Το Politico, λίγες ημέρες μετά την αποφυλάκιση της Εύας Καϊλή για το Qatargate, φέρνει στο «φως» μία νέα ποινική έρευνα κατά της Ελληνίδας Ευρωβουλευτή σχετικά με ύποπτες πληρωμές που αφορούν τέσσερις πρώην βοηθούς που είχε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, από το 2014 έως το 2020.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με επιστολή της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (EPPO) προς την Πρόεδρο του Κοινοβουλίου Ρομπέρτα Μετσόλα, η Καϊλή βρίσκεται υπό έρευνα για τρεις ύποπτες δραστηριότητες: αν παραπλάνησε το Κοινοβούλιο σχετικά με την τοποθεσία και τις εργασιακές δραστηριότητες των βοηθών της, αν πήρε μερίδιο από τις αποζημιώσεις τους για δήθεν επαγγελματικά ταξίδια και αν πήρε επίσης μίζα από τους μισθούς των συνεργατών της.
Πόσα χρωστάει η Καϊλή
Μετά το Qatargate και την αποφυλάκιση της Καϊλή, η προσοχή τώρα στρέφεται στην υπόθεση απάτης που την αφορά. Σύμφωνα με την έρευνα που ήδη είχε δημοσιευτεί η Ελληνίδα ευρωβουλευτής φαίνεται ότι χρωστάει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο «περίπου 100.000 ευρώ».
Μάλιστα, οι ευρωβουλευτές που ανήκουν στην επιτροπή νομικών υποθέσεων του Κοινοβουλίου θα συζητήσουν για την υπόθεση της Καϊλή και για πιθανή άρση της ασυλίας της, πίσω από κλειστές πόρτες για πρώτη φορά την Τρίτη.
«Η τρέχουσα έρευνα αφορά ισχυρές υποψίες για επανειλημμένη απάτη και/ή άλλες σοβαρές παρατυπίες», ανέφερε η επικεφαλής εισαγγελέας της Ευρωπαϊκής Ένωσης Laura Kövesi για την επιστολή που είδε το POLITICO, η οποία εστάλη στο Κοινοβούλιο τον Δεκέμβριο και ζητούσε την άρση της ασυλίας της Εύας Καϊλή.
Η Καϊλή, μέσω δικηγόρου, δήλωσε ότι υποσχέθηκε να επιστρέψει τα χρήματα που οφείλονται και να συμμορφωθεί με οποιεσδήποτε συστάσεις.
Πότε δημοσιοποιήθηκε η έρευνα
Ο Ευρωπαίος εισαγγελέας δημοσιοποίησε την έρευνα για την απάτη στις 15 Δεκεμβρίου, λίγες ημέρες μετά τη σύλληψη της Καϊλή στις Βρυξέλλες για το Qatargate.
Η ανακοίνωση έγινε την ίδια ημέρα που η Kövesi έστειλε το αίτημα άρσης της ασυλίας της στην Μετσόλα. Τα έγγραφα κατονομάζουν επίσης τέσσερις πρώην υπαλλήλους της Καϊλή ως δυνητικά συμμετέχοντες στα διάφορα κυκλώματα.
Αλλά οι αξιωματούχοι προσέφεραν δημοσίως λίγες λεπτομέρειες σχετικά με την έρευνα, σημειώνοντας μόνο ότι δεν σχετίζεται με την υπόθεση Qatargate, η οποία είχε επίσης παγιδεύσει τον σύντροφο της Καϊλή, Φραντσέσκο Τζιόρτζι, καθώς και αρκετούς άλλους νυν και πρώην νομοθέτες της ΕΕ.
Τι περιλαμβάνει η επιστολή
Σύμφωνα με την επιστολή που είδε το POLITICO, η έρευνα της EPPO εξετάζει την Καϊλή για παρατυπίες σχετικά με τη «φυσική παρουσία των βοηθών τους στον τόπο απασχόλησης» και «σχετικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τον χρόνο εργασίας».
Ακόμη, η έρευνα αφορά «αποστολές που δεν έγιναν ποτέ, υποβολή πλαστών δικαιολογητικών και αδικαιολόγητες αιτήσεις επιστροφής εξόδων αποστολών κατόπιν αιτήματος της κας Καϊλή».
Επίσης, η πρώην αντιπρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου ερευνάται και για «επιστροφή χρημάτων» από τους μισθούς των βοηθών της και τις παραποιημένες δαπάνες.
Η εισαγγελική έρευνα ακολουθεί την ολοκληρωθείσα έρευνα της υπηρεσίας καταπολέμησης της απάτης της ΕΕ, γνωστής ως OLAF, η οποία ολοκληρώθηκε στις 23 Νοεμβρίου του περασμένου έτους.
Στη συνέχεια, η OLAF μετέφερε την υπόθεσή της στην EPPO, σύμφωνα με ανακοίνωση του Δεκεμβρίου. Η OLAF δήλωσε ότι αφήνει την υπόθεση αυτή στην εισαγγελία, αρνούμενη να σχολιάσει κάτι πέραν της δήλωσής της πριν από τέσσερις μήνες.
Συζητείται η άρση της ασυλίας της – Τι λέει ο δικηγόρος της
Η EPPO πρόκειται να καταθέσει αίτημα για την άρση της ασυλίας της Καϊλή. Ως γνωστόν, το ειδικό προνόμιο αυτό, το κατέχουν οι ευρωβουλευτές για να προστατεύονται από αυθαίρετες διώξεις για όσα δηλώνουν ή πράττουν, ως νομοθέτες της ΕΕ.
Σύμφωνα δε με τους κανονισμούς, η ασυλία μπορεί να αρθεί μετά από σύσταση της Επιτροπής Νομικών Υποθέσεων και την ψηφοφορία της ολομέλειας των ευρωβουλευτών. Οι ευρωβουλευτές αναμένεται να συζητήσουν για την ασυλία της Καϊλή, στην επόμενη συνεδρίαση της επιτροπής νομικών υποθέσεων.
Από την άλλη πλευρά, ο δικηγόρος της κας Καϊλή, Σπύρος Παππάς, υποστήριξε ότι συνήθως, τέτοιες υποθέσεις απάτης κλείνουν αφού η OLAF, έχει ολοκληρώσει την έρευνα της, με τον ευρωβουλευτή να πληρώνει πίσω ότι η υπηρεσία λέει ότι οφείλει. Διερωτήθηκε επίσης πώς οι υπάλληλοι μπορούν να δικαιολογήσουν την άρση της ασυλίας για ενέργειες που χρονολογούνται από το 2014.