Η Μαρία Τζομπανάκη παραχώρησε συνέντευξη στο περιοδικό Hello και αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, και για τις δύσκολες στιγμές που έζησε με τις απώλειες στην οικογένειά της.
Παράλληλα, η ηθοποιός αναφέρθηκε στις πολλές φορές που λίγο έλειψε να χάσει τη ζωή της.
Κινδύνεψε ποτέ η ζωή σου;
Πολλές φορές από ατυχήματα. Στα 22 μου, γλίτωσα από αυτοκινητιστικό. Δυο – τρεις φορές, επίσης, είχα πολύ δύσκολα αεροπορικά ταξίδια. Ειδικά σε ένα από την Αμερική προς την Ευρώπη, στο τέλος μας είπαν πως από θαύμα δεν διαλύθηκε το αεροπλάνο. Επί έξι ώρες χτυπούσε σαν κουδουνίστρα.
Πως ένιωσες τότε;
Από τότε που γέννησα τον Ορφέα, σκεφτόμουν αυτόν, συλλογιζόμουν αν του έχω προσφέρει ως μητέρα όλα όσα θα έπρεπε. Τελευταία του λέω: «Ορφέα μου, και να φύγω, είμαι πολύ ευτυχισμένη». Είμαι πραγματικά ευτυχισμένη., ζω τη χαρά του παιδιού μου. Βλέπω ότι είναι ένας ολοκληρωμένος άνθρωπος, με αξίες, πολύ καλός πατέρας, σύντροφος, σύζυγος, γιος, φίλος και συνεργάτης. Είναι το διαβατήριό μου.
Όταν θέλει κάποιος να μάθει ποια είμαι απαντώ: «Να, αυτός είμαι». Εγώ ανέθρεψα αυτόν τον άνθρωπο. Του έδωσα ό,τι μπορούσα και βέβαια εκείνος με τον χαρακτήρα του, τα δικά του χαρίσματα και γονίδια, έστησε αυτό το πολύ όμορφο δέντρο που κανείς άνεμος δε θα λυγίσει.
Ποια είναι η πιο επώδυνη αλήθεια με την οποία κλήθηκες να έρθεις αντιμέτωπη;
Έφυγαν οι γονείς μου και το αποδέχθηκα, αν και ήταν πολύ σκληρό. Η μητέρα μου πέθανε πολύ νωρίς και ξαφνικά από καρδιά, υποφέραμε όλοι, τραυματίστηκα με από τον πόνο. Ο πατέρας μου έφυγε δώδεκα χρόνια αργότερα και ήταν εξίσου επώδυνο. Έχασα το μέντορα μου, τον αγαπημένο μου άνθρωπο. Άντεξα όμως και τα δύο τραυματικά αυτά γεγονότα.
Πριν από τέσσερα χρόνια, έχασα την πρώτη μου εξαδέλφη, τη μοναδική από την πλευρά της μητέρας μου. Ήταν συνομήλικη μου, ήμαστε ομογάλακτες, μεγαλώσαμε μαζί. Η μητέρα μου επειδή δεν είχε γάλα η αδελφή της, είχε από τη μία πλευρά εμένα και από την άλλη την εξαδέλφη μου, τη Βαγγελιώ. Εκείνη ήταν κατάξανθη, εγώ μελαχρινή. Μεγαλώσαμε σαν να ήμαστε δίδυμες, η μία ένιωθε την άλλη.
Η Βαγγελιώ έφυγε και πήρε μαζί της αυτά που κανείς άλλος δεν ξέρει για μένα, ήταν ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της ζωής μου. Ενώ ήμουν δίπλα της, μπόρεσα να της κλείσω τα μάτια, να τη στολίσω, να την αποχαιρετήσω, να γίνει ό,τι βοηθά την ψυχή του ανθρώπου να μαλακώσει στο πένθος, ήταν τόσο μεγάλο το σοκ που είχα περάσει που, έπειτα από την κηδεία της, ήμουν μια άλλη.
Εκεί συνειδητοποίησα πραγματικά ότι σήμερα είμαστε εδώ και το επόμενο δευτερόλεπτο δεν είμαστε. Ακόμη μου λείπει πολύ. Ήμουν λίγο θυμωμένη μαζί της. Πήγαινα στον τάφο της και της έλεγα: «Γιατί με κορόιδεψες και έφυγες; Δεν είχαμε πει ότι θα γεράσουμε μαζί;».