Την Παρασκευή ξεκινάει στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) η πιλοτική δίκη για τις αναδρομικές διεκδικήσεις 2,5 εκατ. συνταξιούχων, που ακόμη και με τους πλέον μετριοπαθείς υπολογισμούς, εφόσον το αίτημα δεν απορριφθεί καθολικά, αγγίζουν τα 4 δισ. ευρώ.
Οι ειδικοί, σύμφωνα με ρεπορτάζ της Καθημερινής, τη χαρακτηρίζουν μητέρα των μαχών, με ιδιαίτερο δικαστικό αλλά και δημοσιονομικό ενδιαφέρον, καθώς όπως προκύπτει από το έγγραφο της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του υπουργείου Εργασίας (υπ’ αριθμ. πρωτ. 56017/425/9-12-2019), το οποίο επικαλείται ο ΕΦΚΑ, το συνολικό ύψος της δαπάνης που θα επιβαρυνθούν ΕΦΚΑ και ΕΤΕΑΕΠ αν κληθούν να επιστρέψουν σε όλους τους συνταξιούχους τις περικοπές των νόμων 4051 και 4093 του 2012 είναι:
• Για την περίοδο 1/1/2013 – 9/6/2015, ήτοι το διάστημα από την εφαρμογή των περικοπών έως και την έκδοση των αποφάσεων του ΣτΕ: 8,742 δισ. για τις κύριες και 1,948 δισ. για τις επικουρικές, σύνολο 10,690 δισ. ευρώ.
• Για την περίοδο 10/6/2015 – 11/5/2016 που αντιστοιχεί στο διάστημα από την έκδοση των αποφάσεων του ΣτΕ έως και την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου: 3,262 δισ. για τις κύριες και 723 εκατ. ευρώ για τις επικουρικές, σύνολο 3,985 δισ. ευρώ.
• Για την περίοδο 12/5/2016 – 31/12/2018, διάστημα κατά το οποίο εφαρμόστηκε ο νόμος Κατρούγκαλου όχι όμως και ο επανυπολογισμός των συντάξεων: 9,471 δισ. για τις κύριες και 2,109 δισ. ευρώ για τις επικουρικές, σύνολο 11,580 δισ. ευρώ.
Ο συνολικός λογαριασμός ξεπερνάει τα 26 δισ. ευρώ και εύλογα μπορεί να εκτιμήσει κανείς ότι πρόκειται για μια δημοσιονομική βόμβα πολλών μεγατόνων, ικανή να γκρεμίσει εκ βάθρων την ελληνική οικονομία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το ελληνικό Δημόσιο, στην έγγραφη παρέμβασή του προς το δικαστήριο, υποστηρίζει πως έχει αυξημένο και άμεσο έννομο συμφέρον να παρέμβει στη δίκη, καθώς η μέλλουσα δικαστική απόφαση θα προκαλέσει στο Δημόσιο «τεράστια οικονομική βλάβη», στην περίπτωση που θα είναι αρνητική για τα συμφέροντά του.
Στην εισήγησή του ο αρμόδιος Σύμβουλος της Επικρατείας συνοψίζει τις απόψεις των εναγόντων συνταξιούχων όπως επίσης των ΕΦΚΑ, ΕΤΕΑΕΠ και ελληνικού Δημοσίου. Υπέρ των εναγόντων συνταξιούχων του ΤΑΠ – ΟΤΕ παρεμβαίνουν 17 φυσικά πρόσωπα και σύλλογοι συνταξιούχων (Πανελλήνιος Σύλλογος Συνταξιούχων ΟΤΕ, οι σύλλογοι συνταξιούχων της Εθνικής, της Εμπορικής, της Ιονικής – Λαϊκής Τράπεζας κ.ά.). Υπέρ του ΕΦΚΑ και του ΕΤΕΑΕΠ παρεμβαίνει το ελληνικό Δημόσιο μέσω του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Και όπως φαίνεται από το έγγραφο που κατατέθηκε στο ΣτΕ με ημερομηνία 2 Ιανουαρίου 2020, στην αιχμή της επιχειρηματολογίας του ΕΦΚΑ βρίσκονται οι πρόσφατες αποφάσεις του ΣτΕ (δημοσιεύθηκαν 4 Οκτωβρίου 2019) για τον νόμο Κατρούγκαλου που έκριναν συνταγματικό τον επανυπολογισμό των κύριων συντάξεων στη βάση των ποσών που καταβάλλονταν στις 31/12/2014. Ο ΕΦΚΑ υποστηρίζει πως οι περικοπές του 2012 κρίθηκαν έτσι έμμεσα συνταγματικές ακόμη και για το διάστημα πριν από την ψήφιση του νόμου, δηλαδή για την 3ετία 1/1/2013 – 11/5/2016. Περαιτέρω αναφέρει πως η αντισυνταγματικότητα του 2015 προέκυψε για τυπικούς λόγους –έλλειψη εμπεριστατωμένης επιστημονικής μελέτης– και όχι για ουσιαστικούς. Και στη βάση αυτών των ισχυρισμών εκτιμά πως με την πρόσφατη κρίση αντιμετωπίστηκε και το ζήτημα της συνταγματικότητας για την περίοδο 1/1/2013 έως 11/5/2016. Από την πλευρά τους οι συνταξιούχοι, όπως επισημαίνει στην «Κ» ο δικηγόρος Λουκάς Αποστολίδης, ο οποίος έχει υποβάλει την αγωγή της πιλοτικής δίκης, υποστηρίζουν ότι μπορεί ο επανυπολογισμός των συντάξεων να κρίθηκε οριακά, με μια ψήφο διαφορά, συμβατός με το Σύνταγμα, αλλά ο νόμος 4387/2016 (νόμος Κατρούγκαλου) ούτε επανανομοθέτησε ούτε μπορεί να ακυρώσει αναδρομικά αποζημιωτικές αξιώσεις, που έχουν ήδη κριθεί αμετάκλητα με τις αποφάσεις 2287-2288/2015 της Ολομέλειας του ΣτΕ.
Οπως όλα δείχνουν, στην Ολομέλεια του ΣτΕ αναμένεται να ξεκινήσει την Παρασκευή μια σκληρή νομική μάχη, η οποία εκτιμάται ότι θα έχει ολοκληρωθεί έως τα μέσα του έτους. Η σύνθεση της Ολομέλειας της 10ης Ιανουαρίου θα αποτελείται από 31 συμβούλους, καθώς απορρίφθηκε το αίτημα της πλευράς των συνταξιούχων προς την πρόεδρο του ΣτΕ για ευρύτερη σύνθεση.