“Eίναι λάθος να αναμένει κάποιος περισσότερα αναδρομικά επειδή απλά λαμβάνει μεγαλύτερη σύνταξη. Σχεδόν μηδενικά αναδρομικά μπορεί να πάρει κάποιος με μικρή, μεσαία ή υψηλή σύνταξη, εάν έχει την ατυχία η σύνταξή του να βρίσκεται σε συγκεκριμένο εύρος τιμών, εντός του οποίου αλλάζει το ποσοστό κάποιας κράτησης” υποστηρίζει ο αναλυτής της ιστοσελίδας enstoloi.net Αχιλλέας Καρασαββίδης, ο οποίος εξηγεί γιατί συνταξιούχοι ένστολοι με τον ίδιο βαθμό και τα ίδια έτη υπηρεσίας είχαν τόσο μεγάλες διαφορές στο ύψος των αναδρομικών.
«Η αιτία των ελάχιστων ή μηδενικών αναδρομικών είναι η δυσανάλογη αύξηση ορισμένων μνημονιακών κρατήσεων σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό από την αύξηση της ακαθάριστης σύνταξης», εξηγεί ο κ. Καρασαββίδης.
Σύμφωνα με την ανάλυση του enstoloi.net, οι κρατήσεις (και τα αναδρομικά) εξαρτώνται από τα ακαθάριστα ποσά σύνταξης και μερισμάτων και όχι από τον βαθμό και τα έτη υπηρεσίας. Όσοι είχαν ακριβώς ίδιο ποσό σύνταξης και ακριβώς ίδιο ποσό μερισμάτων έλαβαν ακριβώς τα ίδια αναδρομικά. Όμως για διαφορά μόλις 20 ευρώ στη σύνταξη, ενδέχεται σε ειδικές περιπτώσεις τα αναδρομικά να διαφέρουν ακόμη και κατά εκατοντάδες ευρώ. Επίσης σύμφωνα με τις μηνιαίες αναλύσεις σύνταξης όλων των προηγουμένων ετών (2012 – 2016), οι κρατήσεις και το πληρωτέο ποσό ποτέ δεν ήταν σταθερά για μεγάλες χρονικές περιόδους αλλά αυξομειώνονταν συνεχώς, διότι πάντα υπήρχαν έκτακτες διαφοροποιήσεις (διαδοχικές μειώσεις μερισμάτων, αποκατάσταση 50%, αναδρομικά ποσά, αλλαγή ποσοστού περίθαλψης κλπ) γεγονός που επηρρεάζει την κατάσταση.
Επίσης είναι λάθος να συγκρίνονται μόνο βαθμοί και έτη, διότι μπορεί να υπάρχουν διαφορές:
· Στο έτος διαγραφής, διότι αλλάζει ο συντελεστής αναπλήρωσης στις παλιές συντάξεις, πχ. όποιος διαγράφηκε το Δεκέμβριο 2010 λαμβάνει μεγαλύτερη σύνταξη από κάποιον που διαγράφηκε τον Ιανουάριο 2011 (συμμαθητές με ίδιο βαθμό και συντάξιμα έτη).
· Στα διπλά εξάμηνα επικινδυνότητας, τα οποία επηρεάζουν σημαντικά τη σύνταξη, άρα και τα αναδρομικά.
· Στα ποσά μερισμάτων λόγω προέλευσης (διαφορετικά μερίσματα ΜΤΣ/Ν/Α) ή λόγω αναγνώρισης χρόνου (πχ. 5ετίας), καθώς ενδέχεται να υπάρχει σημαντική διαφορά στα αναδρομικά λόγω διαφορετικού ποσοστού κράτησης του ν. 4093.
Για παράδειγμα η κράτηση του ν. 4002 εφαρμόζεται στο ακαθάριστο ποσό σύνταξης (αφού αφαιρεθεί πρώτα η κράτηση του ν.3865). Το ποσοστό της εν λόγω κράτησης είναι 6% μετά τα 1.700€ με όριο ασφαλείας (προς τα κάτω) τα 1.700€. Για παράδειγμα, στα 1.701€ αντιστοιχεί κράτηση 6%, δηλαδή 102€, αλλά αφαιρείται μόνο 1€ ώστε να απομείνουν 1.700€. Αντίστοιχα στα 1.765€ αντιστοιχεί κράτηση 6%, δηλαδή 106 €, αλλά αφαιρούνται μόνο 65 € ώστε να απομείνουν και πάλι 1.700€. Στα 1.809€ αντιστοιχεί κράτηση 6%, δηλαδή 109€, η οποία αφαιρείται ολόκληρη και απομένουν πάλι 1.700€. Συνεπώς εάν σε κάποιον αντιστοιχούσε ποσό 1.701 ευρώ πριν την αποκατάσταση και μετά αυτό αυξήθηκε σε 1.809 ευρώ, η αύξηση λόγω μισθολογίου (τα 108€) “απορροφήθηκε” στο σύνολό της από την αύξηση στην κράτηση του ν. 4002 κι έτσι δεν προκύπτουν αναδρομικά.
Αντίστοιχα η κράτηση του ν. 3865 είναι η πρώτη που εφαρμόζεται από όλες τις μνημονιακές κρατήσεις και ισχύει για ακαθάριστη σύνταξη άνω των 1.400 ευρώ, οπότε επηρεάζει ακόμη και τις σχετικά χαμηλές συντάξεις, μειώνοντας τα δικαιούμενα αναδρομικά.
Ρόλο – κλειδί παίζουν και οι κρατήσεις του ν. 4093 του 2012, οι οποίες εφαρμόζονται τελευταίες μετά την αφαίρεση όλων των άλλων μειώσεων, οπότε σύμφωνα με τον κ. Καρασαββίδη, «είναι σχεδόν αδύνατο να γνωρίζει κάποιος εκ των προτέρων εάν επηρεάζονται ή όχι τα αναδρομικά της σύνταξής του από αυτή την κράτηση».
Η ιδιαιτερότητα αυτής της κράτησης είναι ότι το ποσοστό μείωσης της σύνταξης εξαρτάται και από τα ακαθάριστα μερίσματα. Για παράδειγμα, για άθροισμα σύνταξης (μετά την αφαίρεση μνημονιακών μειώσεων) και μερισμάτων 1.000 – 1.500€ μειώνεται η σύνταξη κατά 5%, για άθροισμα 1.500€ – 2.000€ η μείωση φτάνει στο 10% ενώ αν το συνταξιοδοτικό εισόδημα ξεπερνά τα 2.000€ το «ψαλίδι» φτάνει στο 15%. Ορισμένες φορές τυχαίνει μετά την αποκατάσταση του μισθολογίου να αυξηθεί το άθροισμα (σύνταξη + μερίσματα) πάνω από κάποιο όριο (είτε τα 1.500 € είτε τα 2.000 €), οπότε αυξάνεται αντίστοιχα η κράτηση στη σύνταξη, επηρρεάζοντας το ύψος των αναδρομικών.