Πολλοί έχουν την απορία γιατί επέλεξαν αυτή την στιγμή κάποιοι από το Λονδίνο για να επιτεθούν στις ελληνικές τράπεζες εν μέσω άρσης των capital controls τουλάχιστον σε ότι αφορά τις εγχώριες τραπεζικές συναλλαγές και όλα δείχνουν ότι παρά τα προβλήματα που έχει ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος ο στόχος ήταν να αναγκαστούν οι ελληνικές τράπεζες να προχωρήσουν σε τεχνητή υποτίμηση για να αγοράσουν πιο φθηνά τα πακέτα μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Διότι οι διαρροές που προκάλεσαν το sell off βρήκαν όντως ένα ευαίσθητο σημείο και ήταν τα «κόκκινα δάνεια» για τα οποία οι τράπεζες δείχνουν να μην μπορούν να τα μειώσουν.
Η μείωση των προβληματικών χαρτοφυλακίων σε επίπεδα κάτω από 20% μέχρι το 2021 μπορεί να γίνει μόνο με «ξεπούλημά» τους
Η πτώση στα έσοδα των τραπεζών αποτυπώθηκε στα αποτελέσματα 6μηνου και δείχνει ότι οι ελληνικές τράπεζες δεν χορηγούν νέα δάνεια. Και αυτό είναι δομικό πρόβλημα, αφού χωρίς να δίνουν δάνεια, δεν μπορούν να εξασφαλίσουν και κέρδη, ενώ χωρίς δάνεια δεν μπορεί να «αιμοδοτηθεί» η ελληνική οικονομά.
Τα προβλήματα των ελληνικών τραπεζών όλοι τα γνωρίζουν απλά η επιλογή της χθεσινής επίθεσης είχε ως στόχο το σύνολο των προβληματικών χαρτοφυλακίων.
H Morgan Stanley σε χθεσινή ανάλυσή της θεωρεί υπερβολικές τις ανησυχίες για τα κεφάλαια των ελληνικών τραπεζών ωστόσο εκτιμά ότι οι πιέσεις είναι πιθανόν να συνεχιστούν μέχρι να υπάρξει περισσότερη διαύγεια για το σχέδιο κεφαλαιακής ενίσχυσης της Πειραιώς και οι τράπεζες να αποκαλύψουν τους στόχους για τη μείωση των NPEs έως το 2021 και τη συμμετοχή των πωλήσεων/διαγραφών.
H Morgan Stanley σημειώνει ότι υπάρχει περιορισμένη ορατότητα για την επενδυτική τοποθέτηση στις ελληνικές τράπεζες, δεδομένου ότι η μείωση των κόκκινων δανείων απαιτεί σταθερό οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον στην περιφέρεια της Ευρώπης τουλάχιστον έως το 2021.
Προειδοποιήσεις για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα περιλαμβάνει ανάλυση της Goldman Sachs η οποία υποστηρίζει πως «η ικανότητα του τραπεζικού κλάδου να αντέξει οποιοδήποτε σοκ –εσωτερικό ή εξωτερικό, οικονομικής ή πολιτικής φύσεως- παραμένει περιορισμένη».
Η έκθεση της επενδυτικής τράπεζας αποτυπώνει το περιεχόμενο συναντήσεων που διενήργησε στην Αθήνα στις 27-28 Σεπτεμβρίου με τραπεζικές διοικήσεις αλλά και με κυβερνητικά στελέχη.
Κατά την Goldman Sachs αυτή η προσπάθεια θα υποστηριχθεί από το ισχυρό οικονομικό momentum, περιλαμβανομένης της ανάκαμψης στη στεγαστική αγορά, που βρίσκεται στα αρχικά στάδια, από μια αυξανόμενα δυναμική δευτερογενή αγορά χονδρικής πώλησης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και από έναν χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης των στρατηγικών κακοπληρωτών με την πάροδο του χρόνου.
Η Goldman Sachs αποτίμησε θετικά την μακροοικονομική δυναμική της Ελλάδος, που βασίζεται στην εξωτερική ζήτηση και ιδιαίτερα στον τουρισμό, την αύξηση των τιμών κατοικιών κυρίως λόγω της ισχυρής ζήτησης από ξένους, τη βελτίωση των δημοσιονομικών μεγεθών και την ύπαρξη μεγάλου ταμειακού μαξιλαριού που καλύπτει τις ανάγκες αναχρηματοδότησης για τουλάχιστον τα επόμενα δύο χρόνια και τους φιλόδοξους στόχους των τραπεζών για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.
Την ίδια στιγμή η τράπεζα αποτίμησε αρνητικά, το γεγονός ότι η αναπτυξιακή δυναμική της Ελλάδος να υπολείπεται αυτής που σημειώθηκε σε άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης, όπως στην Ισπανία, μετά την έξοδο από το πρόγραμμα.
Ακόμη, αναφέρει πως όσο φιλόδοξοι και αν είναι οι στόχοι για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων αυτά αναμένεται να παραμείνουν σε αυξημένα επίπεδα για μακρά χρονική περίοδο.
Credit positive κρίνει η Moody’s για τις ελληνικές τράπεζες την κατάργηση των capital controls που είχαν επιβληθεί από τον Ιούνιο του 2015.
Η βελτίωση των οικονομικών προοπτικών της χώρας και μια αύξηση των καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα τους τελευταίους μήνες, οδήγησε στην χαλάρωση των capital controls, κάτι που πιθανώς θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη των καταθετών και θα βοηθήσει τις τράπεζες να βελτιώσουν περαιτέρω τα χρηματοδοτικά τους προφίλ, που συνιστά credit positive.
Η σταδιακή επιστροφή των καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα τους τελευταίους επτά μήνες και η μεγαλύτερη αισιοδοξία μετά από την επιτυχημένη έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής, είναι βασικοί κινητήριοι μοχλοί πίσω από την απόφαση του υπουργείου Οικονομικών και της Τράπεζας της Ελλάδας να χαλαρώσει σημαντικά τα capital controls.
Επιπλέον, η σημαντική μείωση της εξάρτησης των τραπεζών από τη χρηματοδότηση της κεντρικής τράπεζας μέσω του ELA, σηματοδοτεί τη βελτίωση της ρευστότητας των τραπεζών τα τελευταία τρίμηνα.
Η χαλάρωση των περιορισμών θα ενθαρρύνει πιθανώς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις να επιστρέψουν στις τοπικές τράπεζες εάν έχουν ενδεχομένως χρήματα εκτός του τραπεζικού συστήματος.
Μια αύξηση των καταθέσεων των καταναλωτών τα τελευταία χρόνια, έχει βοηθήσει τις ελληνικές τράπεζες να μειώσουν την εξάρτησή τους από τον ELA, που ανέρχεται στο 2% των συνολικών τραπεζικών assets στο τέλος του Αυγούστου, έναντι του 21% τον Αύγουστο του 2015.
Οπότε τι γίνεται; Είναι σαφές ότι οι κερδοσκόποι θέλουν τα «κόκκινα δάνεια» σε εξευτελιστικές τιμές.
Τα κερδοσκοπικά funds θεωρούν ότι οι τράπεζες θα πρέπει να προχωρήσουν σε επιθετικές πωλήσεις προβληματικών χαρτοφυλακίων, για να πιάσουν τους «επιθετικούς» στόχους μείωσης (που έχουν υποβάλει στον SSM).
Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες θα πρέπει να διαγράψουν κεφάλαια, που δεν έχουν. Συνεπώς θα πάνε σε ανακεφαλαιοποίηση που θα γίνει μέσω επανακρατικοποίησης των τραπεζών.
Η πραγματικότητα είναι ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι αποκλεισμένες από τις αγορές και άντληση κεφαλαίων μπορεί προς το παρόν να επιτευχθεί μόνο με τοκογλυφικά επιτόκια. Και η αδυναμία αυτή είναι πιθανό να ενεργοποιήσει σχέδια κρατικής διάσωσης.
Θεωρητικά και πρακτικά οι τράπεζες διαθέτουν δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας πάνω από τα ελάχιστα όρια, οπότε η ΕΚΤ και ο SSM πρακτικά δεν μπορούν να ζητήσουν επιτακτικά άμεση κεφαλαιακή ενίσχυση.
Όμως οι αγορές προεξοφλούν τις μελλοντικές εξελίξεις και το μέλλον της ελληνικής οικονομίας (εκτός αν τα αποτελέσματα των γεωτρήσεων για υδρογονάνθρακες αλλάξουν το κλίμα…) είναι από «μαύρο» μέχρι «σκούρο μαύρο».
Ο κίνδυνος προσωρινής κρατικοποίησης είναι η αιτία της κατάρρευσης των τραπεζικών μετοχών λόγω της αδυναμίας να αντλήσουν κεφάλαια με ίδια μέσα.
Οι συστημικές τράπεζες θα υποχρεωθούν σε κρατική στήριξη μέσω του κεφαλαιακού αποθέματος του δημοσίου των 30 δισεκ. ευρώ, θα υπάρξει δηλαδή αύξηση κεφαλαίου με προσωρινή κρατικοποίηση με dilution των παλαιών μετόχων.
«Εάν παραστεί ανάγκη, θα μπορούσε να υπάρξει διοχέτευση κεφαλαίων στις τράπεζες μέσω εγγυοδοτικού ταμείου, το οποίο θα μπορούσε να απορροφήσει μεγάλο μέρος κόκκινων δανείων με χρήση κεφαλαίων του Δημοσίου». Την απάντηση αυτή έδιναν χθες κυβερνητικά στελέχη στο ερώτημα πώς θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί μια νέα αναταραχή στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Ουσιαστικά ισοδυναμεί με παραδοχή πως οι τράπεζες θα χρειαστούν δημόσιο χρήμα ως κεφαλαιακή ένεση για να προχωρήσουν στη μείωση του μεγάλου αποθέματος κόκκινων δανείων ύψους 89 δισ. ευρώ που τις βαραίνει σήμερα.
Αυτό σημαίνει ότι οι Έλληνες πολίτες θα χρεωθούν για μια ακόμα φορά την διάσωση των τραπεζών εκτός εάν γίνει κάτι εντυπωσιακό και σωθεί η χώρα