Η τιμή των ομολόγων αναμένεται να οριστεί στα 90 σεντ ανά δολάριο και η απόδοσή τους στο 8,25%, σύμφωνα με πηγή του Bloomberg που επιθυμεί να παραμείνει ανώνυμη. Την πώληση των ομολόγων διαχειρίζονται οι Citigroup και HSBC.
Μόλις ένα έτος αφότου η κυβέρνηση της Αργεντινής είχε θέσει τέλος στην πολυετή διαμάχη με τους διεθνείς πιστωτές της, σήμερα ετοιμάζεται να εκδώσει ομόλογο με περίοδο ωρίμανσης 100 ετών δοκιμάζοντας την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Η Αργεντινή θα είναι, μετά το Μεξικό, την Ιρλανδία και τη Βρετανία, η δεύτερη χώρα της Λατινικής Αμερικής που εκδίδει εκατονταετές ομόλογο, το οποίο συχνά αποτελεί ιδιαίτερα ελκυστική επιλογή για συνταξιοδοτικά ταμεία και ασφαλιστικές εταιρείες που επιθυμούν να συμφωνήσουν σταθερές χρηματικές ροές για πολλά έτη. Η κυβέρνηση της Αργεντινής εκτιμάται πως θα εκδώσει το ομόλογο με απόδοση 8,25% καθώς προσπαθεί να εκμεταλλευτεί το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων δανεισμού ώστε να αναχρηματοδοτήσει το υπάρχον χρέος της. Το Μπουένος Αϊρες έχει καταφέρει να επανέλθει στις αγορές, και μάλιστα θεαματικά, αφότου είχε κλείσει πέρυσι τη δεκαετή διαμάχη με πιστωτές σχετικά με τη χρεοκοπία της Αργεντινής το 2001. Η διαφορά (spread) στην απόδοση των κρατικών ομολόγων της Αργεντινής σε σύγκριση με τα ομόλογα αντίστοιχης χρονικής διάρκειας των ΗΠΑ έχει μειωθεί στη διάρκεια των τελευταίων μηνών περίπου στις 400 μονάδες βάσης. «Καλά νέα γι’ αυτούς. Τώρα τα spreads είναι χαμηλά και μοιάζουν κολλημένα σε αυτό το σημείο, οπότε προσπαθούν να τα κλειδώσουν για όσο το δυνατόν περισσότερο», σχολιάζει στο Bloomberg ο Μάικλ Ρος, αναλυτής ομολόγων στη Seaport Global Holdings, ο οποίος συστήνει την αγορά των ομολόγων της Αργεντινής.
Η τιμή των ομολόγων αναμένεται να οριστεί στα 90 σεντ ανά δολάριο και η απόδοσή τους στο 8,25%, σύμφωνα με πηγή του Bloomberg που επιθυμεί να παραμείνει ανώνυμη. Την πώληση των ομολόγων διαχειρίζονται οι Citigroup και HSBC. Η πώληση επιβεβαιώθηκε από το υπουργείο Οικονομικών της Αργεντινής, το οποίο αρνήθηκε να αποκαλύψει περισσότερα στοιχεία. Ορισμένοι επενδυτές παρατήρησαν πως η απόδοση του νέου ομολόγου ενδέχεται να είναι υπερβολικά χαμηλή για μια χώρα που έχει πτωχεύσει τρεις φορές τα τελευταία 23 χρόνια.