Qatargate, Sofagate, Camillagate, Golfgate, Shitholegate και πολλά άλλα «…gates». Όλες αυτές οι λέξεις έχουν ένα κοινό: αποτελούν όλα σκάνδαλα που απασχόλησαν (ή απασχολούν ακόμα) τον πλανήτη. Πώς το καταλαβαίνουμε; Μα φυσικά από την κατάληξη «gate».
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Η λέξη «gate» μεταφράζεται στα ελληνικά ως «θύρα» ή «πύλη», ωστόσο τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται κατά κόρον ως κατάληξη, προκειμένου μια συγκεκριμένη λέξη να… μετατραπεί σε σκάνδαλο.
Για παράδειγμα, αν κάποιος μας πει τη λέξη «Qatar», το μυαλό μας πηγαίνει αυτομάτως στο εμιράτο της Μέσης Ανατολής και… σταματά εκεί. Όμως, όταν πάρει και την κατάληξη «gate» και γίνει «Qatargate» τότε όλοι καταλαβαίνουμε το σκάνδαλο χρηματισμού από το Κατάρ, για το οποίο -μεταξύ άλλων- έχει συλληφθεί και προφυλακιστεί η Ελληνίδα Ευρωβουλευτής, Εύα Καϊλή.
Πώς όμως φτάσαμε μια λέξη που δεν έχει καμία σχέση με τα σκάνδαλα να έχει μετατραπεί σε… συνώνυμο του σκανδάλου; Η ερώτηση γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρουσα, δεδομένου ότι όλα ξεκίνησαν από ένα κτιριακό συγκρότημα στις ΗΠΑ.
Για να εμβαθύνουμε θα πρέπει να «ταξιδέψουμε» 50 χρόνια πίσω και να πάμε στο 1972 και το σκάνδαλο Watergate.
Τι ήταν το Watergate
Το σκάνδαλο Watergate ήταν ένα μεγάλο πολιτικό σκάνδαλο που συνέβη στις Ηνωμένες Πολιτείες στη δεκαετία του 1970, μετά από μια διάρρηξη στην έδρα της Εθνικής Επιτροπής Δημοκρατικών (DNC) στο συγκρότημα γραφείων Γουότεργκεϊτ στην Ουάσιγκτον, στις 17 Ιουνίου του 1972 και την απόπειρα συγκάλυψης και συμμετοχής σε αυτές τις ενέργειες από τον τότε πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, Ρίτσαρντ Νίξον και της κυβέρνησής του.
Όταν η συνωμοσία αποκαλύφθηκε και ερευνήθηκε από το Κογκρέσο των ΗΠΑ, ο Νίξον αντιστάθηκε στους ελέγχους, το οποίο οδήγησε σε μια συνταγματική κρίση.
Το σκάνδαλο οδήγησε στην ανακάλυψη καταχρήσεων εξουσίας από τα μέλη της κυβέρνησης του Νίξον, την έναρξη διαδικασίας καθαίρεσης εναντίον του προέδρου που τελικά οδήγησε στην παραίτηση του Νίξον.
Λόγω του σκανδάλου παραπέμφθηκαν σε δίκη 69 άτομα, από τους οποίους 48 βρέθηκαν ένοχοι. Πολλοί από τους κατηγορούμενους ήταν κορυφαίοι αξιωματούχοι της προεδρίας Νίξον.
Gate = Σκάνδαλο
Το εν λόγω σκάνδαλο τότε συγκλόνισε τις Ηνωμένες Πολιτείες. Μέσα σε ένα χρόνο η λέξη χρησιμοποιήθηκε τόσο πολύ από τα ΜΜΕ της χώρας, που έφτασε να… γίνει συνώνυμη του σκανδάλου. Μάλιστα, κάποια ΜΜΕ τότε προσπάθησαν να διαφοροποιηθούν αντικαθιστώντας το Watergate με το Watergater και Watergating.
Ωστόσο, στο πέρασμα των χρόνων, μόνο το Watergate κατάφερε να μείνει στη συνείδηση των πολιτών.
Λίγους μήνες μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου, το Watergate είχε γίνει τόσο γνωστό που το -gate αποκολλήθηκε και χρησιμοποιήθηκε για τη δημιουργία ονομάτων για άλλα σκάνδαλα.
Το πρώτο καταγεγραμμένο παράδειγμα, σύμφωνα με το λεξικό της Οξφόρδης, είναι από τον Αύγουστο του 1972 στο National Lampoon: «Υπάρχουν επίμονες φήμες στη Ρωσία για ένα τεράστιο σκάνδαλο. Εμπλεκόμενοι στο ‘Volgagate’ είναι μια ομάδα φιλελεύθερων αξιωματούχων».
Λίγους μήνες αργότερα η τρέλα του -gate δεν έδειχνε σημάδια ύφεσης, αντιθέτως, είχε περάσει τα σύνορα των Ηνωμένων Πολιτειών και χρησιμοποιούνταν και σε άλλες χώρες.
Για παράδειγμα στη Γαλλία έσκασε το «Winegate» το 1973.
Στις αρχές η λέξη χρησιμοποιούνταν για να περιγράψει τον τόπο (Volgagate) ή το εμπόρευμα (Winegate) που συνδέεται με ένα σκάνδαλο, οι μεταγενέστερες αναφορές ωστόσο επεκτάθηκαν σε άτομα ή οργανισμούς που αναγνωρίστηκαν ως δράστες ή θύματα παραπτωμάτων, όπως στο Billygate του 1978 (που αφορούσε τον Billy Carter, αδελφό του πρώην προέδρου των ΗΠΑ) και στο Totegate του Ηνωμένου Βασιλείου (1983), το οποίο διερευνούσε τις πρακτικές στοιχηματισμού.
Σήμερα ο εφαρμόζεται σε όλα τα είδη σκανδάλων, αντιπαραθέσεων και ανατροπών, με πρόσφατα παραδείγματα στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, όπως το nipplegate, το climategate και το Sachsgate.
Αν και οι περισσότεροι από αυτούς τους σχηματισμούς είναι βραχύβιοι, το ίδιο το -gate παραμένει, έχοντας γίνει ένα ολοκληρωμένο επίθημα, σπάζοντας κάθε δεσμό με το κτίριο Watergate.