Οι επιστήμονες διερευνούν εναλλακτικούς τρόπους παραγωγής ενέργειας για τα αεροπλάνα, ώστε να μπορούν κάποια μέρα να πετούν με καύσιμο που θα παράγουν από τον αέρα.
Στις 17 Δεκεμβρίου 1903 οι αδελφοί Ράιτ, Όρβιλ και Ουίλμπερ, κάνουν την πρώτη πετυχημένη πτήση με αεροπλάνο και πραγματοποιούν ένα από τα αρχαιότερα όνειρα του ανθρώπου. Το ταξίδι στους αιθέρες.
Όμως, δεν είναι εύκολη υπόθεση για να βρεθεί κάποιος ψηλά στον ουρανό, καθώς τα συγκεκριμένα οχήματα, δεν πετούν με αέρα, αλλά χρησιμοποιούν καύσιμα, που είναι ακριβά και κυρίως βλάπτουν το περιβάλλον.
Με την κλιματική αλλαγή να είναι πλέον ορατή σε όλο τον πλανήτη, κράτη, ιδιωτικοί επιχειρηματικοί κολοσσοί, ακόμα και απλοί πολίτες στρέφονται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και σε πολιτικές φιλικές προς το περιβάλλον. Οι αεροπορικές εταιρείες όμως, παραμένουν εγκλωβισμένες, γιατί δυσκολεύονται να βρουν την απαιτούμενη ενεργειακή ύλη που χρειάζονται.
Ωστόσο, η πρόοδος της τεχνολογίας αφήνει περιθώρια για να βρεθεί μια βιώσιμη λύση και η αρθρογράφος Paige McClanahan των New York Times τονίζει ότι έχουν «πέσει στο τραπέζι» σκέψεις για ηλεκτρικά αεροπλάνα και καύσιμα από υδρογόνο, αλλά αυτή που ξεχωρίζει είναι η χρήση του αέρα ως πηγή ενέργειας.
Με τα κράτη να λαμβάνουν συνεχώς περιορισμούς προς τη χρήση των συνηθισμένων πηγών ενέργειας για να μειωθούν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, πολλές αεροπορικές εταιρίες στρέφονται στη χρήση του SAF, δηλαδή στο βιοκαύσιμο, γνωστό και ως αειφόρο αεροπορικό καύσιμο.
Όπως αναφέρει η Αμερικανίδα δημοσιογράφος, πρόκειται για ένα είδος βιοκαυσίμου που συνήθως παρασκευάζεται από χρησιμοποιημένο μαγειρικό λάδι και παρόμοια βιομάζα. Κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής του, το SAF μπορεί να παράγει λιγότερο διοξείδιο του άνθρακα από το συμβατικό καύσιμο, με το οποίο μπορεί να αναμειχθεί.
Εντούτοις, ο Andreas Schäfer, διευθυντής του Εργαστηρίου Συστημάτων Αεροπορικών Μεταφορών στο University College του Λονδίνου, ξεκαθαρίζει ότι «δεν έχουμε σχεδόν αρκετά χρησιμοποιημένο μαγειρικό λάδι και παρόμοια υπολείμματα βιομάζας για να παράγουμε τις απαιτούμενες ποσότητες».
Έτσι, οι επιστήμονες διερευνούν εναλλακτικές πηγές άνθρακα για το SAF και μεταξύ άλλων εξετάζουν τη χρήση του αέρα, που εμπεριέχει σε μεγάλες ποσότητες διοξείδιο του άνθρακα.
Η σχετική τεχνολογία που έχει αναπτυχθεί λοιπόν, ονομάζεται «power to liquid» και είναι μια διαδικασία που χρησιμοποιεί τεράστιους ανεμιστήρες για να καθαρίσει το διοξείδιο του άνθρακα από την ατμόσφαιρα και στη συνέχεια να εξάγει τον άνθρακα από το μόριο του CO2 πριν τον συνδυάσει με το υδρογόνο που παράγεται από την ηλεκτρόλυση του νερού που τροφοδοτείται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Το αποτέλεσμα είναι ένας υδρογονάνθρακας που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την τροφοδοσία ενός αεροπλάνου.
«Είναι πολλά υποσχόμενο», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Δρ Schäfer, αλλά τονίζει ότι το κόστος είναι ιδιαίτερα υψηλό, λόγω της τεράστιας ποσότητας καθαρής ενέργειας που απαιτείται για την παραγωγή του σε σημαντικούς όγκους.
Επίσης, πέρα από το υψηλό κόστος, το γεγονός που προβληματίζει τους επιστήμονες για την παραπάνω τεχνολογία, είναι το ίχνος συμπύκνωσης των αεροπλάνων, η λευκή γραμμή που σχηματίζεται στον ουρανό και αποκαλείται από τους συνωμοσιολόγους «αεροψεκασμός», το οποίο σχηματίζεται από υδρατμούς στα καυσαέρια των κινητήρων του αεροσκάφους και έχει βαθιά επίδραση στη θερμοκρασία του πλανήτη.
Όπως περιγράφει ο Steven Barrett, καθηγητής αεροναυτικής και αστροναυτικής στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης και διευθυντής του M.I.T. Εργαστηρίου Αεροπορίας και Περιβάλλοντος, το ίχνος συμπύκνωσης έχει σημαντική επίδραση, αναλόγως την ώρα της ημέρας.
Συγκεκριμένα, τη νύχτα παγιδεύει τη θερμότητα που ακτινοβολεί από τη Γη και οδηγεί σε επιπλέον υπερθέρμανση του πλανήτη, ενώ την ημέρα εκπέμπει την ενέργεια του ήλιου πίσω στην ατμόσφαιρα. Ταυτόχρονα, οι μελέτες δείχνουν πως έχει σημαντικό αντίκτυπο στην αύξηση της θερμοκρασίας.
Μέχρι στιγμής, το τοπίο για εναλλακτικά καύσιμα στις αεροπορικές εταιρείες παραμένει αβέβαιο, ενώ το μόνο σίγουρο είναι πως τα επόμενα χρόνια θα γίνουν αναγκαστικά παρεμβάσεις, λόγω των πιέσεων που ασκεί η κλιματική αλλαγή.
Αν όμως αυτές οι παρεμβάσεις είναι ουσιαστικές και πιο φιλικές προς το περιβάλλον, ή δεν αλλάξουν κάτι, μένει να αποδειχθεί. Οι άνθρωποι του χώρου όμως, δεν χάνουν την αισιοδοξία τους, ενώ ο Steven Barrett αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «η εξάλειψη του ίχνους συμπύκνωσης είναι ένα μεγάλο βήμα για τον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής».