Αδιαμφισβήτητα, εάν υπάρχει μία εικόνα που να περιγράφει την κατάσταση που επικρατούσε στα «μπουζούκια» της νυχτερινής Αθήνας, αυτή το σπάσιμο των πιάτων.
Ένα… έθιμο που έγινε συνώνυμο της νυχτερινής διασκέδασης και μέρος της «κουλτούρας» του Έλληνα.
Το σπάσιμο εξυπηρετούσε δύο σκοπούς. Το μέγεθος του… βουνού που δημιουργείτο μπροστά στον καλλιτέχνη (απειλώντας να τον… σκεπάσει) ήταν ανάλογο του κεφιού που έφερνε και κατά συνέπεια της αξίας του. Ενώ για τον θαμώνα οι παραγγελιές έδειχναν όχι μόνο το πόσο… άπλας ήταν, αλλά και την έκταση της ικανοποίησής του.
Με λίγα λόγια, μια πίστα γεμάτη σπασμένα πιάτα αποτελούσε το απόλυτο crash test και την καλύτερη διαφήμιση για ένα «κοσμικό κέντρο διασκεδάσεως», όπως ονομάζονταν τα μπουζούκια πριν μετατραπούν σε σκυλάδικα.
Το φαινόμενο πήρε τις διαστάσεις τις οποίες έχει στο μυαλό μας την δεκαετία του ’60.
Ήταν η περίοδος που το μπουζούκι είχε πλέον «νομιμοποιηθεί» και αποσυνδεθεί από τα κουτούκια και τα καταγώγια και είχε έρθει πιο κοντά στους… απλούς ανθρώπους, προσελκύοντας παράλληλα και μεγιστάνες σαν τον Ωνάση που συμμετείχαν και οι ίδιοι στο πανηγύρι.
Για να καταλάβει κανείς τι «πόλεμος» γινόταν στη νύχτα, καλά θα κάνει να ρίξει μια ματιά στους αριθμούς, που λένε όλη την αλήθεια.
Στον Τύπο της εποχής φιλοξενούνταν έρευνες και στατιστικές που υποστήριζαν πως 100.000 πιάτα «θυσιάζονταν» κάθε μήνα μπροστά στα πόδια των καλλιτεχνών, πράγμα που σήμαινε πως για να καλυφθεί αυτή η τεράστια ζήτηση «άνοιγαν» δουλειές!
Υπολογίζεται ότι πάνω από 50 βιοτεχνίες λειτουργούσαν με μοναδικό σκοπό να προμηθεύουν με γύψινα πιάτα τα μαγαζιά. Δηλαδή, περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι συντηρούσαν τους εαυτούς τους και τις οικογένειές τους από τα «γούστα» που έβγαζαν οι… μπουζουκόβιοι της δεκαετίας του ’60.
Όπως και με πολλά άλλα πράγματα στην Ελλάδα, έτσι και το σπάσιμο των πιάτων πέρασε δύσκολα επί Χούντας.
Η εικόνα δεν άρεσε ιδιαίτερα ούτε ήταν πολύ «ασορτί» με το προφίλ των Συνταγματαρχών που είχαν αποφασίσει να «σώσουν» την χώρα. Σύμφωνα με τον αστικό μύθο, ο δικτάτορας Παπαδόπουλος βρέθηκε ένα βράδυ στη «Νεράιδα» και ενοχλήθηκε πολύ από το σπάσιμο. Με λίγα λόγια (κι ένα μάλλον ατυχές λογοπαίγνιο) το σπάσιμο των πιάτων του έσπασε τα νεύρα!
Κι έτσι, το επόμενο πρωί κιόλας, εξέδωσε διάταγμα με το οποίο απαγόρευσε αυτή την πρακτική. Τα σερβίτσια θα χρησιμοποιούνταν μόνο για φαγητό…
Τελικά τα γύψινα πιάτα αποδείχτηκαν ιδιαίτερα ανθεκτικά, ακόμη και στην κόντρα τους με το καθεστώς. Έτσι, πολύ σύντομα, οι δικτάτορες έβαλαν νερό στο κρασί τους κι έγιναν πιο ελαστικοί στις οδηγίες τους, επιτρέποντας το σπάσιμο των πιάτων εφόσον δεν υπήρχε αντίρρηση από τους υπεύθυνους των μαγαζιών και τους υπόλοιπους θαμώνες.
Περίπου 30 χρόνια αργότερα, όμως, ήρθε το τέλος. Οι μικροτραυματισμοί των τραγουδιστών και των οργανοπαικτών άρχισαν να γίνονται ολοένα και πιο συνηθισμένοι, καθώς τα πακέτα Ντελόρ είχαν δώσει σε πολύ περισσότερους Έλληνες την δυνατότητα να νιώσουν σημαντικοί σπάζοντας τα πιάτα κατά ντουζίνες.
Στο μαγαζί που τραγουδούσε –τότε- η Μαρινέλλα αντικαταστάθηκαν από τα λουλούδια, ενώ παρέμειναν αρκετοί χώροι… αντίστασης στο νέο νόμο που απαγόρευε τη χρήση τους επ’ απειλή εξάμηνης φυλάκισης μάλιστα!
Και επειδή του Έλληνα ο τράχηλος ζυγό δεν υπομένει, όταν έγινε ευρέως γνωστό ότι επρόκειτο να θεσπιστεί και να εφαρμοστεί ο συγκεκριμένος νόμος οι θαμώνες εκμεταλλεύτηκαν τις τελευταίες βραδιές ελευθερίας και του έδωσαν να καταλάβει, σπάζοντας το…πανελλήνιο ρεκόρ.
Θρυλείται ότι σε γνωστό νυχτερινό κέντρο της πρωτεύουσας σπάστηκαν μόλις σε μια νύχτα 2.400 πιάτα, με το βάρος τους να ξεπερνάει τα 200 κιλά συνολικά!
Αν και μάλλον κανείς ποτέ δεν καταδικάστηκε επειδή έσπαγε πιάτα, σταδιακά περιορίστηκε η χρήση τους και η εικόνα του σερβιτόρου (ή και του μετρ αν μιλάμε για προσωπικότητες σαν τον Ομάρ Σαρίφ) να γονατίζει και να σπάει με το σφυράκι του, εξαφανίστηκε.
Ακόμη και σήμερα, ωστόσο, υπάρχουν θύλακες… αντίστασης. Μπορεί το γενικευμένο σπάσιμο να έχει σταματήσει, καθώς το σπορ έχει γίνει -εκτός από παράνομο- και ακριβό, αλλά οι… ψαγμένοι της υπόθεσης μπορούν ακόμα να μυήσουν τους υπόλοιπους στο περίφημο Athens by night και στις κρυφές χαρές του, εκεί που κάποιοι μέχρι σήμερα τα… σπάνε όλα!