Το 1977, στην Μελβούρνη της Αυστραλίας, οι κάτοικοι συγκλονίστηκαν από τη διπλή δολοφονία δύο νεαρών γυναικών, ηλικίας 27 και 28 ετών. Τελικά, 47 χρόνια αργότερα, στο αεροδρόμιο της Ρώμης, ένας 65χρονος Ελληνοαυστραλός συνελήφθη για την δολοφονία των δύο γυναικών.
Τόσο η 27χρονη Suzan Armstrong , όσο και η 28χρονη Suzan Bartlett είχαν μαχαιρωθεί πολλές φορές, σύμφωνα με την αστυνομία.
Οι φόνοι της οδού Ίζι (Easy Street Murders), όπως έγιναν γνωστοί, ήταν μια από τις πιο πολύκροτες ανεξιχνίαστες υποθέσεις της Μελβούρνης, που παρέμενε άλυτη για δεκαετίες.
Η Armstrong και η Bartlett σκοτώθηκαν τον Ιανουάριο του 1977 στο νοικιασμένο σπίτι τους σε ταράτσα στο Collingwood, ενώ το 16 μηνών νήπιο της Armstrong κοιμόταν σε άλλο δωμάτιο.
Τα πτώματα των γυναικών βρέθηκαν στο σπίτι στις 13 Ιανουαρίου, τρεις ημέρες αφότου τις είχαν δει για τελευταία φορά ζωντανές, με το παιδί ταλαιπωρημένο και αφυδατωμένο, αλλά κατά τα άλλα σώο.
Αν ο ομογενής είναι ο δράστης, τότε διέπραξε το έγκλημα σε ηλικία 17 ετών.
Ο ίδιος είχε τότε εξεταστεί ως ύποπτος τυχαία για άλλο λόγο, επειδή βρέθηκε την επίμαχη νύχτα στην γειτονιά των γυναικών και είχε στην κατοχή του μαχαίρι, όμως αφέθηκε ελεύθερος και δεν συμπεριελήφθη στην αρχική λίστα των υπόπτων, που απαριθμούσε 131 άτομα.
Ο λόγος ήταν ότι ναι μεν είχε βρεθεί επάνω του μαχαίρι, όμως τα πτώματα των γυναικών δεν είχαν ακόμη βρεθεί.
Απλά προσήχθη για την οπλοκατοχή.
Επιπλέον τότε η εξέταση DNA ήταν αναξιόπιστη και στα σπάργανα ως εγκληματολογικό εργαλείο.
Όταν το 2017 η αυστραλιανή αστυνομία ζήτησε δείγμα DNA και από τους 131 υπόπτους για εκείνους τους φόνους (πλέον ειχε συμπεριλάβει και τον 17χρονο) , ο ομογενής δέχθηκε, αλλά προτού το δώσει πρόλαβε και εγκατέλειψε την Αυστραλία και ήρθε στην Ελλάδα.
Η αστυνομία της Αυστραλίας έπεισε τους συγγενείς του να δώσουν δείγμα DNA του φερομένου ως δράστη και μάλλον σε αυτό στηρίζεται όλο το κατηγορητήριο.
Η αστυνομία αναζητούσε εδώ και χρόνια τον συλληφθέντα, έχοντας τον αναγνωρίσει ως πρόσωπο ενδιαφέροντος.
Λόγω της 20ετούς παραγραφής στην Ελλάδα για την κίνηση της διαδικασίας απαγγελίας κατηγοριών για φόνο και του χρόνου που είχε παρέλθει μέχρι να υπάρξουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για την απαγγελία τους, ο άνδρας δεν μπορούσε να κατηγορηθεί όσο βρισκόταν στην Ελλάδα.
Αντ’ αυτού εκδόθηκε για αυτόν μια κόκκινη ειδοποίηση της Ιντερπόλ και οι ιταλικές αρχές ενήργησαν βάσει αυτής όταν τον συνέλαβαν στο αεροδρόμιο Leonardo Da Vinci της Ρώμης.