Επιτέλους, μια εφιαλτική «παράδοση» πρόκειται (επίσημα τουλάχιστον) να λάβει τέλος.
Περίπου το 87% των γυναικών στο Σουδάν, ηλικίας από 14 έως 49 ετών, έχουν υποστεί κάποιου είδους ακρωτηριασμό στα γεννητικά τους όργανα, σύμφωνα με στοιχεία των Ηνωμένων Εθνών.
Πρόκειται για κοινή πρακτική στη χώρα η αφαίρεση της κλειτορίδας καθώς και των μεγάλων και μικρών χειλέων. Ο γενετήσιος ακρωτηριασμός που πραγματοποιείται για λόγους κουλτούρας και της πεποίθησης πως ωφελεί τη φήμη ενός κοριτσιού και τις προοπτικές γάμου του, μπορεί να προκαλέσει πλήθος προβλημάτων στη ζωή μιας γυναίκας, από πόνους κατά τη σεξουαλική επαφή και κύστες μέχρι αναπαραγωγικά προβλήματα και λοιμώξεις σε ουροποιητικό και νεφρά.
Σύμφωνα με το Reuters, ο νέος νόμος εγκρίθηκε στις 22 Απριλίου. Βάσει αυτού, όποιος πραγματοποιεί όποιου είδους γενετήσιο ακρωτηριασμό γυναίκας, θα τιμωρείται με τρία χρόνια φυλάκιση και πρόστιμο.
«Πρόκειται για τεράστιο βήμα για το Σουδάν και τη νέα του κυβέρνηση» τονίζει μέλος της οργάνωσης Five Foundation, που αγωνίζεται για ένα τέλος στο γενετήσιο ακρωτηριασμό παγκοσμίως, συμπληρώνοντας πως «η Αφρική δεν μπορεί να γνωρίσει ευημερία αν δεν φροντίσει τα κορίτσια και τις γυναίκες της».
Η αφαίρεση των γεννητικών οργάνων ισχύει σε τουλάχιστον 27 χώρες της Αφρικής (μεταξύ άλλων σε Κένυα, Αιθιοποία, Μπουρκίνα Φάσο, Νιγηρί, Σενεγάλη) ενώ η επικίνδυνη και αναχρονιστική αυτή παράδοση ακολουθείται και από χώρες της Ασίας και της Μέσης Ανατολής, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
«Ο νόμος θα βοηθήσει στην προστασία των κοριτσιών από την βάρβαρη αυτή πρακτική, επιτρέποντάς τους να ζήσουν με αξιοπρέπεια. Και θα βοηθήσει τις μητέρες που δεν ήθελαν να υποβληθούν τα κορίτσια τους σε ακρωτηριασμό, αλλά ένιωθαν πως δεν είχαν επιλογή, να αρνηθούν» σημειώνει η Σάλμα Ισμαΐλ, εκπρόσωπος της UNICEF στο Χαρτούμ.
Παρόλα αυτά, οι ειδικοί προειδοποιούν πως ένας νόμος δεν είναι αρκετός για να δώσει τέλος στην πρακτική δεκαετιών που στην κουλτούρα πολλών λαών θεωρείται πυλώνας παράδοσης και κοινωνικής υπόστασης, και υποστηρίζεται με ζέση τόσο από άνδρες, όσο κι από γυναίκες.
«Δεν αρκεί μόνο η νομική μεταρρύθμιση. Πρέπει να γίνει πολλή δουλειά, ώστε να διασφαλιστεί πως κάτι τέτοιο θα γίνει αποδεκτό από τις κοινωνίες» καταλήγει η Ισμαΐλ.