Η σουηδική αστυνομία έδωσε άδεια συγκέντρωσης στην οποία τρία άτομα σχεδιάζουν να κάψουν ένα αντίτυπο της Βίβλου και ένα της Τορά (εβραϊκό «ευαγγέλιο») μπροστά στην ισραηλινή πρεσβεία στη Στοκχόλμη.
Σύμφωνα με το αίτημα στην αστυνομία, ο διοργανωτής της συγκέντρωσης τόνισε ότι θέλει να κάψει αυτά τα θρησκευτικά κείμενα ως απάντηση στο κάψιμο ενός αντιτύπου του Κορανίου, σε συγκέντρωση που έγινε τον Ιούνιο, μπροστά από το τέμενος της Στοκχόλμης, που προκάλεσε την οργή του μουσουλμανικού κόσμου.
Η συγκέντρωση είναι προγραμματισμένο να γίνει αύριο Σάββατο μεταξύ 13:00 και 14:00 τοπική ώρα.
Απαντώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο, η αστυνομία ισχυρίστηκε ότι η άδεια για τη συγκέντρωση αυτή δεν δόθηκε για ένα επίσημο αίτημα καύσης θρησκευτικών κειμένων, με την αστυνομία να διευκρινίζει ότι ενέκρινε μια δημόσια συγκέντρωση κατά την οποία θα εκφραστεί μια «άποψη» με βάση το συνταγματικό δικαίωμα της ελευθερίας του συνέρχεσθαι.
«Η διάκριση είναι σημαντική», πρόσθεσε η Καρίνα Σκάγκερλιντ, εκπρόσωπος της αστυνομίας της Στοκχόλμης.
Ωστόσο, η συγκέντρωση προκάλεσε έντονη καταδίκη από το Ισραήλ και εβραϊκές οργανώσεις.
«Καταδίκασα το κάψιμο του Κορανίου, που είναι ιερό για τους μουσουλμάνους σε όλο τον κόσμο, και σήμερα με συντρίβει ότι η ίδια μοίρα περιμένει την εβραϊκή Βίβλο, το αιώνιο βιβλίο του εβραϊκού λαού», σχολίασε ο Ισραηλινός πρόεδρος Ισαάκ Χέρτζογκ.
Ο Γιάακοβ Χάγκοελ, πρόεδρος του Παγκόσμιου Σιωνιστικού Οργανισμού, έκρινε από την πλευρά του ότι η χορήγηση μιας τέτοιας άδειας από την αστυνομία δεν εμπίπτει στην «ελευθερία της έκφρασης, αλλά στον αντισημιτισμό».
Στις 28 Ιουνίου ένας Ιρακινός »πρόσφυγας» στη Σουηδία, έκαψε μερικές σελίδες του Κορανίου μπροστά από το μεγαλύτερο τέμενος της Στοκχόλμης, ανήμερα της μουσουλμανικής γιορτής Άιντ αλ Άντχα.
Αυτό το γεγονός προκάλεσε αντιδράσεις στον μουσουλμανικό κόσμο και από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ που υιοθέτησε προχθές Τετάρτη ψήφισμα που καταδικάζει το κάψιμο του Κορανίου και άλλες πράξεις θρησκευτικού μίσους.
Ωστόσο, ορισμένες χώρες, κυρίως της Δύσης, εξέφρασαν κατά τη διάρκεια των συζητήσεων την αντίθεσή τους σε νόμους κατά της βλασφημίας, καταδικάζοντας παράλληλα έντονα τέτοιες ενέργειες.