ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Αν δεν ψηφίσουν οι νεοδημοκράτες στον ΣΥΡΙΖΑ όπως έκαναν στο ΠΑΣΟΚ «δεν έχει γούστο»
prodeals

ΓΣΕΒΕΕ: Το 30% των επιχειρήσεων βρίσκεται χωρίς ταμειακά αποθέματα

Τρεις στις δέκα επιχειρήσεις καταγράφουν μηδενικά ταμειακά αποθέματα, μείωση ή στασιμότητα τζίρου, αλλά και αύξηση του κόστους λειτουργίας. Αυτά τα στοιχεία περιγράφει η εξαμηνιαία έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ.

Σύμφωνα με την οποία, το 29,6% των επιχειρήσεων δεν έχει καθόλου ρευστά διαθέσιμα ενώ για το 22,5% επαρκούν το πολύ για έναν μήνα (22,5%).

Επιπλέον, επισημαίνεται οι επιπτώσεις από το πληθωριστικό κύμα των τελευταίων ετών είναι εμφανείς στην αύξηση του λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων το οποίο, με βάση τα ευρήματα της έρευνας, έχει αυξηθεί μεσοσταθμικά κατά 37,4%.

Ιδιαίτερα υψηλό παραμένει και το ποσοστό των επιχειρήσεων με καθυστερημένες-ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις (29%).

Για τις επιχειρήσεις αυτές, τα προβλήματα ρευστότητας είναι εντονότερα και, αντιστρόφως, ασθενέστερη η δυνατότητά τους να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και να ξεφύγουν από τον φαύλο κύκλο της υπερχρέωσης.

Στα θετικά ευρήματα συμπεριλαμβάνεται η συνεχιζόμενη αύξηση της απασχόλησης, καθώς το ισοζύγιο των επιχειρήσεων που μετέβαλαν το προσωπικό τους κατά το Α΄εξάμηνο του 2024 παρέμεινε θετικό.

Θετικές είναι, επίσης, οι εκτιμήσεις και για το δεύτερο εξάμηνο του 2024, καθώς το 9,2% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι θα αυξήσει το προσωπικό, έναντι 6,0 % που δήλωσε ότι θα το μειώσει.

Παρά, ωστόσο, τα θετικά ευρήματα για την απασχόληση, περισσότερες από 1 στις 3 επιχειρήσεις δήλωσαν ότι αντιμετωπίζουν δυσκολίες εξεύρεσης προσωπικού.

Τέλος, επιδείνωση καταγράφεται στον δείκτη βιωσιμότητας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, καθώς το 3,2% κινδυνεύει με άμεση διακοπή της δραστηριότητάς του.

Δείκτης οικονομικού κλίματος

Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων παρουσιάζει σημαντική επιδείνωση, υποχωρώντας κατά 14,3 μονάδες σε σχέση με το προηγούμενο εξάμηνο.

Συγκεκριμένα, διαμορφώνεται στις 49,6 μονάδες από τις 63,9 που ήταν το Β΄εξάμηνο του 2023.

Ο Δείκτης Προσδοκιών των ΜμΕ υποχωρεί στις μόλις 55 μονάδες, εμφανίζοντας πτώση 8,9 μονάδων σε σχέση με το προηγούμενο εξάμηνο, αποτυπώνοντας την έντονη ανησυχία των επιχειρήσεων για την πορεία της οικονομίας και τη βιωσιμότητά τους.

Κύκλος εργασιών

Σημαντική είναι η επιδείνωση στον κύκλο εργασιών των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων σε σύγκριση με ολόκληρο το 2023 αλλά και το δεύτερο εξάμηνο του 2022.

Σχετιζόμενη, προφανώς, με τη μακρόχρονη κρίση ακρίβειας και εξασθένησης της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών.

Το ποσοστό των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων που σημειώνουν αύξηση του κύκλου εργασιών τους περιορίζεται σε μόλις 20,5% επί του συνόλου, έναντι των μισών περίπου που δήλωσαν μείωση του κύκλου εργασιών (46,2%).

Παρατηρείται μια θετική σχέση του κύκλου εργασιών με το μέγεθος των επιχειρήσεων.

Δηλαδή, όσο μεγαλύτερο είναι το μέγεθος της επιχείρησης, τόσο καλύτερες είναι και οι επιδόσεις ως προς τον κύκλο εργασιών.

Ειδικότερα, το 47,6% των επιχειρήσεων με προσωπικό 10 άτομα και άνω δήλωσε ότι ο κύκλος εργασιών του αυξήθηκε το Α΄εξάμηνο του 2024, έναντι του 23,3% των πολύ μικρών επιχειρήσεων (1-9 εργαζόμενους) και 10,2% των επιχειρήσεων χωρίς προσωπικό.

Τομεακά, η μεγαλύτερη επιδείνωση καταγράφεται στις εμπορικές επιχειρήσεις, με το 57,9% αυτών να δηλώνουν μείωση του κύκλου εργασιών το Α΄εξάμηνο του 2024.

Αποτελέσματα χρήσης

Περίπου 6 στις 10 επιχειρήσεις (56,2%) δήλωσαν ότι είχαν κέρδη το 2023, ποσοστό αυξημένο σε σχέση με το 2022 (51%).

Από την άλλη μεριά, το 21% των επιχειρήσεων δήλωσε ζημίες (22,4% το αντίστοιχο ποσοστό το 2022), ενώ το 14,8% των επιχειρήσεων δήλωσε πως δεν είχε ούτε κέρδη, ούτε ζημίες (16,1% το αντίστοιχο ποσοστό το 2022).

Όσον αφορά στις ατομικές επιχειρήσεις περίπου 1 στις 2 έκλεισαν με κέρδη το 2023.

Αυτό σημαίνει ότι τουλάχιστον οι μισές ατομικές επιχειρήσεις κλήθηκαν να πληρώσουν αυξημένο φόρο για το 2023, αφού πλέον η φορολογία τους υπολογίζεται με βάση τον νέο τεκμαρτό τρόπο.

Ρευστότητα – Ταμειακά διαθέσιμα

Η έλλειψη ρευστότητας παραμένει ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων, αντανακλώντας τη διαχρονικά περιορισμένη πρόσβασή τους σε χρηματοδοτικές πηγές, είτε για κεφάλαια κίνησης, είτε για επενδύσεις.

Για το πρώτο εξάμηνο του 2024 καταγράφεται μείωση της ρευστότητας για σχεδόν 6 στις 10 επιχειρήσεις (55,9%).

Περισσότερες από τις μισές επιχειρήσεις δεν έχουν (29,6%) ή έχουν το πολύ για ένα μήνα (22,5%) ταμειακά διαθέσιμα, αντικατοπτρίζοντας το πρόβλημα ρευστότητας που αντιμετωπίζει ένας αρκετά μεγάλος αριθμός μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.

Η ταμειακή επάρκεια των επιχειρήσεων συσχετίζεται με το μέγεθός τους, καθώς οι μικρότερες επιχειρήσεις εμφανίζουν σημαντικά μεγαλύτερη έλλειψη ρευστών διαθεσίμων από ό,τι οι μεγαλύτερες.

Ειδικότερα, το 40,49% των επιχειρήσεων χωρίς προσωπικό δήλωσε ότι δεν έχει ταμειακά διαθέσιμα, ενώ το ποσοστό αυτό μειώνεται όσο αυξάνεται το μέγεθος της επιχείρησης, αντιστοιχώντας στο 24,89% των πολύ μικρών επιχειρήσεων (1-9 εργαζόμενους) και στο 14,29% των επιχειρήσεων με προσωπικό από 10 άτομα και άνω.

Σοβαρό πρόβλημα ρευστότητας φαίνεται να αντιμετωπίζει το 35,1% των εμπορικών επιχειρήσεων, το 26,4% των επιχειρήσεων στον τομέα των υπηρεσιών και το 26% των επιχειρήσεων στον τομέα της μεταποίησης.

Δεδομένου ότι τα προαναφερόμενα ποσοστά αφορούν σε επιχειρήσεις με μηδενικά ρευστά διαθέσιμα.

Ιδιαίτερα δυσμενή είναι τα στοιχεία για τις επιχειρήσεις εστίασης, καθώς το ποσοστό εκείνων που δεν έχουν καθόλου ταμειακά διαθέσιμα ανέρχεται στο 30% και εκείνων που τα διαθέσιμά τους επαρκούν το πολύ για έναν μήνα ανέρχεται στο 37,1%.

Απασχόληση

Στην απασχόληση το ισοζύγιο των επιχειρήσεων που μετέβαλαν το προσωπικό τους παρέμεινε θετικό.

Συγκεκριμένα, το πρώτο εξάμηνο του 2024, οι επιχειρήσεις οι οποίες δήλωσαν ότι αύξησαν το προσωπικό τους αντιστοιχούν στο 10,3%, έναντι 6,6,% που δήλωσε ότι το μείωσε.

Θετικές είναι οι εκτιμήσεις και για το δεύτερο εξάμηνο του 2024, καθώς το 9,2% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι θα αυξήσει το προσωπικό, έναντι 6,0 % που δήλωσε ότι θα το μειώσει.

Το σύνολο των κλάδων της ελληνικής οικονομίας παρουσίασε θετικό ισοζύγιο, με τον κλάδο της μεταποίησης-βιοτεχνίας να παρουσιάζει τη μεγαλύτερη αύξηση ως προς την απασχόληση (15,1% των επιχειρήσεων δήλωσαν ότι αύξησαν το προσωπικό τους, έναντι 7,3% που δήλωσαν ότι το μείωσαν), αντιστρέφοντας, μάλιστα, το πρόσημό του από αρνητικό που ήταν κατά το προηγούμενο εξάμηνο σε θετικό.

Οι επιχειρήσεις με κύκλο εργασιών άνω των 300.000 € και άνω των πέντε (5) ατόμων προσωπικό συνεχίζουν να παρουσιάζουν τη θετικότερη σχέση αύξησης/μείωσης εργαζομένων.

Κενές θέσεις εργασίας

Σημαντικό εύρημα της έρευνας αποτελεί το αρνητικό ισοζύγιο που αποτυπώνεται όσον αφορά το ερώτημα κατά πόσον οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πρόβλημα στην εξεύρεση εργαζομένων, αναδεικνύοντας δομικά προβλήματα στην ελληνική αγορά εργασίας, όπως αυτό της «αναντιστοιχίας δεξιοτήτων».

Πιο συγκεκριμένα, στο ερώτημα αυτό το 35,2% των επιχειρήσεων απάντησε ότι αντιμετωπίζει πρόβλημα, έναντι 34,6% που απάντησε ότι δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα.

Αναφορικά με τις ειδικότητες που παρουσιάζουν έλλειψη στην αγορά εργασίας, οι ειδικευμένοι τεχνίτες/χειριστές μηχανημάτων (37,1%), οι εργάτες/βοηθοί μαστόρων και το προσωπικό καθαριότητας (17,9%).

Καθώς και οι ειδικότητες που σχετίζονται με τον τομέα του τουρισμού και της εστίασης (σερβιτόροι, μάγειρες και ζαχαροπλάστες) (13,2%) αποτελούν, κατά σειρά προτεραιότητας, τις τρεις σημαντικότερες κατηγορίες.

Σε κλαδικό επίπεδο, η πλειονότητα των επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν πρόβλημα στην εξεύρεση εργαζομένων ανήκουν στη μεταποίηση.

Αναφορικά με τους κυριότερους παράγοντες για τη έλλειψη προσωπικού στην αγορά εργασίας, οι επικρατέστερες απαντήσεις, σύμφωνα με τις επιχειρήσεις, αφορούν με σειρά προτεραιότητας τις μη ανταγωνιστικές αμοιβές (41,3%), την επιδοματική πολιτική της κυβέρνησης (36,9%), καθώς και την έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού (35,4%), ενώ σημαντικό είναι και το ποσοστό των επιχειρήσεων που έδωσε ως απάντηση τη μετανάστευση εργαζομένων σε άλλες χώρες (18,8%).

Σε επίπεδο μεγέθους, οι μικρότερες επιχειρήσεις, με ετήσιο τζίρο έως 50.000 € και χωρίς προσωπικό θεωρούν ότι ο κυριότερος λόγος δυσκολίας εύρεσης εργαζομένων είναι οι μη ανταγωνιστικές αμοιβές (50,0%), ενώ στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις (4-5 άτομα και άνω των 5 ατόμων) η δημοφιλέστερη απάντηση είναι η έλλειψη εξειδίκευσης (47,5% και 44,8% αντίστοιχα).

Ο τομέας της μεταποίησης αποτελεί τον κλάδο στον οποίον η κυριότερη αιτία δυσκολίας εύρεσης εργαζομένων θεωρείται η έλλειψη ειδικευμένου προσωπικού (42,2%).

Σε γεωγραφικό επίπεδο, η έλλειψη ειδικευμένου προσωπικού θεωρείται ως ο κυριότερος λόγος δυσκολίας εύρεσης εργαζομένων στη Βόρεια Ελλάδα, καθώς και στα Νησιά Αιγαίου και την Κρήτη, ενώ το υψηλότερο ποσοστό επιχειρήσεων που θεωρεί ως βασικό λόγο δυσκολίας εύρεσης προσωπικού τις μη ανταγωνιστικές αμοιβές σημειώνεται στην περιοχή της Αττικής.

Ζήτηση – Παραγγελίες

Η ζήτηση το πρώτο εξάμηνο του 2024 υπολείπεται σημαντικά ολόκληρου του 2023, με μόλις 1 στις 5 επιχειρήσεις (20,4%) να δηλώνει αύξηση της ζήτησης, έναντι περίπου των μισών επιχειρήσεων (45,7%) που δηλώνουν μείωση της ζήτησης.

Το μεγαλύτερο ποσοστό μείωσης της ζήτησης εντοπίζεται στις επιχειρήσεις του εμπορίου (58,9%), έναντι μόλις 12,4% που δηλώνει αύξηση.

Αντίστοιχα, συνολικά αρνητική φαίνεται να είναι και η εικόνα των παραγγελιών των επιχειρήσεων προς τους προμηθευτές τους.

Για το πρώτο εξάμηνο του 2024 καταγράφηκε αύξηση των παραγγελιών μόλις για το 17,2% των επιχειρήσεων και μείωση των παραγγελιών για το 47,3%.

Επενδύσεις

Περισσότερες από 1 στις 3 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις (34,1%) πραγματοποίησε κάποιας μορφής επένδυση κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024, διατηρώντας τον αριθμό των επιχειρήσεων που πραγματοποίησαν επενδύσεις σε υψηλά ποσοστά.

Το 22,8% των επιχειρήσεων πραγματοποίησε επενδύσεις σε τεχνολογικό εξοπλισμό και ψηφιακές τεχνολογίες, το 12,8% επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό και λοιπά μηχανήματα, το 8,6% σε κτιριακές εγκαταστάσεις και λοιπό εξοπλισμό και το 6,7% σε κατάρτιση και εκπαίδευση προσωπικού, ποσοστά μειωμένα σε σχέση με το προηγούμενο κύμα της έρευνας.

Παρά το ότι ένα υψηλό ποσοστό επιχειρήσεων δήλωσε ότι έχει πραγματοποιήσει επενδύσεις, αυτές ήταν μικρής κλίμακας.

Πάνω από τις μισές επιχειρήσεις (56,2%) που επένδυσαν, διέθεσαν κεφάλαια έως 5.000 €.

Το ζήτημα της πρόσβασης σε χρηματοδότηση για επενδύσεις εξακολουθεί να είναι σοβαρό.

Συγκεκριμένα, σχεδόν 9 στις 10 επιχειρήσεις (87,4%) που επένδυσαν, χρησιμοποίησαν δικά τους κεφάλαια.

Το 5,8% κάλυψε τις επενδύσεις μέσω χρηματοδοτικών προγραμμάτων (ΕΣΠΑ), ενώ μόλις το 2,9% χρηματοδοτήθηκε μέσω τραπεζικού δανεισμού.

Τιμές

Περίπου 1 στις 3 επιχειρήσεις αύξησε τις τιμές της το Α΄εξάμηνο του 2024, ποσοστό που βαίνει μειούμενο σε σύγκριση με τις προηγούμενες έρευνες.

Σε κλαδικό επίπεδο, το μεγαλύτερο ποσοστό επιχειρήσεων που δήλωσαν αύξηση τιμών είναι οι επιχειρήσεις του κλάδου του εμπορίου (37,1%), με τους κλάδους της μεταποίησης – βιοτεχνίας και τον κλάδο των υπηρεσιών να ακολουθούν με μικρές διαφοροποιήσεις (31,3% και 30,1% αντίστοιχα).

Σε πολιτική αύξησης τιμών προσανατολίζονται κυρίως οι επιχειρήσεις με μεγαλύτερο κύκλο εργασιών (ετήσιος κύκλος εργασιών άνω των 100.000), από τις οποίες 1 στις 4 περίπου δηλώνει πρόθεση αύξησης, έναντι 1 στις 5 μικρότερου κύκλου εργασιών (ετήσιος κύκλος εργασιών μικρότερος των 100.000€).

Αντίστοιχη είναι η εικόνα ανάλογα και με το μέγεθος της επιχείρησης, με τις μικρότερες σε μέγεθος επιχειρήσεις να φαίνεται να καταβάλλουν προσπάθειες σε μεγαλύτερο βαθμό όχι μόνο να διατηρήσουν αμετάβλητες τις τιμές τους, αλλά και να τις μειώσουν.

Επιπτώσεις ανατιμήσεων – Αύξηση λειτουργικού κόστους

Ως προς το κόστος λειτουργίας, σχεδόν 9 στις 10 επιχειρήσεις (89,8%) δήλωσαν ότι το κόστος λειτουργίας τους αυξήθηκε.

Για την πλειονότητα των επιχειρήσεων (47,6%), η αύξηση του λειτουργικού κόστους κυμαίνεται μεταξύ 11%-30%.

Μεσοσταθμικά, το κόστος λειτουργίας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων αυξήθηκε από την έναρξη της ενεργειακής κρίσης κατά 37,4%.

Τομεακά, το λειτουργικό κόστος των εμπορικών επιχειρήσεων αυξήθηκε μεσοσταθμικά κατά 34%, στη μεταποίηση κατά 44,1% και στις υπηρεσίες κατά 36,4%.

Υποχρεώσεις-οφειλές

Η κατάσταση σχετικά με τα ποσοστά μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων με καθυστερημένες οφειλές παρουσιάζει ελαφρά βελτίωση.

Ωστόσο, το ποσοστό των επιχειρήσεων που δυσκολεύονται να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους παραμένει ιδιαίτερα υψηλό, με το 29% να έχει τουλάχιστον μία ληξιπρόθεσμη οφειλή, παρουσιάζοντας μια μικρή μείωση σε σχέση με το προηγούμενο ποσοστό του 30,6%.

Οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις με 3 ή περισσότερες ληξιπρόθεσμες οφειλές παραμένουν σταθερές στο 10,1%.

Υπάρχει μικρή μείωση στο ποσοστό των επιχειρήσεων με 2 καθυστερημένες οφειλές (7,1% σε σύγκριση με 7,4% το προηγούμενο εξάμηνο) και βελτίωση στο ποσοστό των επιχειρήσεων με 1 ληξιπρόθεσμη οφειλή (11,8% έναντι 13,1% το προηγούμενο εξάμηνο).

Οι επιχειρήσεις εστίασης φαίνεται να αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υπερχρέωσης, με το 21,4% να έχει τρεις ή περισσότερες ληξιπρόθεσμες οφειλές, ενώ το 38,6% έχει τουλάχιστον μία ληξιπρόθεσμη οφειλή.

Επίσης, σημαντικά προβλήματα υπερχρέωσης αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις χωρίς προσωπικό (38%) και όσες έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών έως 50.000 € (37,5%).

Τα υψηλότερα ποσοστά των υποχρεώσεων των επιχειρήσεων με καθυστερημένες οφειλές εντοπίζονται να είναι προς τον πρώην ΟΑΕΕ (13,9%), την εφορία (12,7%) και τους προμηθευτές (11,8%).

Ωστόσο, η πρόβλεψη αυτών των επιχειρήσεων για τη δυνατότητα αποπληρωμής των υποχρεώσεών τους αφορά τις υποχρεώσεις ενοικίου, σε ποσοστό 12,5%.

Το 43,1% των οφειλετών συγκεντρώνονται στην χαμηλότερη κατηγορία με οφειλές ως 10.000€.

Στην υψηλότερη κατηγορία ανήκει το 7,9% των επιχειρήσεων, με οφειλές άνω των 100.000 €.

Δείκτες αβεβαιότητας και βιωσιμότητας

Η απαισιοδοξία στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις σχετικά με τη μελλοντική τους βιωσιμότητα ενισχύθηκε οριακά, καθώς ο δείκτης αβεβαιότητας ανήλθε στις 36,6 μονάδες, καταγράφοντας αύξηση 0,9 μονάδων σε σχέση με το προηγούμενο εξάμηνο.

Αντίστοιχα, ελαφρά ενισχυμένη είναι η απαισιοδοξία και ως προς τον δείκτη βιωσιμότητας, καθώς το 3,2% των επιχειρήσεων εκφράζει τον φόβο για διακοπή της δραστηριότητάς του το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, έναντι του 2,2% που ήταν τον Φεβρουάριο του 2024.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Σκιαγραφώντας το προφίλ των επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν τις σοβαρότερες δυσκολίες και κινδυνεύουν άμεσα με λουκέτο, αυτές είναι οι επιχειρήσεις με καθυστερημένες υποχρεώσεις, ιδίως εκείνες που είναι υπερχρεωμένες προς το Δημόσιο, οι επιχειρήσεις χωρίς προσωπικό, οι επιχειρήσεις με κύκλο εργασιών έως 50.000 € και οι ατομικές επιχειρήσεις.

Η ΔΕΘ-Helexpo προκηρύσσει διαγωνισμό σχεδιασμού του επετειακού λογοτύπου των 100 χρόνων

Μετά το μεγάλο όπως αποδείχτηκε πολιτικό σκάνδαλο που αφορά το λογότυπο του μετρό της Θεσσαλονίκης η ΔΕΘ-Helexpo προκηρύσσει διαγωνισμό σχεδιασμού του επετειακού λογοτύπου των 100 χρόνων από την ίδρυσή της, με ημερομηνία υποβολής των προσφορών στις 20/12. Ο εικαστικός διαγωνισμός εντάσσεται στο πλαίσιο των εορταστικών δράσεων, που θα πραγματοποιηθούν καθ’ όλη τη διάρκεια του 2025, με αφορμή τα 100 χρόνια από την ίδρυση της εταιρείας και είναι ανοιχτός σε επαγγελματίες (αρχιτέκτονες, γραφίστες, διαφημιστές, εικαστικούς κ.ά.), αποφοίτους, φοιτητές και σπουδαστές (Πολυτεχνείου, Καλών Τεχνών, Εικαστικών και άλλων συναφών σχολών), καθώς και σε ιδιώτες που επιθυμούν να συμμετάσχουν. Οι συμμετοχές μπορούν να είναι ατομικές ή ομαδικές, χωρίς περιορισμό στον αριθμό μελών κάθε ομάδας, ενώ ο δημιουργός της πρότασης που θα κερδίσει το πρώτο Βραβείο θα λάβει χρηματικό έπαθλο ύψους 2.000 ευρώ, ενώ το δεύτερο και τρίτο Βραβείο θα συνοδεύονται από χρηματικό έπαθλο 1.000 ευρώ το καθένα. Η ΔΕΘ-HELEXPO, με απόφαση του διοικητικού της συμβουλίου, όρισε Οργανωτική και Κριτική Επιτροπή του διαγωνισμού, προκειμένου να διασφαλιστεί η υψηλή ποιότητα των συμμετοχών και να επιλεγεί ένα λογότυπο, το οποίο «θα αναδεικνύει την ιστορία, τις αξίες και την προσφορά του φορέα στην Ελλάδα και διεθνώς», όπως αναφέρεται.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ >

Εκτινάχτηκαν τα έσοδα του ΟΠΑΠ λόγω Τζόκερ: Οι Έλληνες παίζουν σαν τρελοί μήπως κερδίσουν και σωθούν

Η πραγματική κατάσταση της οικονομικής στάθμης των Ελλήνων πολιτών φαίνεται από την άνοδο του ΟΠΑΠ, του οποίου τα κέρδη έχουν πραγματικά εκτιναχθεί διότι απλούστατα όλοι παίζουν Τζόκερ από το πρωί μέχρι το βράδυ με την ελπίδα ότι θα γίνουν εκατομμυριούχοι και θα ξεφύγουν από τις μίζερες ζωές τους. Τις βάσεις ώστε να ξεπεράσει το guidance που είχε δώσει η διοίκηση για τα EBITDA του 2024 έβαλε ο ΟΠΑΠ. Το εξαιρετικό τρίτο τρίμηνο που ανακοίνωσε, εκτιμήθηκε δεόντως από τους αναλυτές που τώρα αναφέρουν πως είναι πολύ πιθανόν ο στόχος να ξεπεραστεί. Με τη διοίκηση να έχει αναφέρει πως τα EBITDA θα κινηθούν προς το υψηλό της πρόβλεψης, δηλαδή τα 770 εκατ. ευρώ, ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν πως μπορεί να κινηθεί και αρκετά υψηλότερα, ακόμη και στα 785 εκατ. ευρώ. Μία από τις αιτίες της ισχυρής ανόδου, στο τρίτο τρίμηνο της χρονιάς ήταν, φυσικά, η επίδοση του Τζόκερ. Είναι χαρακτηριστικό πως τα καθαρά έσοδα προ εισφορών από αριθμολαχεία το γ’ τρίμηνο διαμορφώθηκαν στα 200 εκατ., αυξημένα κατά 20,5% σε ετήσια βάση, κυρίως λόγω του Mega τζάκποτ των 19 εκατ. ευρώ στο Τζόκερ, το οποίο ήταν το δεύτερο μεγαλύτερο στην ιστορία του παιχνιδιού και αποτέλεσμα 35 (!) συνεχόμενων κληρώσεων χωρίς νικητή. Την ίδια στιγμή, στη χθεσινή τηλεδιάσκεψη για την παρουσίαση των οικονομικών επιδόσεων στο 9μήνο, η διοίκηση δέχθηκε πολλές ερωτήσεις από τους αναλυτές για τον λόγο που δεν αναθεωρεί επί τα βελτίω το guidance, δεδομένου του πολύ ισχυρού σετ αποτελεσμάτων που ανακοίνωσε ο Οργανισμός, αλλά και διότι ιστορικά το 4ο τρίμηνο κάθε χρονιάς είναι το ισχυρότερο για τον ΟΠΑΠ. Ο CEO, Γιαν Κάρας, είπε πως απουσιάζει από τον ορίζοντα κάποιος λόγος ανησυχίας που δυνητικά θα αποτελούσε εμπόδιο για την αλλαγή, ωστόσο οι επικεφαλής θεωρούν πως δεν υπάρχει λόγος αναθεώρησης λίγο πριν από τη λήξη της χρονιάς και επανέλαβε πως αισθάνονται σίγουροι για την επίτευξη του στόχου.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ >

Την στιγμή που οι ΗΠΑ του Ν.Τραμπ αποκηρύσσουν τις ανεμογεννήτριες η Amazon θέλει να «φυτέψει» κι άλλες στην Ελλάδα!

Παρά τις προειδοποιήσεις από την επιστημονική κοινότητα και παρά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ του Ν.Τραμπ θα πραγματοποιήσουν στροφή 180 μοιρών Σώτη αφορά τις ανεμογεννήτριες, η Amazon, δίνει 1 δισ. δολ. για να γεμίσει την Ελλάδα με αιολικά πάρκα. Μάλιστα, τη σχετική ανακοίνωση «χειροκρότησε» και ο Έλληνας υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης. «Η καθαρή ενέργεια εκτοξεύει την ανάπτυξη προς το μέλλον, δίνοντας μας τη δυνατότητα να σκεφτούμε και να προχωρήσουμε και σε άλλες δραστηριότητες, αλλά ενισχύει και την προοπτική της εθνικής, ενεργειακής ανεξαρτησίας. Αυτός είναι ο στόχος. Η πλήρης αλλαγή προτύπου για την ελληνική οικονομία, η μετάβαση σε μία οικονομία που θα παράγει η ίδια άφθονη, φθηνή και καθαρή ενέργεια, που θα της επιτρέπει να είναι ένας φάρος ανάπτυξης και προόδου στην ευρύτερη περιοχή» δήλωσε -μεταξύ άλλων- ο κ. Σκυλακάκης. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το όριο ζωής των ανεμογεννητριών δεν ξεπερνά τα 20-25 χρόνια. Κατά συνέπεια αυτό που θα κληροδοτηθεί στις επόμενες γενιές, θα είναι ένα απέραντο νεκροταφείο παλιοσιδηρικών και βουνά φορτωμένα με χιλιάδες τόνους μπετόν και χιλιάδες μέτρα υπόγειων καλωδιώσεων. Που θα στηθούν αιολικά πάρκα Με τα εν λόγω αιολικά πάρκα, η Amazon ενισχύει, περαιτέρω, το χαρτοφυλάκιο των ενεργειακών επενδύσεων, που αναπτύσσει σε διεθνές επίπεδο. Στην Ελλάδα έχουν, ήδη, υπογραφεί τέσσερις συμφωνίες προμήθειας ενέργειας (Power Purchase Agreements), οι οποίες αφορούν σε τρία έργα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Ειδικότερα, δύο εξ' αυτών των συμφωνιών αφορούν στο αιολικό πάρκο στο Βέρμιο (βόρειος και νότιος αιολικός σταθμός Βερμίου) στη Δυτική και Κεντρική Μακεδονία, ενώ ακόμη δύο στα αιολικά πάρκα στις περιοχές Μεσοκορφή και Κούκουρας στην Πελοπόννησο. Όπως επισημάνθηκε, η κατασκευή των υποδομών έχει, ήδη, ξεκινήσει, και το 2026 τα νέα, αιολικά πάρκα αναμένεται να είναι πλήρως λειτουργικά.  Συνολικά, ως αποτέλεσμα των έργων, εκτιμάται ότι θα παραχθεί καθαρή ενέργεια, που αντιστοιχεί στην ηλεκτροδότηση 200.000 ελληνικών νοικοκυριών, ετησίως. Η παραγόμενη ενέργεια από τα νέα έργα θα περνάει κατευθείαν στο κεντρικό δίκτυο, καλύπτοντας τόσο τις λειτουργικές ανάγκες της Amazon όσο και τις ανάγκες τοπικών επιχειρήσεων, δημόσιων φορέων και νοικοκυριών. Και το ερώτημα που προκύπτει σε αυτή την περίπτωση είναι; Μήπως με άρμα την «πράσινη ανάπτυξη», η ενέργεια ιδιωτικοποιείται στην Ελλάδα.  
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ >

Σε άνοδο ο ΟΠΑΠ – Ο κόσμος στρέφεται στα «τυχερά» παιχνίδια

Ένα ιδιαίτερα ισχυρό τρίμηνο προβλέπουν οι αναλυτές πως θα είναι το τρίτο της χρονιάς για τον ΟΠΑΠ. Ο Οργανισμός ανακοινώνει αύριο τα οικονομικά αποτελέσματα της περιόδου και σε preview η AXIA Research τονίζει πως αναμένει ένα ισχυρό σύνολο αποτελεσμάτων για τον ΟΠΑΠ λόγω της ισχυρής αύξησης του GGR, μεταξύ άλλων λόγω της ομαλοποίησης των payouts, της υψηλότερης στοιχηματικής δραστηριότητας (υποστηρίχθηκε από το EURO 2024) έναντι του περυσινού τρίτου τριμήνου και τη συνεχιζόμενη ζήτηση για τα παιχνίδια online καζίνο. Όσο για τη δραστηριότητα στη λοταρία, καταλύτης θα είναι το Τζόκερ που κατέγραψε το δεύτερο μεγαλύτερο τζάκποτ στην ιστορία του παιχνιδιού, ενώ υποστηρικτική είναι και η αύξηση του κόστους ανά στήλη για το παιχνίδι. Έτσι, σε συνδυασμό με την εξομάλυνση του λειτουργικού κόστους, οι αναλυτές εκτιμούν πως ο ΟΠΑΠ θα εμφανίσει σημαντική βελτίωση και στα περιθώρια κέρδους. Με βάση τις επιδόσεις που θα ανακοινωθούν οι αναλυτές υποστηρίζουν πως ο ΟΠΑΠ θα μπορέσει να ανταποκριθεί στο guidance της διοίκησης για EBITDA 750-770 εκατ. ευρώ το 2024. Η Axia διατήρησε τη σύσταση αγοράς της μετοχής του ΟΠΑΠ και ανεβάζει την τιμή στόχο στα 16,40 ευρώ, που με βάση τη χθεσινή υποχώρηση της μετοχής κάτω από τα 15 ευρώ δίνει περιθώριο ανόδου της τάξης του 10%.  
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ >