Είναι φράσεις της ελληνικής γλώσσας που έχουμε μάθει να λέμε από μικροί αλλά πολλές φορές δεν ξέρουμε από πού προέρχονται και ποια είναι η κυριολεκτική τους σημασία.
Η ελληνική γλώσσα έχει άπειρες τέτοιες φράσεις κι εμείς πολλές από αυτές δεν έχουμε ιδέα γιατί τις λέμε.
Η γλώσσα πηγαίνει πολύ βαθιά μέσα στην ιστορία κι εμείς θα έπρεπε να αισθανόμαστε περήφανοι γι’ αυτό σαν Έλληνες.
Η φράση «δεν το κουνάω ρούπι» έχει πίσω της μία ωραία ιστορία που εμείς θα σας την μάθουμε έτσι ώστε να γνωρίζετε από πού προέρχεται και να είστε πάντα προετοιμασμένοι όταν θα σας ρωτήσουν.
Θα έχεις ακούσει αυτή τη φράση – πιθανόν από κάποια μαμά που προσπαθεί να κρατήσει ήσυχο το ζωηρό παιδί της. Τι είναι το ρούπι;
δεν κάνω ρούπι, δεν το κουνάω ρούπι: είμαι αμετακίνητος στις απόψεις μου ή δεν πρόκειται να μετακινηθώ από εδώ που είμαι Κυριολεκτικά το ρούπι (από την τουρκική λέξη ρουπ) είναι μονάδα μέτρησης μήκους μικρών διαστάσεων, ίση με το ένα όγδοο του εμπορικού πήχη, δηλαδή 8,25 εκατοστά του μέτρου.
Ωστόσο ως λέξη χρησιμοποιείται συχνά σε δημώδεις εκφράσεις υποδηλώνοντας έτσι σχεδόν ακινησία.
Επίσης, ρούπι ονομαζόταν στο παρελθόν (γύρω στον 16ο αιώνα) το ένα τέταρτο των ασημένιων νομισμάτων.