Η νίκη του καθαρά δεξιού πολιτικού Ζαΐχ Μπολσονάρου στις βραζιλιάνικες εκλογές με την οποία κέρδισε τον προεδρικό θώκο της υπερδύναμης της Λατινικής Αμερικής ήταν η τελευταία σε μια σειρά από νίκες μιας νέας γενιάς χαρισματικών δεξιών πολιτικών οι οποίοι μπόρεσαν να κατατροπώσουν τα ελεγχόμενα από την Διεθνή Αριστερά, ΜΜΕ και είτε να πάρουν την εξουσία στις χώρες τους είτε να παίζουν σημαντικό ρυθμιστικό ρόλο.

Οι νίκες των Ιταλών Σαλβίνι και Ντι Μάϊο, του Αυστριακού Κουρτς, του Ούγγρου Ορμπάν, του Αμερικανού Ν.Τραμπ, η άνοδος της Γαλλίδας Μ.Λεπέν, η πολιτική καταξίωση του Βρετανού Μπόρις Τζόνσον, η άνοδος του γερμανικού AfD λόγω της οποίας «συνταξιοδοτήθηκε» η «γιαλαντζί» δεξιά καγκελάριος Α.Μέρκελ αλλά και πολλοί άλλοι δεξιοί σε άλλες χώρες κυρίως της Κεντρικής Ευρώπης, οφείλονται σε τρεις απλές ρεαλιστικές παραδοχές:

Πρόκειται για πολύ ισχυρές προσωπικότητες, πληθωρικές και δυναμικές, οι οποίες πείθουν το εκλογικό σώμα για το τι μπορούν να κάνουν, αυτό το οποίο προσφέρουν είναι αυτό που εν τέλει θέλουν οι λαοί τους, δηλαδή εθνική αυτοδιάθεση και… no more globalisation (είμαστε όλοι ένα χωριό και άλλα τέτοια ωραία…) και τελευταίο αλλά σημαντικότερο, μπόρεσαν όλοι αυτοί να βρουν τον τρόπο να εκφραστούν διαμέσου των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, δηλαδή Twitter & Facebook.

Αυτά τα μέσα έχουν πλέον πολύ περισσότερη επιρροή από τα παραδοσιακά ΜΜΕ, όπως η τηλεόραση, το ραδιόφωνο και οι εφημερίδες για έναν πολύ απλό λόγο:

Αν πάτε σε μια καφετέρια θα δείτε ότι το 90% των θαμώνων δεν μιλάνε και δεν ασχολούνται με τον/την σύντροφό του αλλά με το κινητό του μέσω του οποίου κοιτάζουν αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης γνωστών και αγνώστων.

Η ισχύς τους είναι πλέον συντριπτική και ο συνδυασμός με μια ισχυρή πολιτική προσωπικότητα είναι ισοπεδωτικός.

Στο Twitter αναρτώνται ατάκες οπότε ένας γεννημένος ατακαδόρος σαν το Ν.Τραμπ ή σαν τον Σαλβίνι, είναι κυριολεκτικά ανίκητος.

Ο συνασπισμός των Πέντε Αστέρων και της Λέγκας π.χ αυτή την στιγμή έχει να αντιμετωπίσει πολλούς εχθρούς όπως οι χρηματαγορές και τα μέσα ενημέρωσης.

Σχεδόν δεν περνά μέρα χωρίς μια ατάκα του υπουργού Εσωτερικών Ματέο Σαλβίνι κατά των εκπροσώπων του ιταλικού Τύπου ο οποίος ελέγχεται από την Διεθνή Αριστερά και επιχειρεί να «πριονίσει» την ιταλική κυβέρνηση προς όφελος των απανταχού εχθρών των εθνών και υπέρμαχων του «ενιαίου πλανητικού χωριού» και της έννοιας του «μαζάνθρωπου» χωρίς πατρίδα, θρησκεία, οικογένεια που θα «χαίρεται» την ζωή του ως αριθμός σε έναν κοινωνικό «πολτό» χωρίς ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.

Στο πλευρό του Σαλβίνι τάσσεται και ο επικεφαλής των Πέντε Αστέρων και υπουργός Εργασίας και Οικονομικής Ανάπτυξης Λουίτζι ντι Μάιο.

Πρόσφατα μάλιστα δεν δίστασε να εκφράσει την ικανοποίησή του για τη δεινή οικονομική κατάσταση των εφημερίδων της χώρας του. Η κατάστασή τους δεν συνιστά έκπληξη, δεδομένων των ψευδών ειδήσεων που δεν παύουν να διασπείρουν, όπως αναφέρει.

«Κάποιες εφημερίδες δεν θα πρέπει τώρα να παρουσιάζονται σαν θύματα μετά από έξι χρόνια γεμάτα fake news εναντίον μου. Θα πρέπει να γνωρίζουν ότι ο υπουργός Οικονομικής Ανάπτυξης δεν έχει την εξουσία να κλείσει εφημερίδες, ευτυχώς. Αυτό που λέω είναι ότι οι εφημερίδες χάνουν αναγνώστες επειδή εξακολουθούν να διαδίδουν ψευδείς ειδήσεις», τόνισε ο Λουίτζι ντι Μάιο.

Κάτι φαίνεται να έχει αλλάξει στην Ιταλία. Οι εφημερίδες και άλλες μέσα ενημέρωσης της χώρας έχουν χάσει όχι απλά μέρος της επιρροής τους, αλλά δεν είναι πλέον σε θέση να δώσουν κατεύθυνση στον πολιτικό διάλογο στην Ιταλία. Η επικοινωνιολόγος Μιχαέλ Γκαβρίλα από το Πανεπιστήμιο La Sapienza της Ρώμης, δίνει ένα παράδειγμα από την τηλεόραση.

«Στο ιταλικό τηλεοπτικό πρόγραμμα υπάρχει ολοένα και λιγότερη αντιπαράθεση ανάμεσα σε σημαίνοντες πολιτικούς. Αυτοί καθορίζουν πλέον τους κανόνες του παιχνιδιού. Γινόμαστε μάρτυρες μιας πολιτικής που αποφασίζει η ίδια αν θα δείξει το πρόσωπό της και αν θα εκφράσει την άποψή της στον διάλογο. Συχνά όμως δεν υπάρχει διάλογος. Και αυτό είναι άσχημο, διότι τελικά θα μπορούσε να στραφεί ενάντια στα θεμέλια της δημοκρατίας», λέει η Ιταλίδα επιστήμονας.

Ξεχνάει βέβαια να αναφέρει ότι τα ΜΜΕ στήριζαν πάντα όποιον ήταν υπέρ του Συστήματος. Τις πληθωρικές προσωπικότητες που ήθελαν να φέρουν αλλαγές τις οποίες το Σύστημα δεν τις ήθελε φρόντιζαν να τις «μειώνουν».

Τη θέση των αναλύσεων, των ρεπορτάζ, των σχολίων και των συνεντεύξεων έρχονται να πάρουν ολοένα και συχνότερα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αναφέρει η DW.

Πολιτικοί όπως ο Ματέο Σαλβίνι δεν χρειάζεται επομένως να εκτεθούν σε κυρίως κατευθυνόμενες κριτικές δημοσιογραφικές ερωτήσεις ενώ μπορούν να απευθύνονται άμεσα στους πολίτες.

Γιατί ο κλασικός τρόπος με τον οποίο αποδομούσαν παλίά τα ΜΜΕ τους πολιτικούς που δεν ήθελαν ήταν ο εξής:

Εύκολη ερώτηση για τον… καιρό στον ευνοούμενο πολιτικό και ερώτηση που δεν μπορεί να απαντηθεί σε αυτόν που δεν θέλουν.

Ο Ιταλός υπουργός απευθύνεται συχνά μέσω facebook live στους συμπολίτες του, μπαίνοντας έτσι σε εκατομμύρια σπίτια μέσω της οθόνης.

Η κυβέρνηση στη Ρώμη δεν φαίνεται διατεθειμένη να αποκλίνει από δικούς της διαύλους επικοινωνίας με τους ψηφοφόρους.

Το ίδιο κάνει και ο Ν.Τραμπ. Δεν είναι τυχαίο που το «βαθύ αμερικανικό» αριστερής-στην πραγματικότητα (οτιδήποτε είναι υπέρ του διεθνισμού και της δήθεν «προόδου» καταστρέφοντας θεμελιακές αξίες στην πραγματικότητα έχει αριστερό υπόβαθρο άσχετα με το πως «αυτοβαφτίζεται»)- στροφής κράτος θέλει να ελέγχει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με τα οποία του προέκυψε… ο Ν.Τραμπ.

Το πρόβλημα είναι τι γίνεται εδώ στην Ελλάδα που δε φαίνεται να υπάρχει κάτι άξιο λόγου στον πολιτικό ορίζοντα και αυτό είναι ένα δείγμα της παρακμής της ελληνικής κοινωνίας.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!