O Γιάννης Φλωρινιώτης, κατά τη διάρκεια συνέντευξής του, αναφέρθηκε μεταξύ άλλων σε μια «ιδιαίτερη» συνεργασία που είχε στο παρελθόν, με επιχειρηματία νυχτερινού κέντρου.
Ειδικότερα, δήλωσε: «Τρία χρόνια έμεινα εκεί, δεν με άφηνε ο επιχειρηματίας να φύγω. Μου έβγαζε περίστροφο κάθε φορά που ήταν να υπογράψω συμβόλαιο για την επόμενη σεζόν και μου έλεγε “υπόγραψε!”. Στη συνέχεια όμως, έβαλα στόχο να βρεθώ στα μεγαλύτερα μαγαζιά, όπως κι έγινε. Πέρασα από τη Νέα Αθηναία, όπου έγινε χαμός και μετά, πήγα στα Δειλινά».
Παράλληλα, μίλησε για τη δεκαετία του ’70, όταν έκανε τα πρώτα του βήματα στο τραγούδι, αφού επέστρεψε από την Αμερική.
«Πρώτα πήγα Αμερική και Καναδά. Θυμάμαι ότι τότε, μόνο τα μεγάλα ονόματα πήγαιναν σε αυτά τα μέρη, αλλά εμένα μου έγινε πρόταση και πήγα με παρτενέρ και ωραία τραγουδίστρια, με την οποία μέχρι σήμερα είμαστε αδελφικοί φίλοι, τη Λίζα Μουστάκα.
Είχαμε μεγάλη επιτυχία τότε, μαζεύαμε τα δολάρια από τις πίστες, χαμός γινόταν. Δεν ήταν δηλαδή μόνο το καλό μεροκάματο, ήταν και η λεγόμενη “χαρτούρα”, γέμιζε η πίστα με δολάρια. Από τα λεφτά που μάζεψα στην Αμερική αγόρασα ένα σπίτι στη μάνα μου, την οποία είχε δείρει τότε ο πατριός μου και της είπα να τον εγκαταλείψει. Πήρα και τα αδέλφια μου από τα ορφανοτροφεία και ένωσα πάλι την οικογένειά μου», δήλωσε ο Γιάννης Φλωρινιώτης.
Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στις πρώτες του προσπάθειες να καθιερωθεί στον χώρο του τραγουδιού, όταν ήρθε στην Αθήνα.
«Δεν τα βρήκα εύκολα. Ήταν θυμάμαι, μέση της σεζόν και όσοι μου είχαν πει για δουλειά, ήταν “κλεισμένοι”. Με τα πολλά, βρήκα να τραγουδήσω στο χειρότερο μαγαζί της πόλης, ένα πολύ λαϊκό. Σκυλάδικα τα λέγανε τότε. Για να μπεις, χρειαζόσουν κράνος και άμα έβγαινες ζωντανός έκανες και τον σταυρό σου.
Έλα όμως, που το δικό μου πρόγραμμα με τα ελαφρολαϊκά και τα εκκεντρικά ντυσίματα, δεν άρεσε σε αυτή την κατηγορία του κόσμου, με αποτέλεσμα να αρχίζουν σιγά σιγά να φεύγουν και να έρχονται άλλοι, όπως ζευγάρια και οικογένειες. Γέμιζε ασφυκτικά το μαγαζί κάθε βράδυ», περιγράφει ο Γιάννης Φλωρινιώτης.