους που πιθανώς θα χρησιμοποιηθούν χωρίς νομική βάση εναντίον τους», σημειώνει η επικεφαλής του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την Κίνα, Σόφι Ρίτσαρντσον.
Πως λειτουργεί η εφαρμογή με τους κωδικούς QR
Οι Αρχές ζήτησαν από πολίτες σε διάφορες περιοχές της Κίνας να εγγραφούν για έναν κωδικό QR (Quick Response Code, δηλαδή έναν δισδιάστατο barcode αναγνώσιμο από μηχάνημα) μέσω του WeChat, μιας εφαρμογής μηνυμάτων στα κινητά, ή του AliPay, μιας εφαρμογής πληρωμών μέσω κινητών.
Οι χρήστες καλούνται να εισάγουν προσωπικές πληροφορίες, όπως τον αριθμό της ταυτότητάς τους, τον αριθμό των τηλεφώνων τους, τις διευθύνσεις κατοικίας και εργασίας, πότε και πως εισήλθαν σε μια περιοχή, τη διεύθυνση κατοικίας τους εκεί και το σκοπό του ταξιδιού τους.
Στη συνέχεια απαντούν σε μια σειρά ερωτημάτων για την υγεία τους, αν έχουν συμπτώματα της Covid-19, αν ήλθαν σε στενή επαφή με φορέα του νέου κορωνοϊού και βάσει των απαντήσεών τους η εφαρμογή δημιουργεί έναν χρωματικό κώδικο. Η σάρωση των κωδικών QR είναι υποχρεωτική κατά την είσοδο ή έξοδο σε συγκεκριμένες περιοχές και κάποιες πολυκατοικίες, εργασιακούς χώρους, μέσα μαζικής μεταφοράς και άλλους προορισμούς.
Άτομα που έχουν λάβει «πράσινο» κωδικό -δηλαδή αντιπροσωπεύουν σύμφωνα με το σύστημα τις μικρότερες πιθανότητες διασποράς του φονικού κορωνοϊού – αντιμετωπίζουν τον μικρότερο αριθμό περιορισμών στις μετακινήσεις τους σε αντίθεση με εκείνους που έλαβαν «κίτρινο» ή «κόκκινο» κωδικό.
Άγνωστο παραμένει πόσο διαδεδομένη είναι η χρήση αυτού του λογισμού στην Κίνα, αλλά φαίνεται ότι ποικίλλει από περιοχή σε περιοχή
Οι Αρχές της Γουχάν π.χ. απαιτούν εδώ και λίγο διάστημα τον έλεγχο των κωδικών αυτών των ταξιδιωτών κατά την άφιξή τους σε διάφορα σημεία ελέγχου.
Ανησυχία για καταστρατήγηση ατομικών ελευθεριών
Το εύρος της επιχείρησης παρακολούθησης των πολιτών από την κινεζική κυβέρνηση είχε ήδη πυροδοτήσει ανησυχίες καθώς περιλάμβανε τη χρήση προηγμένης τεχνολογίας, όπως ο εντοπισμός γεωγραφικής θέσης μέσω GPS, η αναγνώριση προσώπου και η τεχνητή νοημοσύνη, αλλά η επέκτασή της σήμανε συναγερμό σε επιτηρητές δεοντολογίας.
«Δυστυχώς, όπως θα ανέμενε κανείς, δεν υπάρχει και πολλή διαφάνεια ως προς τα κριτήρια χρωματικής κατάταξης των ατόμων κι αυτό ανοίγει το δρόμο για πιθανές καταχρήσεις του συστήματος εις βάρος πολιτικών αντιφρονούντων κι άλλων ιστορικά περιθωριοποιημένων ομάδα με τιμωρητικά μέτρα καραντίνας που θα τους αποκόψουν από τον δημόσιο βίο», σημειώνει ο Άλμπερτ Φοξ Καν, εκτελεστικός διευθυντής του Surveillance Technology Oversight Project.
«Μπορεί να δούμε την Κίνα να χρησιμοποιεί την παρακολούθηση για να στοχοθετήσει υπέρμαχους ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πολιτικούς αντιφρονούντες απορρίπτοντας κάθε εις βάρος της κριτική με τον ισχυρισμό ότι όλα αυτά γίνονται προς το συμφέρον της δημόσιας υγείας», πρόσθεσε.
Η Νότια Κορέα, η Σιγκαπούρη, η Ταϊβάν κι άλλες χώρες ανέπτυξαν παρόμοια τεχνολογία για να παρακολουθούν τους ασθενείς της Covid-19 μετά την ανάρρωσή τους και να εντοπίζουν άτομα με συμπτώματα του κορωνοϊού στη διάρκεια της απομόνωσής τους.
Προ ημερών οι τεχνολογικοί κολοσσοί Apple και Google ανέφεραν σε κοινή ανακοίνωσή τους ότι συνεργάζονται για την ανάπτυξη δικής τους τεχνολογίας «ιχνηλάτησης επαφών» προκειμένου να βοηθήσουν «χώρες ανά την υφήλιο να φρενάρουν την εξάπλωση» της πανδημίας.
Οι παράμετροι του προγράμματος δεν έχουν αποσαφηνιστεί, αλλά η Αμερικανική Ένωση για τις Πολιτικές Ελευθερίες (ACLU) συνέστησε αυξημένη προσοχή στη χρήση τέτοιας τεχνολογίας.
«Καμία εφαρμογή ιχνηλάτησης επαφών δεν μπορεί να είναι πλήρως αποτελεσματική μέχρις ότου υπάρξουν διαθέσιμα ευρέως δωρεάν γρήγορα διαγνωστικά τεστ και εξασφαλιστεί ισόνομη πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη. Επίσης αυτά τα συστήματα δεν μπορούν να αποδώσουν καρπούς αν δεν τα εμπιστεύεται ο κόσμος κι αυτό θα γίνει μόνον εφόσον προστατεύουν την ιδιωτικότητα, έχουν εθελοντικό χαρακτήρα και αποθηκεύουν δεδομένα στις συσκευές των ατόμων κι όχι σε μια κεντρική βάση», αναφέρει σε ανακοίνωσή της.
Μπορεί η κυβέρνηση της Κίνας να μην είναι η μοναδική που χρησιμοποιεί την πανδημία του κορωνοϊού για να δικαιολογήσει την επέκταση του κρατικού μηχανισμού παρακολούθησης των πολιτών, αλλά στην προκειμένη περίπτωση στερείται ενός αξιόπιστου συστήματος ελέγχων και εποπτείας, σημειώνει η εκπρόσωπος του HRW για την Κίνα, Σόφι Ρίτσαρντσον.
«Στην περίπτωση της Κίνας», λέει, «προβληματίζει αρκετά το εύρος και η κλίμακα της χρήσης τεχνολογίας από την κυβέρνηση χωρίς νομικούς περιορισμούς, ελλείψει μιας ανεξάρτητης δικαιοσύνης, ελεύθερου Τύπου και της δυνατότητας εκλογής μιας διαφορετικής κυβέρνησης».