Ο ΥΠΕΞ της Ονδούρας Εδουάρδο Ρέινα επικαλέστηκε χθες Τετάρτη τις «τεράστιες ανάγκες» της οικονομίας της χώρας του και την άρνηση της Ταϊβάν να αυξήσει την οικονομική στήριξή της στη χώρα της κεντρικής Αμερικής για να δικαιολογήσει την επιλογή που έκανε η Τεγκουσιγκάλπα να αρχίσει τη διαδικασία σύναψης διπλωματικών σχέσεων με την Κίνα.
Η Ονδούρα θα αποκτήσει «επίσημες σχέσεις» με την Κίνα, ανήγγειλε προχθές Τρίτη η πρόεδρος Σιομάρα Κάστρο. Η απόφαση, που χαιρετίστηκε από το Πεκίνο, σημαίνει τη de facto διακοπή των δεσμών της Ταϊπέι με το λατινοαμερικάνικο κράτος, που διαρκούν πάνω από 80 χρόνια.
Η Τεγκουσιγκάλπα ζητούσε από την Ταϊπέι να μεγεθύνει την οικονομική βοήθειά της για να καλυφθούν κάποιες τουλάχιστον από τις «πελώριες ανάγκες του ονδουριανού λαού», όμως δεν εξασφάλισε θετική ανταπόκριση, εξήγησε ο επικεφαλής της διπλωματίας της Ονδούρας στο τηλεοπτικό δίκτυο Canal 5.
«Δυστυχώς, οι ανάγκες είναι τεράστιες και δεν λάβαμε απάντηση», είπε ο υπουργός Εξωτερικών μιας από τις πιο φτωχές χώρες της περιφέρειας, όπου το 74% των περίπου δέκα εκατομμυρίων κατοίκων ζει κάτω από το επίσημο όριο της φτώχειας.
Η κυβέρνηση της κυρίας Κάστρο ζητούσε από την Ταϊβάν να διπλασιάσει την οικονομική βοήθειά της, από τα 50 στα 100 εκατομμύρια δολάρια σε ετήσια βάση. Η Τεγκουσιγκάλπα ζήτησε επίσης, ανεπιτυχώς, την «αναδιάταξη του χρέους» 600 εκατομμυρίων δολαρίων στην Ταϊπέι, εξήγησε ο κ. Ρέινα.
Το δημόσιο χρέος της Ονδούρας ανέρχεται σε 20 δισεκατομμύρια δολάρια και «στραγγαλίζει» τα δημοσιονομικά της χώρας, τόνισε ο ΥΠΕΞ. Πέρυσι, η Ονδούρα πλήρωσε περίπου 2,2 δισεκ. δολάρια για την εξυπηρέτηση του κρατικού χρέους της και το ποσό αυτό αναμένεται να φθάσει το 2023 τα 2,3 δισεκ. δολάρια.
Σύμφωνα με τον κ. Ρέινα, η απόφαση της κυβέρνησης δεν είχε ιδεολογικά, αλλά πραγματιστικά κίνητρα.
Διακοπή των σχέσεων Κίνας με Ταϊβάν
Στο όνομα του δόγματος της «ενιαίας Κίνας», η κυβέρνηση στο Πεκίνο, που θεωρεί την Ταϊβάν αποσκιρτήσασα κινεζική επαρχία, δεν αποδέχεται να συνάπτονται διπλωματικές σχέσεις με τη νήσο. Η αναγνώριση της Κίνας από οποιαδήποτε κυβέρνηση συνεπάγεται κατά συνέπεια τη de facto διακοπή των σχέσεών της με την Ταϊβάν.
«Έπρεπε να πάρουμε αυτή την απόφαση», εκτίμησε ο κ. Ρέινα, θυμίζοντας πως «171 χώρες του κόσμου έχουν σχέσεις με την Κίνα», ενώ μόλις 14 διατηρούν σχέσεις με την Ταϊβάν.
«Ακολουθούμε, με καθυστέρηση την παγκόσμια τάση. Η ιδέα είναι να βρούμε τρόπο να προσελκύσουμε περισσότερες επενδύσεις και εμπορική δραστηριότητα», πρόσθεσε ο επικεφαλής της διπλωματίας της Ονδούρας.
Στην κεντρική Αμερική, η Κόστα Ρίκα (το 2007), ο Παναμάς (το 2017), το Σαλβαδόρ (το 2018) και η Νικαράγουα (το 2021) διέκοψαν τις σχέσεις τους με την Ταϊβάν και σύναψαν σχέσεις με την Κίνα.
Η κίνηση θα πλήξει τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Ονδούρας, προειδοποίησαν πολιτικοί της αντιπολίτευσης, όπως ο βουλευτής Τομάς Σαμπράνο.