Η Γερμανία έπεσε η ίδια θύμα της δημοσιονομικής της αυστηρότητας, όπως αυτή που επέβαλε και στην Ελλάδα στα χρόνια των μνημονίων και δεν μπορεί πλέον να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες του ομοσπονδιακού κράτους και των επιχειρήσεων.
Έπεσε επίσης θύμα και της συνεχούς χρηματοδότησης της Ουκρανίας καθώς δημιούργησε τεράστια ελλείμματα στον προϋπολογισμό της, τα οποία όμως απαγορεύεται από το Σύνταγμα να τα «καλύψει».
Πρόκειται για το περιβόητο και συνταγματικά κατοχυρωμένο «φρένο χρέους το οποίο ενέταξε στο Σύνταγμα το 2009.
Δεκατέσσερα χρόνια αργότερα, με την κυβέρνηση του Όλαφ Σολτς να οδηγεί την χώρα σε οικονομική καταστροφή, ο αυστηρός περιορισμός των δημόσιων ελλειμμάτων δεν φαίνεται τελικά τόσο καλή ιδέα.
Επειδή λοιπόν η Γερμανία χρηματοδότησε δίχως όρια την Ουκρανία στον πόλεμο κατά της Ρωσίας και επειδή πλέον λόγω των αντιρωσικών κυρώσεων δεν προμηθεύεται φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο όπως λίγα χρόνια πριν, το οποίο έκανε την γερμανική οικονομία ανταγωνιστική, το Βερολίνο βρίσκεται ξαφνικά μπροστά σε μία πρωτοφανή οικονομική κρίση.
Για να γίνονται επ’ αόριστον χρηματοδοτήσεις πρέπει να μην υπάρχουν και όρια στα χρέη.
Στην Ελλάδα πολλοί θα πουν (και σωστά) ότι πρόκειται για «Θεία Δίκη».
Οι δημοσιονομικοί περιορισμοί που επέβαλε η Γερμανία στην Ελλάδα στα χρόνια των μνημονίων έφεραν την κυριολεκτική εξαθλίωση του ελληνικού λαού.
Σε δημοσκόπηση που δημοσιεύεται σήμερα, το 52% των ερωτηθέντων τάσσεται υπέρ της διάλυσης του κυβερνητικού συνασπισμού πριν από την ολοκλήρωση της νομοθετικής περιόδου, ενώ το 36% εκτιμά ότι η κυβέρνηση πρέπει να συνεχίσει το έργο της.
Στο ερώτημα, με ποια εργαλεία θα πρέπει να ξεπεραστεί η τρέχουσα κρίση γύρω από τον προϋπολογισμό, το 39% απαντά «με αυξήσεις φόρων για τους πλούσιους», το 35% «με περικοπές στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό» και το 17% «με αναστολή του φρένου χρέους».
«Ήταν το μεγαλύτερο λάθος στη γερμανική οικονομική πολιτική τα τελευταία 20 με 30 χρόνια», τόνισε στους Financial Times ο Γενς Σουεντεκούμ, καθηγητής διεθνών οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Χάινριχ Χάινε του Ντίσελντορφ, αναφερόμενος στο «φρένο χρέους»
«Αυτή η ανοησία -γιατί περί αυτού πρόκειται- βρίσκεται τώρα στο Σύνταγμα και δεν μπορούμε να το ξεφορτωθούμε».
Οι αμφιβολίες σχετικά με το φρένο χρέους -το οποίο η Γερμανία έχει επιδιώξει να επιβάλει και σε άλλες χώρες της ευρωζώνης- έχουν πολλαπλασιαστεί μετά την απόφαση-βόμβα του συνταγματικού δικαστηρίου της περασμένης εβδομάδας, η οποία έφερε τα σχέδια δαπανών σε κατάρρευση και βύθισε τον εύθραυστο συνασπισμό του Σολτς στη χειρότερη κρίση της διετούς διακυβέρνησής του.
Οι συνομιλίες για τον προϋπολογισμό του επόμενου έτους αναβλήθηκαν επ’ αόριστον και η μελλοντική χρηματοδότηση για την Ουκρανία και άλλες σημαντικές γραμμές δαπανών «πάγωσαν», με τα τρία κυβερνώντα κόμματα να διαφωνούν για το τι θα κάνουν στη συνέχεια.
Το δικαστήριο μπλόκαρε την κίνηση της κυβέρνησης να μεταφέρει 60 δισ. ευρώ αχρησιμοποίητης δανειοληπτικής ικανότητας από τον προϋπολογισμό της για την πανδημία σε ένα «ταμείο για το κλίμα και τον μετασχηματισμό» (KTF), το οποίο χρηματοδοτεί έργα για τον εκσυγχρονισμό της γερμανικής βιομηχανίας και την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.
Οι δικαστές, μεγάλο μέρος του σκεπτικού των οποίων βασίστηκε στην αρχή – και τις επιπτώσεις – του «φρένου χρέους», δήλωσαν ότι η μετατόπιση των κεφαλαίων «δεν πληροί τις συνταγματικές απαιτήσεις για δανεισμό έκτακτης ανάγκης».
Οι υπουργοί προσπαθούν τώρα μανιωδώς να βρουν πώς θα κλείσουν την τρύπα των 60 δισ. ευρώ στα οικονομικά της Γερμανίας.
Η κρίση έχει αναδείξει πώς οι ακούσιες συνέπειες του κανόνα για το χρέος, που σχεδιάστηκε ως ένας τρόπος ενίσχυσης της εμπιστοσύνης στα δημόσια οικονομικά της Γερμανίας, κινδυνεύουν να αποσταθεροποιήσουν ολόκληρο το δημοσιονομικό σύστημα της χώρας, με τεράστιες δυνητικές επιπτώσεις για την ευρωζώνη.
Τα ολοένα και πιο περίπλοκα τεχνάσματα στα οποία έχουν καταφύγει οι υπουργοί για να παρακάμψουν τον συνταγματικό κανόνα έχουν πλέον καταγγελθεί από το ανώτατο δικαστήριο της Γερμανίας, σε μια κίνηση που θα μπορούσε να αποδυναμώσει δραστικά την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων στην ικανότητα των πολιτικών τους.
Ο κανόνας εισήχθη για πρώτη φορά το 2009, περιορίζει το διαρθρωτικό έλλειμμα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης στο 0,35% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, προσαρμοσμένο στον οικονομικό κύκλο, και ουσιαστικά απαγορεύει στα 16 ομόσπονδα κρατίδια της Γερμανίας να έχουν καθόλου ελλείμματα.
Αυτό κορυφώθηκε με το δημοσιονομικό σύμφωνο του 2012, το οποίο υπαγόρευε αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία για όλα τα μέλη της ευρωζώνης και το οποίο το Βερολίνο θεωρούσε ως ένα πρώτο βήμα προς μια «δημοσιονομική ένωση».
Οι ελπίδες για μεταρρύθμιση, ωστόσο, μπορεί να αποδειχθούν απατηλές. Οποιαδήποτε αλλαγή του Συντάγματος απαιτεί πλειοψηφία δύο τρίτων στην Μπούντεσταγκ.
Ωστόσο, δεν είναι σαφές αν οι Χριστιανοδημοκράτες της αντιπολίτευσης θα θέλουν να συμμετέχουν σε κάτι τέτοιο.
«Και έτσι το αποτέλεσμα είναι ότι τελικά οι δικαστές και οι δικηγόροι θεσπίζουν τη δημοσιονομική πολιτική και όχι οι οικονομολόγοι», δήλωσε Γερμανός αξιωματούχος.