Το ότι η πανταχού επιτιθέμενη Τουρκία αντιλαμβάνεται την Γερμανία ως τον μοναδικό “τίμιο διαμεσολαβητή” στις επαφές της με την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι τυχαίο. Η Άνγκελα Μέρκελ αποτελεί τον πλέον συνεπή “εταίρο” του Ταγίπ Ερντογάν στην παγκόσμια πολιτική σκηνή.
Η Τουρκία έχει την δυνατότητα να ελίσσεται μεταξύ υπερδυνάμεων όπως οι ΗΠΑ και η Ρωσία ακριβώς διότι έχει “εξασφαλίσει” τα νώτα της, δηλαδή την σχέση της με την Ευρωπαϊκή Ένωση, χάρις στην γερμανική πολιτική που μοιάζει “μπετοναρισμένη” παρά τις περί αντιθέτου αιτιάσεις Ελλήνων και Κυπρίων που βλέπουν να μετατρέπονται ξαφνικά σε “Ιφιγένειες” της σταθερότητας στις ευρωτουρκικές σχέσεις.
Παρά το χτεσινό μπαράζ Πομπέο εναντίον της Τουρκίας, παρά τις συνεχείς κόντρες μεταξύ Μακρόν και Ερντογάν, η Τουρκία συνεχίζει να λειτουργεί με την βεβαιότητα ότι δεν θα έλθει αντιμέτωπη με κάποιου είδους κυρώσεις στην επόμενη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 10 Δεκεμβρίου. Η περιπόθητη “ομοφωνία” της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αδύνατον να επιτευχθεί όσο η “ηγέτιδα δύναμη” της Γερμανία θέλει να κρατά ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας με το καθεστώς Ερντογάν.
Η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, σπάζοντας τα ρεκόρ παραμονής στην θέση της αρχηγού του κράτους της έχει πορεία παράλληλη με τον Τούρκο Πρόεδρο, καθιστώντας τις χώρες τους αλληλοεξαρτημένες σε πολλά επίπεδα. Με πρώτο και κύριο σαφέστατα το οικονομικό. Το 20129 η αξία των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των δύο χωρών έφθασε στα 30,4 δις ευρώ, με χιλιάδες γερμανικές επιχειρήσεις να δραστηριοποιούνται στην Τουρκία, ακόμη και στον στρατηγικό τομέα της ενέργειας.
Η αγορά της Τουρκίας συνεχίζει να είναι μια από τις μεγαλύτερες στον κόσμο για τα γερμανικά προϊόντα. Χαρακτηριστικές είναι οι πωλήσεις του σήματος κατατεθέντος της γερμανικής οικονομίας, δηλαδή της γερμανικής αυτοβιομηχανίας. Ταυτόχρονα αυτός ο ίδιος εμβληματικός τομέας, η γερμανική αυτοβιομηχανία έχει μεταφέρει μεγάλο μέρος της παραγωγής της στην γερμανική χώρα. Δεν χρειάζεται καν να αναφερθούμε στις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των δύο χωρών στην πολεμική βιομηχανία, καθώς πέρσι η Τουρκία εισήγαγε όπλα και οπλικά συστήματα από την Γερμανία αξίας περίπου 300 εκατομμυρίων ευρώ – επίπεδο, που είναι και το υψηλότερο από τότε που ανέλαβε την εξουσία η Ανγκελα Μέρκελ το 2005.
Εάν σε όλα αυτά προσθέσει κανείς και την παρουσία εκατομμυρίων ψηφοφόρων εντός της Γερμανίας που επηρεάζονται άμεσα από το τι θα πει ο Ταγίπ Ερντογάν καταλαβαίνει ότι δημιουργείται μια εικόνα που πολύ δύσκολα θα αλλάξει τα επόμενα χρόνια, ακόμη και εάν τα τουρκικά πλοία φτάσουν έξω από το Σούνιο. Το πραγματικό ερώτημα λοιπόν είναι το πώς η Ελλάδα, για να μην θυσιάσει τα εθνικά της δικαιώματα και συμφέροντα στο όνομα της “σταθερότητας” των εμπορικών σχέσεων της Γερμανίας θα καταφέρει να την “βγάλει από την εικόνα”.