Μια ουρά. Που πάλλεται. Με τους σάρκινους πνεύμονές της να δίνουν μάχη με τον επίμονο (παρά το γεγονός πως έχουμε μπει πια στον Σεπτέμβρη) ήλιο και την αδημονία να τους ανατροφοδοτεί. Θα φθάσουμε. Διάολε, πρέπει να φθάσουμε.
Χριστέ μου, σκέφτεσαι, δεν έχω δει πιο μεγάλη ουρά στη ζωή μου. Η ανθρώπινη, ασθμαίνουσα λαοθάλασσα που εκτείνεται από το ύψος της οδοντιατρικής σχολής του ΑΠΘ στην Αγίου Δημητρίου έως και τα εκδοτήρια του Καυτανζογλείου μοιάζει να επιβεβαιώνει σιωπηλά -βλέπετε, η εξάντληση δεν της αφήνει κι άλλον δρόμο- τον ισχυρισμό σου.
Στην Κατσιμίδη, δεξιά του σταδίου, τα ίδια: κόσμος παντού. Στην Στίλπωνος Κυριακίδη, από την πάνω πλευρά δηλαδή, ακόμη πιο «τα ίδια». Μπορεί να είναι εντελώς παράλογο, όμως φαίνεται πως αίφνης ολόκληρος ο πληθυσμός της Κίνας έχει μαζευτεί περιμετρικά του γηπέδου κι έχει μία και μόνο αποστολή- για την ακρίβεια, την ίδια με σένα: να βρει το Ιερό Δισκοπότηρο. Να βρει εισιτήριο, δηλαδή, για τη μεθαυριανή συναυλία.
Τα λεπτά δίνουν τη θέση τους στην ώρα, αυτή αντικαθίσταται από μια αγέλη από ώρες, έπειτα ο Χρόνος, όπως και πολλοί από τους επίδοξους θεατές, μοιάζει να λιώνει, παραδομένος στις αρπάγες της ζέστης. Η ουρά αρχίζει να «προχωράει», σιγά σιγά. Κινείσαι και η ελπίδα ανθίζει σαν λουλούδι από εκείνα που ανοίγουν τα φύλλα τους μονάχα μία φορά στην ζωή τους.
Κάποιος αποφασίζει πίσω σου να κάνει την ηλιθιωδέστερη ερώτηση στα μουσικά χρονικά: «Φίλε, κι εσύ για τον Βασίλη, ε;». Δεν χρειάζεται καν να απαντήσεις.
Διαβάστε περισσότερα στο menshouse.gr.