Υπάρχουν ακραίες περιπτώσεις τσιγκουνιάς.
Κάποιες από αυτές είναι παθολογικές και άλλες όχι αυτές είναι εύκολο να εντοπιστούν, σου συγκεντρώσαμε μερικά από τα σημάδια που θα σε βοηθήσουν να καταλάβεις πως κάποιος έχει καβούρια στις τσέπες του.
Και να τρέξεις μακριά, γιατί η τσιγκουνιά στα λεφτά πάει συνήθως πακέτο με τσιγκουνιά στα αισθήματα. Κλισέ, αλλά ισχύει.
Είναι μονίμως με το κομπιουτεράκι στο χέρι
Στο ακραίο σενάριο, είναι αυτός που θα σου πει να βάλεις κάτι παραπάνω γιατί εσύ ήπιες δύο μπύρες ενώ εκείνος μία, αφότου έχετε διαιρέσει διά δύο τον λογαριασμό στο εστιατόριο. Σε ένα πιο συνηθισμένο, είναι αυτός που θα τον ακούσεις σε παρέα να λέει «εγώ λέω να πληρώσουμε ο καθένας τα δικά του».
«Δεν έχουμε καφέ σπίτι μας;»
Θα απαντήσει, και θα σου θυμίσει τον μπαμπά σου, εννιά φορές στις δέκα που θα του προτείνεις να πάτε για καφέ. Και γενικώς, θα προτιμάει πάντα τις σπιτικές μαζώξεις από τα εξόδους σε μπαρ, τα τραπεζώματα σε φίλους από την ταβέρνα, και το Netflix από το σινεμά. Και τώρα που είπαμε Netflix…
«Αφού μπορούμε να το κατεβάσουμε»
Καμία ευκολία καμίας συνδρομητικής πλατφόρμας δε συγκρίνεται στο μυαλό του με την παλιά καλή τεχνική του δωρεάν και παράνομου downloading. Και κάθε φορά που θα σιχτιρίζεις με τους υπότιτλους που ξεσυγχρονίζονται ή λένε τρέλες, θα σου θυμίζει περήφανος τα 7€ τον μήνα (δηλαδή 23 λεπτά τη μέρα) που γλιτώνετε.
«Και πού ξέρεις πού πηγαίνουν αυτά τα λεφτά;»
Δεν έχει δώσει ποτέ λεφτά σε καμία φιλανθρωπική ή φιλοζωική οργάνωση, και αν ρωτήσεις γιατί θα σου πει πως είναι βέβαιος ότι «τα τρώνε».
Εμφανίζεται σε γενέθλια χωρίς δώρο
Και χωρίς καμία απολύτως ντροπή. Έξτρα πόντοι ετεροντροπής αν τον έχεις ακούσει και να χρησιμοποιεί κάποια από τις λυκειακές ατάκες «εγώ είμαι το δώρο σου»/ «σου έφερα εμένα».
Κάνει με χαρά την συζήτηση για megabyte/ χρεώσεις/ χρόνο ομιλίας
Αν μας ρωτάς, μιλάμε για την πιο βαρετή κουβέντα από καταβολής κόσμου –αυτή με τα πόσα πληρώνεις εσύ στην Cosmote και πόσα εγώ στην Vodafone και πόσα δεδομένα δίνει το κάθε πακέτο. Αν τον ενθουσιάζει, και συμμετέχει με χαρά –ή ακόμα χειρότερα, κρατώντας σημειώσεις– μαύρα τα μαντάτα, σου το λέμε να το ξέρεις.
«Δεν κάνει κρύο, είναι που κάθεσαι»
Γιατί ως γνωστόν, η λύση στο παγωμένο σπίτι δεν είναι να ανάψεις το καλοριφέρ, αλλά να κάνεις άρσεις θανάτου στο σαλόνι για να ζεσταθείς. Το ενδεχόμενο να κάτσεις ξάπλα στον καναπέ και να διαβάσεις το βιβλίο σου χωρίς να τουρτουρίζεις θα ξαναπαίξει από Μάιο και μετά, λυπόμαστε.
«Αφού μια χαρά μου κάνει»
Τα ρούχα του. Τα ρούχα που φορούσε πριν από μια δεκαετία, και τον στενεύουν πλέον εμφανώς, κουμπώνουν όμως, και δεν έχουν φθορές που φαίνονται στο σκοτάδι, άρα ποιος ο λόγος να πάρει καινούρια; Με αυτά θα κυκλοφορεί.
Μιλάει συνεχώς για λεφτά…
…αλλά όχι για λεφτά που ξόδεψε, ή με τα οποία θέλει να αγοράσει κάτι. Κυρίως για τα λεφτά ως έννοια, ή ακόμα χειρότερα για την αποταμίευση, και το πόσο σημαντική είναι για τη ζωή μας. Από την άλλη βέβαια, αν απλώς γκρινιάζει για το πόσο χαμηλοί είναι οι μισθοί και πόσο ακριβά τα ενοίκια, αυτό δεν τον κάνει τσιγκούνη –απλά ταλαίπωρο έλληνα πολίτη.