To νέο ντοκιμαντέρ «Don’t Pick Up The Phone» περιγράφει τις φρικιαστικές λεπτομέρειες μιας υπόθεσης που κράτησε περισσότερα από 12 χρόνια.
Ήταν μία συνηθισμένη ημέρα του Απριλίου του 2004, όταν η 18χρονη Louise Ogborn έφτασε στα McDonald’s στο Κεντάκι των Η.Π.Α.,για να κάνει τη βάρδιά της. Όλα κυλούσαν ομαλά, μέχρι που κάτι παράξενο συνέβη.
Η υπεύθυνη κάλεσε ξαφνικά τη Louise για να της πει ότι κάποια πελάτισσα την κατηγόρησε ως κλέφτρα και ότι είχε στο τηλέφωνο κάποιον αστυνομικό που είχε ζητήσει είτε να την ψάξουν επί τόπου στο κατάστημα, είτε να οδηγηθεί στο τμήμα.
Η κοπέλα σε κατάσταση σοκ, ζήτησε να οδηγηθεί στο τμήμα, ωστόσο ο άνδρας στο τηλέφωνο που ισχυριζόταν ότι ήταν αστυνομικός, απαίτησε να τη γδύσουν επί τόπου. «Θυμάμαι ότι ήμουν στενοχωρημένη. Ήμουν τόσο αναστατωμένη που κάποιος θα με κατηγορούσε για κάτι τόσο φρικτό», είπε η Louise αργότερα σε μια κατάθεση στο δικαστήριο το 2007 και πρόσθεσε: «Έκλαιγα κυριολεκτικά με λυγμούς και τους παρακαλούσα να με πάνε στο αστυνομικό τμήμα γιατί δεν έκανα τίποτα κακό».
Η γυναίκα έπραξε όπως της πρόσταξε ο αστυνομικός στη γραμμή και η υπάλληλος έμεινε εντελώς γυμνή. Η κάμερα μέσα στο γραφείο κατέγραφε τα πάντα.
Υποτίθεται ότι έπρεπε να περιμένει την αστυνομία, ωστόσο οι ώρες περνούσαν και κανείς δεν εμφανιζόταν. Ο αστυνομικός στο τηλέφωνο είχε συνέχεια μια δικαιολογία για να καθυστερεί τη διαδικασία. Η υπεύθυνη δεν μπορούσε άλλο να μείνει με τη Louise γιατί είχε δουλειά κι έτσι κάλεσε τον αρραβωνιαστικό της να έρθει για να προσέχει τη γυμνή κοπέλα μην το σκάσει.
Ο αρραβωνιαστικός εμφανίστηκε, ωστόσο όσα έγιναν τις επόμενες δύο ώρες μόνο ως αρρωστημένα μπορούν να χαρακτηριστούν.
Ο αστυνομικός ζήτησε τηλεφωνικά από τον άντρα να βγάλει την ποδιά από τη Louise και να τη βάλει να χοροπηδάει γυμνή και να κάνει καθίσματα για να διαπιστώσει αν θα έπεφτε κάτι μέσα από το κορμί της. Μετά του ζήτησε να τη φιλήσει στο στόμα για να δει αν μύριζε κάτι. Όταν η κοπέλα αντέδρασε, ο αστυνομικός ζήτησε από τον άντρα να τη χτυπήσει. Μετά την ανάγκασαν να του κάνει στοματικό σεξ, ενώ η κοπέλα έκλαιγε ασταμάτητα και ζητούσε να την αφήσουν να φύγει.
Ο άντρας μόλις συνειδητοποίησε τι είχε συμβεί, έφυγε τρέχοντας, ζητώντας από έναν υπάλληλο να αναλάβει να την προσέχει.
Ο αστυνομικός ζήτησε και από τον άλλον άνδρα να κάνει τα ίδια, αλλά εκείνος κατάλαβε ότι κάτι πάει στραβά και αρνήθηκε κατηγορηματικά. Έντρομοι οι υπάλληλοι διαπίστωσαν αμέσως μετά, ότι όλα ήταν μία αρρωστημένη τηλεφωνική φάρσα. Και δυστυχώς δεν ήταν η πρώτη φορά, ούτε και η τελευταία.
Η αδιανόητη αυτή ιστορία έγινε ντοκιμαντέρ στο Netflix με τον τίτλο «Don’t Pick Up The Phone».
Η έρευνα των ντετέκτιβ για την υπόθεση των McDonald’s αποκάλυψε ότι ο ίδιος φαρσέρ είχε καλέσει επανειλημμένα επιχειρήσεις φαστ φουντ στην Αμερική, για μια περίοδο 12 ετών. Ο φαρσέρ συστηνόταν πάντα ως αστυνομικός στο τηλέφωνο και στόχευε πάντα εστιατόρια φαστ φουντ σε μικρές πόλεις, επειδή ήξερε ότι άπειροι, νέοι υπάλληλοι εργάζονταν εκεί κι έτσι θα ήταν πιο επιρρεπείς στο να ακολουθήσουν εντολές από ένα όργανο του νόμου.
Όπως στην περίπτωση των McDonalds με τη νεαρή Louise, πολλές φορές ο καλών έβαλε το άτομο στην άλλη άκρη της γραμμής να κάνει τρομερά πράγματα.
Υπάρχουν αναφορές για άτομα που είχαν υποστεί σεξουαλική κακοποίηση, επιθέσεις και βασανιστήρια.
Τελικά ο φαρσέρ εντοπίστηκε μέσω των τηλεφωνικών καρτών με τις οποίες καλούσε τα καταστήματα – κάτι που ακούγεται εύκολο, αλλά δεν ήταν και τόσο πριν από 18 χρόνια. Ο φερόμενος καλών ήταν ένας άνδρας ονόματι Ντέιβιντ Ρίτσαρντ Στιούαρτ, πατέρας πέντε παιδιών που ζούσε στην πόλη του Παναμά στη Φλόριντα και εργαζόταν ως σωφρονιστικός υπάλληλος. Όταν ήρθε αντιμέτωπος με τα εγκλήματά του, ο Στιούαρτ τα αρνήθηκε, αλλά στη συνέχεια δεν μπορούσε να κρύψει την ταραχή του.
Ο Στιούαρτ συνελήφθη για πλαστοπροσωπία και υποκίνηση σοδομισμού και αντιμετώπισε ποινή φυλάκισης 15 ετών. Ο δικηγόρος του υποστήριξε ότι απλά δεν ήταν αρκετά έξυπνος για να ξεγελάσει τόσους πολλούς ανθρώπους για τόσα χρόνια. Το δικαστήριο συμφώνησε και ο Στιούαρτ… αθωώθηκε.