Το καμπανάκι του κινδύνου κρούει η Κομισιόν στην έκθεσή της εκτιμώντας ότι η κατάργηση του υποκατώτατου μισθού για τους νέους έως 24 ετών θα προκαλέσει αύξηση της ανεργίας των νέων σ’ ένα έτος έως και 14,7 %. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι θα έπρεπε να υπάρξει πλήρης ανάλυση των επιπτώσεων για την προοπτική απασχόλησης των νέων, δεδομένου ότι τα επίπεδα ανεργίας των νέων παραμένουν πολύ υψηλά και το ποσοστό των νέων που αμείβονται με τον υποκατώτατο στο σύνολο της νεολαίας, είναι σημαντικά υψηλό (41% το 2017).

Για την αύξηση του κατώτατου μισθού επισημαίνει ότι το ποσοστό αύξησης πρέπει να είναι άμεσα συνδεδεμένο με τη μέση παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι «η επικείμενη αναθεώρηση του ελάχιστου μισθού πρέπει να αντικατοπτρίζει την παραγωγικότητα και τις εξελίξεις της αγοράς εργασίας, προκειμένου να διασφαλιστούν τα οφέλη της ανταγωνιστικότητας και να υποστηριχθεί η συνεχιζόμενη μείωση της ανεργίας».

Η Κομισιόν αποσαφηνίζει επίσης ότι δεν είναι δυνατόν να αυξηθεί δύο φορές ο κατώτατος μισθός εντός του έτους 2019 όπως έχει αφήσει να εννοηθεί το υπουργείο εργασίας (αύξηση τον Ιανουάριο αλλά και τον Ιούλιο του 2019). Επιπλέον εκφράζει επιφυλάξεις ως προς την επαναφορά των ρυθμίσεων της επεκτασιμότητας και της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης, στον τομέα των συλλογικών συμβάσεων, ζητώντας ακόμη και να θεσπιστούν ρήτρες εξαίρεσης, μετά από συμφωνία των κοινωνικών εταίρων. Οι ρήτρες εξαίρεσης η προσωρινές παρεκκλίσεις συνίσταται να ισχύσουν στις επιχειρήσεις που δεν έχουν ξεπεράσει τα προβλήματα της κρίσης.

Πάντως τα στοιχεία από το σύστημα ΕΡΓΑΝΗ που έχουν στα χέρια τους οι κοινωνικοί εταίροι οι οποίοι συμμετέχουν στη διαδικασία για τη διαμόρφωση του νέου κατώτατου μισθού δείχνουν οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα όχι μόνο δεν σημειώνουν αυξητικές τάσεις αλλά αντίθετα μειώνονται. Ο μέσος μισθός από 1.0112 ευρώ το 2014 διαμορφώθηκε σε 982,4 ευρώ το 2017. Δηλαδή μειώθηκε κατά 3%. Από την άλλη πλευρά ο μέσος μισθός του δημοσίου σημείωσε αύξηση.

Ο ΣΕΒ στη δική του ανάλυση επισημαίνει τους κινδύνους που μπορεί να προκληθούν από την αύξηση του μισθού στις επιχειρήσεις που δεν έχουν ξεπεράσει τα προβλήματα της κρίσης και στους κλάδους που βασίζουν τη διεθνή τους ανταγωνιστικότητα στο υφιστάμενο ύψος του ονομαστικού μισθολογικού κόστους και του μη μισθολογικού κόστους της εργασίας. «Κλειδί» για την αύξηση του μισθού σύμφωνα με το ΣΕΒ είναι η σύνδεση του ποσοστού αύξησης με τη μέση παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας. Ο σύνδεσμος επίσης, εκτιμά ότι μέρος των μικρών επιχειρήσεων θα στραφούν στη ημιδηλωμένη ή αδήλωτη εργασία για να αποφύγουν την αύξηση του μισθολογικού κόστους.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

«Η πραγματικότητα είναι- επισημαίνει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο του δελτίο- ότι μεγάλο μέρος της αγοράς μισθωτής εργασίας του ιδιωτικού τομέα (1/4) έχει αμοιβές κάτω των 600 ευρώ, ιδίως σε κλάδους όπως η εστίαση (25,5%) και το εμπόριο (22,7%), το 56% των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα εργάζεται σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις έως 49 εργαζομένων, ενώ το 77% των μισθωτών στις μικρές επιχειρήσεις αμείβονται με αποδοχές κατώτατου και υποκατώτατου μισθού. Με αυτά τα δεδομένα που προκύπτουν από τα στοιχεία της του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ και δεν μπορούν να αμφισβητηθούν, καθώς αντανακλούν τη σημερινή εργασιακή πραγματικότητα, η επίπτωση στην αγορά εργασίας από την όποια αύξηση του κατώτατου μισθού δεν θα είναι αμελητέα. Και είναι πολύ πιθανό ότι θα μεγαλώσει η ήδη διαδεδομένη αδήλωτη ή ημιδηλωμένη εργασία, όταν, μάλιστα, οι δυνατότητες ελέγχου για την τήρηση της εργασιακής νομοθεσίας στις μικρές επιχειρήσεις είναι τουλάχιστον περιορισμένες αν όχι ελλιπείς. Επιπλέον, σε ό,τι αφορά την πιθανή θετική επίπτωση μιας αύξησης της ζήτησης, στην Ελλάδα της αποδυναμωμένης παραγωγικής βάσης, των αδύναμων εξαγωγών και της υψηλής ροπής προς κατανάλωση και εισαγωγές, μια προσπάθεια τεχνητής τόνωσης της ζήτησης, που δεν προέρχεται από αύξηση της παραγωγικότητας, θα πάει σε «ξένες τσέπες», διευρύνοντας περαιτέρω το εμπορικό έλλειμμα. Έτσι όμως δεν υποστηρίζονται οι βιώσιμες επενδύσεις και η δημιουργία θέσεων εργασίας σε παραγωγικούς και εξωστρεφείς κλάδους της οικονομίας».