Στο απίστευτο μετά από τρία Μνημόνια κι ένα PSI ποσό των 345,379 δισ. ευρώ ανήλθε το χρέος της Κεντρικής Διοίκησης στις 30 Ιουνίου 2018 έναντι 343,740 δισ. ευρώ στις 31 Μαρτίου. Αυτό προκύπτει από τα τριμηνιαία στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους για την πορεία εξέλιξης του δημοσίου χρέους.
Τα ταμειακά διαθέσιμα του ελληνικού δημοσίου (πριν την έλευση της τελευταίας δόσης των 15 δισ. ευρώ από τον ESM) είχαν διαμορφωθεί σε 13,082 δισ. ευρώ έναντι 12,328 δισ. ευρώ στις 31 Μαρτίου.
Η σύνθεση του χρέους της Κεντρικής Διοίκησης αποτελείται από ομόλογα και βραχυπρόθεσμους τίτλους ύψους 68,138 δισ. ευρώ και από δάνεια ύψους 277,240 δισ. ευρώ εκ των οποίων τα 23,450 δισ. ευρώ είναι βραχυπρόθεσμα δάνεια με τη μορφή ρέπος.
Οπως έγραφε το pronews.gr στις στις 31 Μαρτίου 2010 το χρέος ήταν 310,384 δισ. ευρώ και τότε τα ταμειακά διαθέσιμα του δημοσίου ήταν 7,159 δις ευρώ και οι εγγυήσεις που είχαν παρασχεθεί από το δημόσιο στα 25,408 δισ. ευρώ.
Χρωστούσαμε δηλαδή, δύο μήνες πριν μπούμε στο Μνημόνιο 33,35 δισ. ευρώ λιγότερα από αυτά που χρωστάμε τώρα! Είναι ή δεν είναι η μεγαλύτερη απάτη και το μεγαλύτερο έγκλημα στην νεώτερη ελληνική ιστορία;
Ολα αυτά μετά από τρία Μνημόνια κι ένα «κούρεμα» ομολόγων (PSI) που αποτελείωσε την ελληνική οικονομία το 2012.
Το σημερινό του χρέους οφείλεται σε δύο λόγους. Ο πρώτος είναι η πληρωμή από τον ESM της δόσης των 5,5 δισ. του δανείου του Τρίτου Μνημονίου ως αποτέλεσμα της ολοκλήρωσης της τρίτης αξιολόγησης.
Ο δεύτερος είναι η αύξηση του βραχυπρόθεσμου δανεισμού μέσω επαναγοράς έντοκων γραμματίων (repos). Σκοπός της κυβέρνησης είναι να σχηματίσει ταμειακά διαθέσιμα που θα πλησιάζουν τα 20 δισ. (το περιβόητο «μαξιλάρι») ελπίζοντας ότι έτσι θα μπορεί να δανειστεί με χαμηλότερα επιτόκια από τις αγορές, όταν ολοκληρωθεί το πρόγραμμα τον Αύγουστο του 2018.
Η πολιτική αυτή για το χρέος είναι παράλογη, αντιαναπτυξιακή και επικίνδυνη. Η Ελλάδα δανείζεται για να συσσωρεύει τεράστια ποσά ανενεργού χρήματος τη στιγμή που οι συνολικές επενδύσεις μετά βίας ξεπέρασαν τα 22 δισ. και οι δημόσιες ήταν λίγο μεγαλύτερες από 8 δισ. το 2017.
Το κενό των επενδύσεων σε σχέση με το 2007-8 ήταν γιγαντιαίο, της τάξης των 40 δισ. Η χώρα μας, αντί να επείγεται να επενδύσει οποιαδήποτε διαθέσιμα υπάρχουν, δανείζεται για να δημιουργεί αποθεματικά.
Τα επιτόκια με τα οποία η κυβέρνηση θα μπορέσει να δανειστεί στις ανοιχτές αγορές μετά τον Αύγουστο θα κυμανθούν στην καλύτερη περίπτωση κοντά στο 3%.
Δεν μπορούν να θεωρηθούν χαμηλά, όταν η Πορτογαλία δανείζεται αυτή τη στιγμή με επιτόκιο κάτω από 0,6%. Επιπλέον, το κάθε νέο ευρώ που θα δανειζόμαστε θα αντιστοιχεί στο «μαξιλάρι», για το οποίο φυσικά θα έχουμε ήδη δανειστεί 20 δισ.
Στην πράξη θα πρόκειται περί διπλού δανεισμού με τεράστιο καθαρό κόστος για τη χώρα μας, ίσως και πάνω από 500 εκ. ευρώ ετησίως.
Μα απλά λόγια, αυτό που συμβαίνει είναι ότι η κυβέρνηση, προκειμένου να πετύχει τη λεγόμενη «καθαρή έξοδο» από τα Μνημόνια και να την εκμεταλλευθεί επικοινωνιακά και πολιτικά, δεν διστάζει να εκτοξεύσει το δημόσιο χρέος με μεγάλο ετήσιο κόστος, αλλά και με πολλούς κινδύνους μεσοπρόθεσμα.
Οι δανειστές, από της πλευρά τους, προκειμένου να νίψουν τας χείρας τους, δεν διστάζουν να φορτώσουν μια βαρύτατα τραυματισμένη οικονομία με ένα ακόμη βάρος.