Η Ελβετία του Περσικού Κόλπου, το Ντουμπάι, που μέχρι προσφάτως αποτελούσε όαση της επιχειρηματικότητας μέσα στο πεδίο μαχών της Μέσης Ανατολής, πλήττεται από μια πολυσχιδή οικονομική κρίση.
Το χρηματιστήριο του γνωρίζει τη χειρότερη χρονιά του από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 με μετοχές μεγάλων κατασκευαστικών, εταιρειών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, λιανικού εμπορίου έως και θεματικών πάρκων να έχουν υποχωρήσει από 47% έως και 84% στη διάρκεια του έτους. Εμβληματικές εταιρείες όπως η αεροπορική Emirates, η θυγατρική της Deutsche Bank και η συνδρομητική τηλεόραση OSN ανακοινώνουν απογοητευτικά κέρδη και προχωρούν σε μεγάλο αριθμό απολύσεων. Φέτος χάθηκαν περισσότερες θέσεις εργασίας από οποιαδήποτε άλλη χρονιά της τελευταίας δεκαετίας. Και το χειρότερο είναι πως έχουν χαθεί κυρίως οι καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας που τροφοδοτούσαν τη ζήτηση για είδη πολυτελείας, για ακριβές κατοικίες και γενικότερα την κατανάλωση.
Στο Ντουμπάι κλονίζονται οι τρεις βασικοί πυλώνες της οικονομίας του – τουρισμός, εμπόριο και χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Η πτώση των τιμών του πετρελαίου από το 2014 και μετά έχει πλήξει την οικονομική ευημερία των γειτονικών αραβικών χωρών από τις οποίες προέρχεται μεγάλο ποσοστό των τουριστών. Έχει μειωθεί σημαντικά ο αριθμός των τουριστών από τη Σαουδική Αραβία, όπου ο οίκος των Σαούντ έχει επιβάλει λιτότητα και έχει προχωρήσει σε κατασχέσεις περιουσιών. Το κενό αναπληρώνουν ώς τώρα τουρίστες από την Κίνα και την Ινδία που, ωστόσο, δεν έχουν την ίδια οικονομική επιφάνεια. Σχετικό ρεπορτάζ του Bloomberg συγκαταλέγει στις παθογένειες της οικονομίας του Ντουμπάι την υπερπροσφορά ακινήτων αλλά και την εκτίναξη του κόστους της ζωής και του επιχειρείν. Σύμφωνα με τη συμβουλευτική Mercer της Νέας Υόρκης, είναι το 26ο ακριβότερο μέρος για τους ξένους. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τις επιχειρήσεις.
Η δυσπραγία που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις στο εμιράτο εκδηλώθηκε τον Απρίλιο σε συνάντηση που είχε ο σεΐχης Μοχαμέντ μπιν Ρασίντ Αλ Μαχτούμ με τουλάχιστον 100 υψηλόβαθμα στελέχη επιχειρήσεων. Του έθεσαν τότε σειρά θεμάτων από τις μεγάλες προμήθειες που παίρνει η κυβέρνηση και οι οποίες εξουδετερώνουν το συγκριτικό πλεονέκτημα της έλλειψης φορολογίας μέχρι το ιδιότυπα αυστηρό καθεστώς που διέπει τη χορήγηση βίζας και κυριολεκτικά διώχνει από τη χώρα όσους ξένους χάσουν τη δουλειά τους.
Έκτοτε, οι Αρχές έχουν χαλαρώσει τη νομοθεσία για τη βίζα ώστε να επιτρέπει στους ξένους να παραμένουν περισσότερο στη χώρα και έτσι να καταναλώνουν και να δαπανούν περισσότερο. Παράλληλα, ο σεΐχης προέβη σε μία σειρά μέτρων που στοχεύουν στη μείωση του κόστους ζωής. «Πάγωσε» τα δίδακτρα των σχολείων, χαλάρωσε τους περιορισμούς στην ιδιοκτησία επιχειρήσεων από ξένους και μείωσε τις προμήθειες της κυβέρνησης κατά πολλά δισ. δολάρια.
Τόσο το Bloomberg όσο και η αμερικανική εφημερίδα Wall Street Journal αποδίδουν την κρίση σε παράγοντες κυρίως πολιτικής και γεωπολιτικής φύσης. Επί χρόνια το Ντουμπάι προσέφερε τον ιδανικό τόπο για τις επιχειρήσεις, καθώς τηρούσε ουδετερότητα και δεν εμπλεκόταν στις συγκρούσεις της Μέσης Ανατολής. Ως τμήμα των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (ΗΑΕ), όμως, έχει τελευταία εμπλακεί ενεργά σε μία σειρά άγριων εμφυλίων συρράξεων από τη Λιβύη μέχρι την Υεμένη, ενώ έχει συμμετάσχει στον αποκλεισμό του Κατάρ από τη Σαουδική Αραβία.
Η Μπάρμπαρα Λιφ, πρέσβειρα των ΗΠΑ στα ΗΑΕ μέχρι τον περασμένο Μάρτιο, τονίζει πως ειδικότερα η συμμετοχή στον αποκλεισμό του Κατάρ υπήρξε κρίσιμη για τη θέση των αμερικανικών επιχειρήσεων στο Ντουμπάι. «Ηταν πολύ δυσάρεστη έκπληξη για όσες επιχειρήσεις είχαν έδρα τα ΗΑΕ, να ανακαλύψουν ξαφνικά πως δεν μπορούσαν πλέον ούτε να εκτελέσουν πτήσεις ούτε να στείλουν προϊόντα τους στην Ντόχα».
Το ίδιο επισημαίνει και ο Κιμ Κρέιν, συνεργάτης του Πανεπιστημίου Rice και ερευνητής θεμάτων επιχειρηματικότητας στη Μέση Ανατολή. «Το επιχειρηματικό μοντέλο του Ντουμπάι βασίζεται στην ανοχή και στην πολιτική ουδετερότητα» τονίζει μιλώντας σε σχετικό ρεπορτάζ της αμερικανικής εφημερίδας Wall Street Journal. Η WSJ υπογραμμίζει, άλλωστε, πως το εμιράτο δεν έχει χάσει μόνον την ουδετερότητα. Προσφάτως, έχασε και την αποκλειστικότητα στην ανοχή και αντιμετωπίζει τον ανταγωνισμό της Σαουδικής Αραβίας.
Το Ριάντ επιχειρεί αλλαγή οικονομικού μοντέλου και στροφή στον τουρισμό, γι’ αυτό και επιτρέπει τον δυτικό τρόπο ζωής σε συγκεκριμένες ζώνες μέσα στη χώρα, ενώ γενικότερα χαλαρώνει ορισμένους αυστηρούς περιορισμούς. Σύμφωνα, πάντως, με τη WSJ, ελάχιστοι οικονομικοί αναλυτές πιστεύουν πως το Ντουμπάι οδεύει προς μια κρίση ανάλογη της ύφεσης που γνώρισε το 2009 όταν προσέφυγε στην αρωγή του Αμπου Ντάμπι και έλαβε πακέτο στήριξης ύψους 20 δισ. δολ. Η οικονομία του αναμένεται και φέτος να σημειώσει ανάπτυξη 3,3%.