Πράσινο φως για σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού “ανάβει” η επιτροπή «σοφών» που ορίστηκε από τα υπουργεία Εργασίας, Οικονομικών και Ανάπτυξης για να καταγράψει τις δυνατότητες προσαρµογής του νομοθετημένου ελάχιστου μισθού και ημερομίσθιου

Στο πόρισμα που παρέδωσε στην υπουργό Εργασίας Εφη Αχτσιόγλου η επιτροπή των πέντε εµπειρογνωµόνων καθηγητών προτείνει αύξηση 5%-10%.

Οι τεχνοκράτες κλειδώνουν την πρότασή τους αυτή µε πέντε ρήτρες που προβλέπουν ότι η επικείμενη αύξηση:

1. ∆εν αναμένεται να επιβραδύνει τη συντελούµενη ανάκαµψη της απασχόλησης.

2. ∆εν θα θέσει σε κίνδυνο την ανάκτηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας.

3. Μπορεί µέσω της (μικρής) τόνωσης της ζήτησης να επηρεάσει θετικά τις επενδύσεις, οι οποίες, παρά την αυξηµένη κερδοφορία, παραµένουν σε χαµηλά επίπεδα.

4. Μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των φορολογικών εσόδων και των ασφαλιστικών εισφορών µέσω μείωσης του ποσοστού της καταβαλλόμενης αμοιβής που δίνεται «στο χέρι» και έτσι να αντισταθμιστεί οποιαδήποτε αναµενόµενη προσπάθεια εισφορόδια – φυγής µέσω αύξησης της συχνότητας του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας.

5. Μπορεί να βοηθήσει στην αποπληρωμή των δανείων των υπερχρεωμένων νοικοκυριών και στην αύξηση της ικανότητας χορήγησης δανείων από τις τράπεζες.

Η επιτροπή των ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων κατέληξε στην εισήγηση αυτή έχοντας λάβει υπόψη µια σειρά από πρωτογενή στοιχεία, αναλύσεις και μελέτες, καθώς και πληροφόρηση από διάφορους παράγοντες µε τους οποίους πραγματοποίησε συναντήσεις.

Αξιολογώντας όλα αυτά τα στοιχεία και τους δείκτες, οι ειδικοί αποφαίνονται ότι το επίπεδο του κατώτατου μισθού και ωρομισθίου στην Ελλάδα είναι χαµηλό τόσο σε ιστορικούς όσο και σε συγκριτικούς όρους.

Σε όρους αγοραστικής δύναμηςς (δηλαδή αποπληθωρισμένος µε τον Δείκτη Τιµών Καταναλωτή), ο σημερινός μισθός βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο που ήταν το 1980 και 4,2% κάτω από το επίπεδο του 1995.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Επίσης, έχει σημειώσει τη μεγαλύτερη μείωση από όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ σε όρους αγοραστικής δύναμης μεταξύ 2000 και 2017 (κατά %), ενώ βρίσκεται κάτω από το όριο που προβλέπεται από τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη του Συμβουλίου της Ευρώπης.