Η πτώση της τουρκικής λίρας άρχισε να προξενεί τα πρώτα σημαντικά προβλήματα στον ελληνικό τουρισμό καθώς όπως αναμένονταν οι τουρίστες χωρών εκτός ευρώ αλλά και εντός ευρωζώνης επιλέγουν την Τουρκία επειδή γίνεται ένας φθηνός και ελκυστικός προορισμός.
Ταυτόχρονα η χαμηλή φορολογία που επιβάλλει το τουρκικό κράτος στο τουριστικό προϊόν της χώρας το κάνει πιο ανταγωνιστικό και το κυριότερο δίνει περιθώρια στους Τούρκους ξενοδόχους να προσφέρουν πολύ ανταγωνιστικές τιμές.
Με ρυθμούς αύξησης της τάξης του 7%-9% σε σχέση με πέρυσι κινούνται οι κρατήσεις των μεγάλων Γερμανών tour operators τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, αλλά η Τουρκία έχει αύξηση 100%!
Εχει διπλασιάσει δηλαδή τους Γερμανούς επισκέπτες σε σχέση με πέρυσι, καθώς η κατά 20% υποτίμηση της λίρας και η ανάκαμψη, από τα ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα στα οποία είχε περιέλθει ο τουρισμός της μετά το πραξικόπημα και τις τρομοκρατικές επιθέσεις των προηγούμενων ετών, έχουν αλλάξει άρδην το σκηνικό.
Σύμφωνα με πρωινή εφημερίδα το αποτέλεσμα για την Ελλάδα είναι να διαψεύδονται οι προσδοκίες εκείνων των ξενοδόχων που επέλεξαν πέρυσι, αλλά και νωρίτερα φέτος, να σταματήσουν τις κρατήσεις προς τους πράκτορες ποντάροντας σε πωλήσεις σε πολύ υψηλότερες τιμές καθώς θα προχωρούσε η σεζόν.
Αλλά η ανταγωνιστικότητα του ελληνικού ξενοδοχειακού προϊόντος «σκόνταψε» στη μεγάλη επιστροφή της γειτονικής χώρας. Εξέλιξη, για την οποία είχαν προειδοποιήσει σύσσωμα τα θεσμικά όργανα των ελληνικών τουριστικών επιχειρήσεων ήδη από πέρυσι και προτού καν η πολιτεία προσθέσει και νέες φορολογικές επιβαρύνσεις όπως το τέλος διαμονής.
Οδηγούνται έτσι τώρα οι Έλληνες ξενοδόχοι σε μειώσεις των τιμών προκειμένου να καλύψουν τα κενά δωμάτια που είχαν διαφυλάξει με στόχο υψηλότερα περιθώρια κέρδους.
«Πολλές από αυτές τις μειώσεις γίνονται από τα αυξημένα επίπεδα στα οποία τις είχαν ανεβάσει, πάντοτε με την εσφαλμένη όπως αποδεικνύεται προσδοκία πως η εισροή τουριστών είναι ανεξάντλητη και η αγοραστική τους δύναμη ισχυρότατη».
Η ανταγωνιστικότητα της Τουρκίας, της οποίας το νόμισμα έχει υποτιμηθεί κατά 20% από την αρχή του έτους και κατά 30% από πέρυσι το καλοκαίρι, δεν έχει επηρεάσει την τιμολογιακή ισχύ των Eλλήνων ξενοδόχων έναντι των Γερμανών μόνον, αλλά και έναντι άλλων αγορών, προεξάρχουσας της Ρωσίας, όπου επίσης η διολίσθηση του ρουβλίου καθιστά σχεδόν απαγορευτικές τις διακοπές στη Ζώνη του Ευρώ για ένα μεγάλο ποσοστό Pώσων ταξιδιωτών.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως για τον ελληνικό τουρισμό δεν είναι η απότομη προσγείωση όσων ανέμεναν πως θα μπορούσαν να πουλήσουν ακριβότερα τον Ιούλιο και τον Αύγουστο στους Γερμανούς ή τους Bρετανούς (όπου παρατηρούνται ανάλογα χαρακτηριστικά αγοραστικής συμπεριφοράς), τις δύο μεγαλύτερες αγορές εισερχομένων ταξιδιωτών, αλλά η μειωμένη διαπραγματευτική ισχύς των Eλλήνων ξενοδόχων στις τρέχουσες και τις επερχόμενες διαπραγματεύσεις με τους tour operators για τις κρατήσει του 2019.
Καθώς τυπικά οι κρατήσεις που κλείνονται νωρίς γίνονται με εκπτώσεις, είναι σαφές πως η προαναφερθείσα κατάσταση «ψηλώνει» τους ξένους αγοραστές και «κονταίνει» τους Ελληνες ξενοδόχους, σημειώνει επιχειρηματίας του κλάδου που συμμετέχει στη διαχείριση περισσότερων από 20 μεγάλων συγκροτημάτων στην Ελλάδα.
Η αδυναμία αυτή του ελληνικού τουριστικού προϊόντος είναι ευθέως συνδεδεμένη με τις αλλεπάλληλες φορολογικές επιβαρύνσεις που «δένουν» τα χέρια των επιχειρήσεων και δεν τους επιτρέπουν να «χτυπήσουν» τις τιμές του διεθνούς ανταγωνισμού χωρίς να είναι ζημιογόνοι.
Αυτή τη στιγμή, επιβαρύνονται με τους υψηλότερους συντελεστές στον ΦΠΑ σε σχέση με τις αντίστοιχες επιχειρήσεις των άμεσα ανταγωνιστικών χωρών καθώς ο κλάδος, μεταξύ άλλων επιβαρύνσεων, υπέστη και την αύξηση του ΦΠΑ στις υπηρεσίες διαμονής από το 6,5% στο 13%, στην εστίαση και στις επιβατικές μεταφορές από το 8% στο 24%, στον φορολογικό συντελεστή για τις επιχειρήσεις από το 26% στο 29% και, από τις αρχές του 2018, φόρο διαμονής στα τουριστικά καταλύματα της χώρας ενώ, πλέον, έχουν καταργηθεί οι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ στα περισσότερα ελληνικά νησιά που ίσχυαν με το εν λόγω καθεστώς.