Το κράτος της Ισπανίας πρέπει να καταβάλει αποζημίωση σε μία γυναίκα, η οποία αναγκάστηκε από τους γιατρούς να γεννήσει πρόωρα και ταυτόχρονα της είχαν δέσει τα χέρια αποκλείοντας την επικοινωνία με την οικογένεια της, ώστε να την υποβάλουν σε καισαρική.
Η ήρθε στην δημοσιότητα, επειδή επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών καταδίκασε την Ισπανία και ανάγκασε το ισπανικό κράτος θα πρέπει να καταβάλει την αποζημίωση.
Σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, η Μαδρίτη κρίθηκε ένοχη για «μαιευτική βία» σε βάρος της γυναίκας, η οποία δεν κατονομάστηκε. Σύμφωνα με την καταγγελία της, οι γιατροί στο δημόσιο νοσοκομείο της Ντονόστια την ανάγκασαν να γεννήσει πρόωρα, χωρίς τη συγκατάθεσή της. Προχώρησαν σε καισαρική τομή, χωρίς να είναι παρών ο σύζυγός της και δεν της επέτρεψαν αμέσως να κρατήσει τον νεογέννητο γιο της επειδή ήταν ακόμη δεμένη στο κρεβάτι.
Το υπουργείο Υγείας της Ισπανίας απέφυγε να κάνει οποιοδήποτε σχόλιο για τη συγκεκριμένη υπόθεση. Ανέφερε μόνο ότι ένα νομοσχέδιο που εγκρίθηκε τον Μάιο προωθεί τις «καλές πρακτικές» στους τοκετούς, μέσω μιας σειράς οδηγιών.
Η βία σε βάρος των γυναικών κατά τη διάρκεια του τοκετού είναι διαδεδομένη, συστηματική και ριζωμένη βαθιά στα συστήματα υγείας. Μπορεί να προκαλέσει σωματικές και ψυχικές βλάβες, σύμφωνα με τον ΟΗΕ. Ωστόσο, σπανίως ερευνώνται τέτοιες υποθέσεις. Μία από τις ελάχιστες που διερευνήθηκαν στο παρελθόν, το 2020, αφορούσε και πάλι την Ισπανία. Το 2004 η Ουγγαρία κρίθηκε υπεύθυνη από την Επιτροπή του ΟΗΕ για την εξαναγκαστική στείρωση μιας γυναίκας έπειτα από μια αποβολή.
Στην περίπτωση της Ντονόστια, η γυναίκα υπέστη σωματικό και ψυχικό τραύμα, σύμφωνα με την Επιτροπή. Στο ισπανικό δικαστήριο όπου προσέφυγε της είπαν ότι οι γιατροί είναι αυτοί που αποφασίζουν για τις καισαρικές και ότι το ψυχικό τραύμα της είναι απλώς «θέμα αντίληψης».
Η Επιτροπή για την Εξάλειψη των Διακρίσεων σε βάρος των γυναικών (CEDAW) αποτελείται από 23 ανεξάρτητους ειδικούς παρακολουθεί εάν οι χώρες μέλη τηρούν μια Σύμβαση του 1979, την οποία έχουν υπογράψει 189 κράτη μέχρι σήμερα.