O Ευρωπαίος Επίτροπος Δημήτρης Αβραμόπουλος, δήλωσε πως θα προτείνει την σημαντική ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής.
«Σύντομα θα προτείνουμε για τα εξωτερικά μας σύνορα, την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων και της εντολής της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, ώστε να μετατραπεί σε μια γνήσια Ευρωπαϊκή Συνοριακή Αστυνομία που θα διαθέτει μόνιμο σώμα 10.000 συνοριοφυλάκων έως το 2020.»είπε
Ο κ. Αβραμόπουλος είχε κατ’ ιδίαν συναντήσεις με τον υπουργό Εσωτερικών της Γαλλίας Γκεράρντ Κολόμπ τον υπουργό Εσωτερικών της Ισπανίας Φερντάντο Γκράντε -Μαρλάσκα και τον υπουργό Εσωτερικών της Γερμανίας Χορστ. Ζεεχόφερ . Σε κοινή συνέντευξη τύπου με τον Προεδρεύοντα του Συμβουλίου και Υπουργό Εσωτερικών της Αυστρίας κ. Χέρμπερτ Κικλ και τον κ.Ζεεχόφερ , αφού ευχαρίστησε την Αυστριακή Προεδρία για τη φιλοξενία, ο Ευρωπαίος Επίτροπος ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής:
“Φθάνοντας σήμερα το πρωί στο Ινσμπουργκ ήμουν αισιόδοξος, ωστόσο τα αποτελέσματα είναι ακόμα καλύτερα απ’ ότι αναμέναμε. Ίσως κάποιοι απογοητεύτηκαν, αλλά είμαι βέβαιος ότι οι ευρωπαίοι πολίτες στην πλειοψηφία τους είναι ικανοποιημένοι με την έκβαση αυτής της πολύ σημαντικής συνάντησης. Είχαμε μια ανοικτή, ειλικρινή και πολιτική ανταλλαγή απόψεων για τη μετανάστευση, σε συνέχεια του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Αρχικά, επικεντρωθήκαμε στα συμπεράσματα των συζητήσεων των Ευρωπαίων ηγετών πριν από δύο εβδομάδες. Μπορούμε να προχωρήσουμε μόνο με μια κοινή, ευρωπαϊκή προσέγγιση σε αυτό το ζήτημα.
Υπήρξαν πολλές αναφορές και δηλώσεις κατά τις προηγούμενες εβδομάδες, αλλά θέλω, για μια ακόμα φορά, να είμαι σαφής: δεν βρισκόμαστε πλέον σε μεταναστευτική κρίση. Αν δει κανείς τα στοιχεία θα διαπιστώσει ότι από τις 1,8 εκ. αφίξεις το 2015, πέρυσι είχαμε 200.000, και έχουμε ακόμα λιγότερες φέτος.
Σαφώς, αυτό αποδεικνύει ό,τι όσα κάνουμε τα τελευταία τρία χρόνια, κάτω από δύσκολες συνθήκες, τόσο εντός της Ε.Ε. όσο και στη γειτονιά μας, έχουν αποτελέσματα. Πρέπει τώρα να αξιοποιήσουμε αυτή την πρόοδο, τόσο σε διαρθρωτικό επίπεδο όσο και σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Υπάρχουν τρεις τομείς όπου θα κάνουμε περισσότερα: πρώτον, για να προστατεύσουμε αποτελεσματικότερα τα εξωτερικά σύνορά μας, δεύτερον για να ενισχύσουμε τη συνεργασία μας με τους εταίρους μας εκτός της Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένης και της βελτίωσης του συντονισμού των επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης, και τρίτον, για να διασφαλίσουμε ότι θα έχουμε ένα σύγχρονο, ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου και επιστροφών. Όλα αυτά τα στοιχεία είναι αλληλένδετα.
Σε ό,τι αφορά τα εξωτερικά μας σύνορα, σύντομα θα προτείνουμε την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων και της εντολής της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, ώστε να μετατραπεί σε μια γνήσια Ευρωπαϊκή Συνοριακή Αστυνομία που θα διαθέτει μόνιμο σώμα 10.000 συνοριοφυλάκων έως το 2020.
Αυτό θα δώσει τη δυνατότητα στον Οργανισμό να βελτιώσει την υποστήριξη που παρέχει σε όλα τα Κράτη Μέλη, σε κάθε περίσταση. Επίσης, έχω καλέσει τους υπουργούς να αντιμετωπίσουν τα υφιστάμενα κενά σε ανθρώπινους και υλικοτεχνικούς πόρους.
Αναφορικά με τις έρευνες, τις διασώσεις και τις αποβιβάσεις, γίνεται τελευταία έντονη συζήτηση. Θέλω να είμαι απολύτως σαφής: δεν αναθέτουμε σε τρίτους τις αρμοδιότητές μας. Κάθε μελλοντικό σχέδιο θα σέβεται απόλυτα τη Συνθήκη της Γενεύης και τα ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα. Αυτό που θέλουμε είναι να μειώσουμε τα επικίνδυνα ταξίδια και τον αριθμό των ζωών που χάνονται.
Όσοι περίμεναν σήμερα να εμφανιστεί κάποιος “από μηχανής θεός” θα απογοητευθούν. Συνεχίζουμε να συζητάμε και εξετάζουμε την ιδέα των περιφερειακών πλατφορμών αποβίβασης από κοινού με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης και την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
Δεν πρόκειται να επιβληθεί κάτι εντός ή εκτός της Ευρώπης. Θέλω να επαναλάβω ότι οι γείτονές μας είναι εταίροι μας. Αντιμετωπίζουμε τις ίδιες προκλήσεις. Πρέπει να υποστηρίζουμε ο ένας τον άλλο και να συνεργαζόμαστε για το κοινό μας συμφέρον. Επίσης, σε ό,τι αφορά το εσωτερικό της ΕΕ, συζητήσαμε για τους τρόπους με τους οποίους τα Κρατη Μέλη μπορούν να διασφαλίσουν ότι, αφού οι μετανάστες έχουν αποβιβαστεί δεν θα διαφεύγουν, θα υποβάλλονται άμεσα σε ελέγχους και εν συνεχεία σε διαδικασίες ασύλου ή επιστροφής, ή θα μεταφέρονται εθελοντικά σε άλλα Κράτη Μέλη της Ε.Ε.
Η παράμετρος της αλληλεγγύης θα είναι κρίσιμη γι’ αυτή την προσέγγιση και αυτό κατέστησα σαφές στους Υπουργούς σήμερα. Για να συμβεί αυτό, η Ε.Ε. είναι έτοιμη να παράσχει την απαραίτητη οικονομική υποστήριξη, ενώ οι Ευρωπαϊκοί Οργανισμοί, η Ευρωπαϊκή Συνιοριοφυλακή και Ακτοφυλακή, ο EASO και η Europol, θα παράσχουν υποστήριξη σε ανθρώπινο δυναμικό και υλικοτεχνική υποδομή.
Με αυτό ακριβώς το πνεύμα και έχοντας κατά νου αυτούς τους στόχους επεξεργαζόμαστε την ιδέα για τα ελεγχόμενα κέντρα. Αυτό με οδηγεί στο τρίτο σημείο, τις επιστροφές και το άσυλο.
Οι επιστροφές όσων δεν έχουν δικαίωμα να διαμένουν στην Ε.Ε. θα πρέπει να επιταχυνθούν σημαντικά. Πρόκειται να προτείνω ορισμένες σημαντικές βελτιώσεις στους κανόνες επιστροφών, για να βελτιωθεί η συνοχή και η αποτελεσματικότητα της πολιτικής μας σε αυτόν τον τομέα. Πιο συγκεκριμένα, πρέπει να βελτιώσουμε τις διαδικασίες επιστροφών στα σύνορα. Πρόκειται, επίσης, να προτείνω την ενίσχυση της εντολής της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής για τις επιστροφές.
Όλα τα στοιχεία αυτά δεν θα έχουν καμία αξία αν δεν διαθέτουμε ένα λειτουργικό, κοινό, ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου. Αυτός είναι και ο λόγος που για ακόμα μια φορά κάλεσα τους υπουργούς να συμφωνήσουν και να υιοθετήσουν τις πέντε νομοθετικές προτάσεις για τη μεταρρύθμιση του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου που βρίσκονται κοντά σε ολοκλήρωση.
Σύντομα θα πρέπει να βρεθεί λύση και για τα δύο εναπομείναντα ζητήματα: τον Κανονισμό του Δουβλίνου και τον Κανονισμό για τη διαδικασία χορήγησης ασύλου. Αυτό θα μας επιτρέψει, επίσης, να περιορίσουμε τις δευτερογενείς μετακινήσεις εντός της Ε.Ε. Οι επόμενοι έξι μήνες θα είναι κρίσιμοι για να επιτύχουμε πρόοδο στους συγκεκριμένους τομείς και στηρίζομαι στην Αυστριακή Προεδρία γι’ αυτό το ζήτημα.
Την ίδια ώρα, θα πρέπει να συνεχίσουμε την επιχειρησιακή δράση μας. Προσβλέπω σε μια στενή συνεργασία με τον υπουργό κ. Κικλ και την αυστριακή κυβέρνηση τους επόμενους έξι μήνες. Είμαι αισιόδοξος ότι η ενότητα, η αλληλεγγύη και η κοινή λογική θα επικρατήσουν.»