Oι νέες κυρώσεις της κυβέρνησης του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν στη Ρωσία έχουν μεγαλύτερη σημασία για όσα δηλώνουν παρά για τον οικονομικό τους αντίκτυπο.
Επισημαίνουν ότι ο νυν πρόεδρος των ΗΠΑ σε αντίθεση με τον προκάτοχό του δεν τρέφει ψευδαισθήσεις για την πρόκληση που συνιστά η Ρωσία, αλλά ούτε και για το είδος της στρατηγικής που θα απαιτηθεί για την αντιμετώπισή της. Τα νέα μέτρα λαμβάνονται εξαιτίας της ρωσικής παρέμβασης στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2016 και το 2020 και της μαζικής παραβίασης της SolarWind, η οποία είχε ως αποτέλεσμα χιλιάδες συστήματα υπολογιστών να εκτεθούν στη ρωσική κατασκοπεία!
Στρέφονται κατά 32 οντοτήτων και ατόμων, συμπεριλαμβανομένου του μεγιστάνα, στον οποίο έχουν επιβληθεί ήδη κυρώσεις, Γεβγένι Πριγκοζίν, καθώς και κατά έξι εταιρειών της Ρωσίας, οι οποίες κατηγορούνται ότι υποστηρίζουν τις επιχειρήσεις κυβερνοπειρατείας της Μόσχας. Οι ΗΠΑ, επιπροσθέτως, απέλασαν 10 Ρώσους διπλωμάτες και αξιωματικούς των μυστικών υπηρεσιών, ενώ απαγόρευσαν στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να συμμετέχουν στην πρωτογενή αγορά ομολόγων σε ρούβλια.
Η κυβέρνηση Ντόναλντ Τραμπ είχε επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία. Η κυβέρνηση Τζο Μπάιντεν και η κριτική της για τη συμπεριφορά της Ρωσίας είναι εκτενής, λεπτομερής και συγκεκριμένη (κατά την δική της οπτική πάντα γιατί ακόμα αποδείξεις δεν εχουν δει ούτε στις ΗΠΑ).
Δεδομένων των πραγμάτων αυτών, είναι δίκαιο να αναρωτηθούμε εάν οι κυρώσεις επαρκούν. Επί παραδείγματι, εάν θα εξακολουθήσει να επιτρέπεται η αγορά ρωσικών ομολόγων στη δευτερογενή αγορά, η οποιαδήποτε ζημία στη ρωσική οικονομία θα περιοριστεί. Προς το παρόν, ωστόσο, είναι λογικό να αναζητάμε τη μέση οδό.
Οι κυρώσεις αφήνουν περιθώρια να σταθεροποιηθούν οι σχέσεις ΗΠΑ – Ρωσίας, διατηρώντας ανοιχτό παράλληλα το ενδεχόμενο σκληρότερων μέτρων, εάν χρειαστεί. Η πρόταση εκ μέρους του Τζο Μπάιντεν προς τον Βλαντιμίρ Πούτιν για διμερή Σύνοδο Κορυφής παρακινεί τον δεύτερο να μην κλιμακώσει τη διένεξη. Σε κάθε περίπτωση, οι κυρώσεις από μόνες τους, όσο δριμείες και αν είναι, δεν μπορούν να κάνουν πολλά.
Ο Ρώσος πρόεδρος έχει θωρακίσει την εθνική οικονομία έναντι των έξωθεν πιέσεων ήδη από την εισβολή του 2014 στην Κριμαία. Οι προσπάθειές του να υπονομεύσει και να διχάσει τις ΗΠΑ και τους Ευρωπαίους συμμάχους τους είναι απίθανο να παύσουν.
Οι Δυτικές χώρες οφείλουν να ενισχύσουν την άμυνά τους έναντι των κυβερνοεπιθέσεων, να διακόψουν τις παράνομες ροές κεφαλαίων προς χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων του Κρεμλίνου, καθώς και να στηρίξουν τους Ρώσους, οι οποίοι ολοένα και περισσότερο αμφισβητούν την ηγεσία του Πούτιν. Οι ΗΠΑ πρέπει, τέλος, να προβούν σε μια σκληρή συζήτηση με τη Γερμανία ιδίως πριν ολοκληρώσει τον αγωγό Nord Stream 2, ο οποίος και θα διευρύνει την επιρροή της Ρωσίας στην Ευρώπη.