Μια εκατομμυριούχος εστιάτορας μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου από τον ίδιο της τον εγγονό, αφού ανησύχησε για την ποσότητα κάνναβης που κάπνιζε.
Η 69χρονη Sue Addis, ιδιοκτήτρια των δημοφιλών εστιατορίων Donatello’s και Pinocchio’s στο Μπράιτον, δέχτηκε επίθεση από τον εγγονό της Pietro καθώς βρισκόταν στο μπάνιο στο σπίτι της αξίας 1 εκατομμυρίου λιρών.
Τη μαχαίρωσε 17 φορές με τουλάχιστον δύο μαχαίρια, προκαλώντας της θανάσιμα τραύματα στο στήθος και το λαιμό.
Στο δικαστήριο Lewes Crown Court ακούστηκε ότι φέρεται να κάλεσε το 999 και να είπε:« Τηλεφωνώ για να παραδοθώ. Έγινε φόνος».
Το δικαστήριο άκουσε ότι ο 19χρονος σήμερα Pietro Addis επιτέθηκε στη γιαγιά του κατά τη διάρκεια του τρίτου πανδημικού lockdown στις 7 Ιανουαρίου του 2021.
O έφηβος προερχόταν από γνωστή οικογένεια που διατηρούσε αλυσίδα ιταλικών εστιατορίων στο Μπράιτον.
Σπουδαστής σε κολέγιο εστίασης στο Μπράιτον, είχε φιλοδοξίες να γίνει σεφ και εργαζόταν στο οικογενειακό εστιατόριο.
Η Addis ήταν μια εξαιρετικά σεβαστή προσωπικότητα στην επιχειρηματική κοινότητα του Μπράιτον και άνοιξε για πρώτη φορά τα Donatello’s και Pinocchio’s τη δεκαετία του 1970.
Οι τρεις γιοι της Leo, Stefano και Mikele εργάστηκαν όλοι στα εστιατόρια, τα οποία ήταν από τα πιο δημοφιλή στο παραθαλάσσιο θέρετρο και προσέλκυαν διασημότητες όπως ο ηθοποιός Bill Nighy, το μοντέλο Katie Price, η ηθοποιός Michelle Collins και πλήθος ποδοσφαιριστών της Premier League.
Σύμφωνα με όσα ειπώθηκαν στο δικαστήριο, ο Pietro είχε διαγνωστεί με ΔΕΠΥ και του είχε συνταγογραφηθεί φαρμακευτική αγωγή για την πάθηση.
Όμως, εκτός από τη λήψη των συνταγογραφούμενων φαρμάκων, είχε επίσης αρχίσει να καπνίζει κάνναβη και να παίρνει αντικαταθλιπτικά και η συμπεριφορά του είχε επιδεινωθεί.
Άρχισε να παραλείπει το κολλέγιο και συχνά δεν εμφανιζόταν στη δουλειά του στο οικογενειακό εστιατόριο. Kάπνιζε ένα ή δύο τσιγαριλίκια κάνναβης το βράδυ, τρεις ή τέσσερις φορές την εβδομάδα.
Ο έφηβος ζούσε με τον πατέρα του, Leo, και τη μητριά του κατά τη διάρκεια του λουκέτου στο Brighton, αλλά μετά από έναν καυγά μετακόμισε και πήγε να μείνει με τη γιαγιά του.
Ο πατέρας του πίστευε ότι το φάρμακο για τη ΔΕΠΥ που του είχε συνταγογραφηθεί έφταιγε σε μεγάλο βαθμό για τα προβλήματα του γιου του και ότι θα πετούσε τα φάρμακα στην τουαλέτα.
Αυτό οδήγησε σε καβγάδες στο σπίτι και στα τέλη Δεκεμβρίου αποφασίστηκε ότι ο έφηβος θα πήγαινε να ζήσει με τη γιαγιά του στο σπίτι της στο Withdean.
Οι ανησυχίες της γιαγιάς του
Η γιαγιά του είχε πει στις φίλες του, Sue Eastman και Denise Taylor, ότι ανησυχούσε όλο και περισσότερο για τη χρήση κάνναβης από τον εγγονό του.
Έγραψε επίσης στη Δρ Daphne Keen, την ψυχολόγο που διέγνωσε τη ΔΕΠΥ του το 2018, ότι ο εγγονός της κάπνιζε συνεχώς “χόρτο”, το οποίο σε συνδυασμό με τα φάρμακά του τον έκανε άτονο και αργό.
Εκτός από τη χρήση κάνναβης, ο Addis έπαιρνε επίσης Xanax, ένα αντικαταθλιπτικό.Ο φίλος George Cameron δήλωσε ότι είχε παρατηρήσει μια τεράστια αλλαγή στον έφηβο τους μήνες που προηγήθηκαν της δολοφονίας.
Είπε στην αστυνομία ότι ο φίλος του είχε γίνει «αρνητικός και απελπισμένος» και είχε γίνει επίσης αρκετά παρανοϊκός.
Η περίεργη συμπεριφορά του 19χρονου
Τις ημέρες που προηγήθηκαν της υποτιθέμενης δολοφονίας ο Addis συμπεριφερόταν επίσης πολύ περίεργα. Είχε αρχίσει να χτυπάει την πόρτα του υπνοδωματίου της γιαγιάς του τη νύχτα λέγοντάς της ότι την αγαπούσε.
Το δικαστήριο άκουσε ότι οι γονείς του Pietro χώρισαν λίγο μετά τη γέννησή του και η μητέρα του πέθανε όταν ήταν έξι ετών. Το καλοκαίρι του 2019, ο Pietro άρχισε να καπνίζει κάνναβη.
Ο εισαγγελέας Rossano Scamardella KC είπε στο δικαστήριο: «Φαίνεται ότι ο Pietro πουλούσε ρούχα για να χρηματοδοτήσει τη συνήθειά του στην κάνναβη».
Πρόσθεσε ότι, την ημέρα του θανάτου της, η Addis επέστρεψε από την εργασία της στο Donatello γύρω στις 4 το απόγευμα και άρχισε να ψάχνει στο διαδίκτυο για θεραπεία για τον εγγονό της.
Είπε χαρακτηριστικά: «Έψαχνε για το “The Priory, Ticehurst”, το οποίο είναι μια ιδιωτική κλινική/νοσοκομείο για θεραπεία εθισμού και ψυχικής υγείας.
Έψαξε επίσης “Brighton to Ticehurst by car” – προφανώς για να δει πόσο μακριά ήταν. Οι έρευνες της αστυνομίας για το Priory δείχνουν ότι στην πραγματικότητα δεν ελήφθη κανένα ερώτημα από την κ. Addis, αλλά φαίνεται ότι εξέταζε το ενδεχόμενο ενδονοσοκομειακής θεραπείας για τον εγγονό της σε ένα εξειδικευμένο κέντρο».
Η δολοφονία
Και συνέχισε: «Το τι ακολούθησε στη συνέχεια μέχρι το θάνατό της δεν είναι σαφές. Μόνο οι δυο τους βρίσκονταν στο σπίτι και κανείς άλλος εκτός από την κυρία Addis και τον Pietro δεν ήταν μάρτυρας των γεγονότων αμέσως πριν τη μαχαιρώσει μέχρι θανάτου καθώς βρισκόταν στο μπάνιο».
Μετά τη δολοφονία ο Addis κάλεσε το 999 και είπε: «Έγινε φόνος». Όταν τον ρώτησαν πώς συνέβη, είπε: «Ουδέν σχόλιο», αλλά όταν τον ρώτησαν πόσο σίγουρος ήταν ότι η γιαγιά του ήταν νεκρή, είπε στην αστυνομία: «100%».
Ο κ. Scamardella δήλωσε: «Ο Pietro Addis κατηγορείται για τη δολοφονία της γιαγιάς του, Susan Addis. Παραδέχεται τη δολοφονία της. Η άποψή του είναι ότι έπασχε από παρανοϊκή ψύχωση εκείνη τη στιγμή, γεγονός που μειώνει την ευθύνη του για τη δολοφονία και έχει δηλώσει ένοχος για ανθρωποκτονία για να αντικατοπτρίζει αυτή τη θέση».
Είπε ότι οι ένορκοι θα ακούσουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η συμπεριφορά και η παρουσίαση του εφήβου κατά τους μήνες πριν από το θάνατο της κυρίας Addis «είναι πιθανό να αποτελούν ενδείξεις για τις επιπτώσεις του καπνίσματος κάνναβης».
Η μεταθανάτια εξέταση αποκάλυψε 17 μαχαιριές στο σώμα: δύο στο λαιμό, τέσσερις στο στήθος, πέντε στην κοιλιά, τέσσερις στο αριστερό χέρι και δύο στο αριστερό πόδι. Ο θάνατος επήλθε από τις μαχαιριές στο λαιμό και δύο από τις μαχαιριές στο στήθος. Οι ιατροδικαστές βρήκαν τρία μαχαίρια στον τόπο του εγκλήματος.
Το πρώτο ήταν ένα μεγάλο μαχαίρι με μαύρη λαβή που βρέθηκε κοντά σε ένα χαλάκι μπάνιου που βρέθηκε κοντά στην μπανιέρα. Το δεύτερο ήταν ένα μικρότερο μαχαίρι με μαύρη λαβή που βρέθηκε κάτω από το σώμα της κ. Addis όταν την σήκωσαν από την μπανιέρα. Τέλος, η αστυνομία βρήκε ένα τρίτο μαχαίρι μέσα σε ένα μπουφάν που βρέθηκε στο υπνοδωμάτιο του Pietro.
Ο Addis παραδέχτηκε την ανθρωποκτονία, αλλά αρνήθηκε την κατηγορία του φόνου. Η δίκη συνεχίζεται.