Η παγίωση ενός κλίματος απαισιοδοξίας στους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, οι «μηδενικές προσδοκίες» για την αύξηση των αποδοχών τους, το μαζικό αίσθημα ανασφάλειας για τη διατήρηση της θέσης δουλειάς τους με την ποιοτική υποβάθμιση των όρων εργασίας να συνεχίζεται, αποτελούν, μεταξύ άλλων, τα βασικά ευρήματα της δεύτερης μέτρησης της Έρευνας Κοινής Γνώμης: «Δείκτες Κλίματος Αγοράς Εργασίας», μιας παρέμβασης του Ινστιτούτου Εργασίας / ΓΣΕΕ με στόχο την καταγραφή, συσχέτιση και αξιολόγηση κρίσιμων μεγεθών και πτυχών της αγοράς εργασίας.
Πιο συγκεκριμένα
– Το 71% των μερικώς απασχολουμένων δηλώνουν απαισιόδοξοι για την πορεία της χώρας τους επερχόμενους μήνες καταδεικνύοντας πως οι πιο ευάλωτες κατηγορίες της μισθωτής εργασίας καλούνται να διαβιώσουν υπό εξαιρετικά δυσχερείς συνθήκες. Έλλειμμα αισιοδοξίας εντοπίζεται στο 56% του συνόλου των εργαζομένων.
– Περισσότεροι από 6 στους 10 δεν αναμένουν κάποια θετική εξέλιξη στο μισθό τους, επιβεβαιώνοντας ότι η επαναφορά της αρχής της επεκτασιμότητας των κλαδικών συμβάσεων, χρειάζεται να πραγματοποιηθεί με ουσιαστικό και ολοκληρωμένο τρόπο.
– Παράλληλα, μόλις το 58% των εργαζομένων εκφράζουν βεβαιότητα αναφορικά με τη διατήρηση της δουλειάς τους για το επόμενο εξάμηνο πιστοποιώντας την κατίσχυση της επισφάλειας ενώ περίπου 3 στους 10 υποστηρίζουν ότι ο εργοδότης τους δεν σέβεται εργασιακά δικαιώματα –με το σχετικό ποσοστό να ανέρχεται στο 40% για τους μερικώς απασχολούμενους– αποτυπώνοντας την επέκταση της αυθαιρεσίας ή/και της παραβατικότητας.
Η εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση που επικρατεί στην αγορά εργασίας αποτυπώνεται σαφώς στο δείκτη «ποιότητα εργασίας» (και συγκριτικά με την προηγούμενη μέτρηση του Σεπτεμβρίου):
– σαν απόλυτο μέγεθος, με το 43% των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα να μην είναι ικανοποιημένοι από την ποιότητα των όρων εργασίας τους,
– καθώς και ως διακύμανση, αφού σε χρονικό διάστημα 3 μηνών από την προηγούμενη μέτρηση, και όταν τα υπόλοιπα μεγέθη εμφανίζονται σταθερά ή οριακά βελτιωμένα, ο εν λόγω δείκτης ικανοποίησης επιδεινώνεται κατά 13 μονάδες.