Ένα πολύ θετικό μήνυμα στέλνει στις αγορές για την ελληνική οικονομία ο ένας εκ των τριών μεγάλων οίκων αξιολόγησης (αυτών που ανεβάζουν και κατεβάζουν οικονομίες χωρών, το γιατί είναι μια άλλη συζήτηση) και συγκεκριμένα ο οίκος Moody’s, o oποίος εκθειάζει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα για τα πρόσφατα αποτελέσματα των ασκήσεων αντοχής (stress tests) των τεσσάρων συστημικών ελληνικών τραπεζών Alpha Bank, Eurobank, Εθνικής Τράπεζας και Τράπεζας Πειραιώς.
«Τα αποτελέσματα έδειξαν αντοχή των εποπτικών κεφαλαίων τους και είναι θετικά για το αξιόχρεό τους (credit positive)», αναφέρει ο οίκος Moody’s σε έκθεσή του.
«Τα αποτελέσματα των stress tests είναι credit positive για τις τέσσερις τράπεζες, επειδή δεν θα χρειασθεί να αντλήσουν νέα κεφάλαια, κάτι που θα τους δώσει τον χρόνο να εστιάσουν στη μείωση του υψηλού αποθέματος μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους (NPEs), που είναι η σημαντικότερη πιστωτική πρόκλησή τους», σημειώνει η Moody’s.
«Μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της άσκησης αντοχής, πιστεύουμε ότι οι διοικήσεις των τραπεζών θα εστιάσουν περισσότερο στα στρατηγικά σχέδια για την αντιμετώπιση των NPEs και την επίτευξη των μεμονωμένων στόχων μείωσης των NPE, για τους οποίους έχουν δεσμευθεί έναντι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας», αναφέρει η έκθεση.
Σύμφωνα με τα σχέδια των τραπεζών για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους, τα NPEs του συστήματος θα πρέπει να μειωθούν σε περίπου 65 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019 από περίπου 96 δισ. ευρώ στο τέλος του 2017 ή περί το 49% των δανείων.
Ο Moody’s σημειώνει ότι σημαντικό μέρος της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών αποτελείται από αναβαλλόμενα φορολογικά στοιχεία ενεργητικού (DTAs). Στη μεγάλη πλειονότητά τους (περίπου 16 δισ. ευρώ) είναι επιλέξιμα για να μετατραπούν σε φορολογικές πιστώσεις, οι οποίες πρέπει να πληρωθούν από το δημόσιο εάν οι τράπεζες καταγράψουν μελλοντικά ετήσιες ζημιές.
Τα DTAs είναι άυλα στοιχεία ενεργητικού και βασίζονται στη χρηματοδοτική ικανότητα του ελληνικού δημοσίου, «το οποίο έχει μία σχετικά αδύναμη πιστωτική θέση», αναφέρει ο οίκος, προσθέτοντας:
«Αυτά τα στοιχεία αποτελούσαν περίπου το 55% του μετοχικού κεφαλαίου (CET1) των τεσσάρων μεγαλύτερων τραπεζών τον Δεκέμβριο του 2017, υπονομεύοντας την ποιότητα των κεφαλαίων τους και την ικανότητά τους να απορροφούν ζημιές».
Τι σημαίνουν όλα αυτα; Πολύ απλά εάν οι ελληνικές συστημικές τράπεζες καταφέρουν και «ξεφορτωθούν» το απαιτούμενο νούμερο των μη εξυπηρετούμενων δανείων μέχρι το τέλος του 2019, τότε αυτό σημαίνει ότι από το 2020 θα ξεκινήσουν και πάλι να «αιμοδοτούν» την ελληνική οικονομία.
Είτε μας αρέσει είτε όχι, χωρίς τράπεζες δεν μπορεί να έρθει πραγματική, σταθερή και συνεχής ανάπτυξη. Το πρόβλημα άλλωστε μετά από τόσες ανακεφαλαιοποιήσεις και τόσα δισ.ευρώ τα οποία τους δόθηκαν με εγγυητές τους ίδιους τους Έλληνες πολίτες (κανείς δεν τους ρώτησε βέβαια αλλά και η σιωπή εκλαμβάνεται ως «ναι»), είναι ότι ακόμα οι τράπεζες δεν έχουν καταφέρει να παίξουν σημαντικό ρόλο στην ελληνική οικονομία από το 2010 και μετά.
Οι τράπεζες όχι μόνο «μοιράζουν» και «διοχετεύουν» το χρήμα αλλά αποτελούν και σημαντικούς επενδυτές και κακά τα ψέματα οι επενδύσεις πρώτα ξεκινούν από το εσωτερικό και μετά έρχονται από το εξωτερικό.