Στην Αθήνα μπορεί να μυηθεί κανείς στη μαγεία των αλλαντικών αν κάνει μια βόλτα στην οδό Ευρυπίδου, εκεί όπου ανά 20 μέτρα υπάρχουν μαγαζιά με όλα του «Θεού τα καλά».
Ο παστουρμάς είναι η πιο σίγουρη λύση και ειλικρινά να δυσκολευόμαστε να καταλάβουμε αυτούς που δεν τον τιμάνε αφού είναι μια αγαπημένη ένοχη απόλαυση.
Αν και μεταξύ μας το μόνο ένοχο που έχει είναι η μυρωδιά την επόμενη μέρα, όταν το κορμί σου έχει ποτίσει σε κάθε πόρο του και μυρίζεις σαν κρεαταγορά. Μπρος στην πώρωση όμως τι είναι ο πόνος;
Εκτός από αυτόν, όμως υπάρχουν κι άλλα, τουλάχιστον πέντε ντόπια αλλαντικά που που είναι εξίσου υπέροχα.
Σουτζούκι: Το έφεραν στην Ελλάδα οι Αρμένιοι και μυρίζει σαν «κουζίνα γιαγιάς απέ την Πόλη». Στην όψη θυμίζει λουκάνικο όμως στη γεύση δεν έχει καμία σχέση. Τίγκα στο μπαχαρικό, καυτερό κι αν το περάσεις λίγο στο τηγάνι απογειώνει το τσίπουρο.
Σύγκλινο: Το παστό χοιρινό από την Μάνη είναι μυρωδάτο από τα μπαχαρικά, αλμυρούτσικο και σκεπασμένο με ελαιόλαδο που το κάνει φουλ «ελληνικό». Πραγματικά με αυτό εδώ, μετά το ποπ δεν έχει στοπ. Πολύ δύσκολα κρατιέσαι να μην το φας όλο.
Απάκι: Το κρητικό προϊόν της παρέας, «ξυδάτο» και με το κίμινο να αχνοφαίνεται στη γεύση του. Τον τελευταίο καιρό θεωρείται must αφού εκτός από μεζές, ταιριάζει άριστα και σε παραδοσιακές συνταγές. Που ήσουνα τόσα χρόνια ρε Απάκι όταν τρώγαμε παριζάκι;
Καβουρμάς: Με καταγωγή από τον Πόντο, αυτή η μοσχαρίσια ή για έξτρα πώρωση βουβαλίσια μαγεία εκτός από δάκρυα συγκίνησης στα μάτια διώχνει και τις τύψεις μακριά αφού έχει απροσδόκητα λίγες θερμίδες για αλλαντικό. Με αυγά να το φας!
Νούμπουλο: Με καταγωγή από την Κέρκυρα, έχει έναν βενετσιάνικο αέρα πάνω του. Ελαφρύ σε αντίθεση με όλα τα υπόλοιπα στη γεύση, ιδανικό για εξευγενισμένους ουρανίσκους. Η επίγευση κρασιού και η βουτυρένια υφή του το κάνει αξέχαστο.