Την στιγμή που η κυβέρνηση διαλαλεί ότι η ανάπτυξη έρχεται (μάλιστα έχουν βγει και υπολογίζουν και τα ποσοστά της) διεθνείς οικονομικοί οίκοι έχουν εντελώς διαφορετικά συμπεράσματα που δείχνουν αυτό που πλέον όλη η κοινωνία καταλαβαίνει ότι η η Ελλάδα έχει καταντήσει όχι απλά ουραγός αλλά στο μη περεταίρω.
Όμως η κυβέρνηση με ένα χρέος να εκτοξεύεται στο 207% του ΑΕΠ, εστίαση και καταλύματα διαλυμένα και τον κόσμο να ζει με επιδόματα συνεχίζει την επιβολή περιοριστικών μέτρων σαν να έχει σκοπό να στραγγαλίσει κάθε οικονομικό πόρο της κάθε ελληνικής οικογένειας.
Έτσι σύμφωνα με τα συμπεράσματα της ING, ο δείκτης ευπάθειας, ο οποίος μετρά τον κίνδυνο μιας αδύναμης οικονομικής ανάκαμψης, δείχνει ότι η παραδοσιακή διαίρεση Βορρά-Νότου όσον αφορά την οικονομική ισχύ, είναι πολύ εμφανής με την Ελλάδα να αγγίζει τον “πάτο” έχοντας πίσω την βιομηχανική Ιταλία (που παρά το υψηλό χρέος δεν έχει μπει σε κανένα μνημόνιο) και την Πορτογαλία ( η οποία όμως βασίζεται στην ισπανική και βραζιλιάνικη οικονομία και τυχόν βελτίωση εκεί των επιδόσεων όπως υπολογίζεται θα φέρει άνοδο και στην χώρα).
Αυτό συνέβη και κατά την άσκηση του Ιουνίου και εξακολουθεί να ισχύει τώρα που έχουν προκύψει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη φύση και το βάθος της ύφεσης. Οι χώρες με βελτιωμένες προοπτικές είναι οι χώρες της ευρωζώνης της περιοχής της Ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες έχουν πολύ χαμηλότερες μειώσεις του ΑΕΠ.
Οι οικονομίες του Βορρά έχουν αποδώσει καλύτερα μέχρι στιγμής. Οικονομίες όπως η Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο, η Φινλανδία και οι Βαλτικές χώρες έχουν κλείσει το χάσμα ή βρίσκονται πολύ κοντά στα επίπεδα προ πανδημίας, ενώ οι οικονομίες του Νότου εξακολουθούν να είναι περίπου 6% χαμηλότερα ή ακόμη και πιο κάτω σε σύγκριση με τα επίπεδα πριν από την πανδημία.
Ενώ είναι δυνατή μια γρήγορη ανάκαμψη, ο κίνδυνος μεγαλύτερης ανάκαμψης και πιο μακροχρόνιας ζημίας στην οικονομία είναι πολύ μεγαλύτερος για χώρες που έχουν βιώσει μια βαθύτερη ύφεση, όπως σημειώνει η ING (εδώ η Ελλάδα είναι στους πρωταθλητές καθώς 10 χρόνια μνημονίων έχουν κυριολεκτικά γονατίσει την χώρα).
Ενώ οι χώρες με απότομη μείωση του ΑΕΠ το 2020 θα μπορούσαν να βιώσουν μια ισχυρότερη βραχυπρόθεσμη ανάκαμψη, ο κίνδυνος μιας μεγαλύτερης φάσης ανάκαμψης χαμηλότερης των προ πανδημίας επιπέδων, προκαλεί σημαντικές αρνητικές παρενέργειες.
Για παράδειγμα, σημειώνει η ING, σκεφτείτε την πιθανή αύξηση των πτωχεύσεων. Επί του παρόντος, αν και εξακολουθεί να βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα στις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης, ο κίνδυνος σημαντικής αύξησης στο τέλος της κρίσης φαίνεται υψηλότερος στις περισσότερες περιφερειακές οικονομίες της ευρωζώνης.
Εκείνες που ξεχωρίζουν είναι η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιταλία, η Ελλάδα, η Σλοβακία και η Λετονία. Η κλαδική σύνθεση των οικονομιών τους λειτουργεί εναντίον τους, με μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ να επηρεάζεται από τα παρατεταμένα lockdowns σε σύγκριση με τις οικονομίες του πυρήνα της ευρωζώνης.
Το μερίδιο των ΜΜΕ στην οικονομία είναι επίσης κατά μέσο όρο υψηλότερο και η οικονομική θέση των εταιρειών ήταν ασθενέστερη κατά μέσο όρο πριν την κρίση, με αποτέλεσμα έναν συνολικό υψηλότερο κίνδυνο να αντιμετωπίσουν οι επιχειρήσεις δυσκολίες ακόμη και όταν οι οικονομίες ανοίξουν ξανά.
Το μερίδιο των ευάλωτων εργαζομένων είναι επίσης μεγαλύτερο για τις περισσότερες περιφερειακές χώρες, γεγονός που οδηγεί σε αυξημένες ανησυχίες σχετικά με την αύξηση της ανεργίας όταν τελειώσουν τα προγράμματα στήριξης.
Οι πιθανότητες ταχείας ανάκαμψης παραμένουν υπέρ των χωρών του “πυρήνα” της ευρωζώνης, ενώ η περιφέρεια παραμένει σε κίνδυνο παρατεταμένης ύφεσης, προειδοποιεί η ING.
Οι επιχορηγήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ φαίνεται να στοχεύουν στις χώρες που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη, αλλά είναι απίθανο να αποτρέψουν πλήρως την περαιτέρω απόκλιση σε ό,τι αφορά την οικονομική τους πορεία.
Οι πιθανότητες επιστροφής στην παλιά… κανονικότητα φαίνονται χαμηλές αυτή τη στιγμή, όπως επισημαίνει η ING. Είναι πιθανό να υπάρξει μια μεταβατική φάση, η οποία θα λειτουργήσει αρνητικά για τις οικονομίες της περιφέρειας. Η ψηφιακή ετοιμότητα των βασικών χωρών παραμένει πολύ καλύτερη, γεγονός που ενισχύει τις προοπτικές εργασίας από το σπίτι και βοηθά τις οικονομίες που έχουν μετατοπιστεί περισσότερο προς τη χρήση του διαδικτύου.
Επιπλέον, ο τουρισμός είναι απίθανο να σημειώσει πλήρη ανάκαμψη έως το καλοκαίρι. Είναι σαφές ότι αυτό είναι πιο σημαντικό για τις χώρες του Νότου και αυτές που εξαρτώνται περισσότερο από τον καλοκαιρινό τουρισμό, σε σύγκριση με αυτές που εξαρτώνται από τον χειμερινό, όπως η Αυστρία.
Και μετά από αυτά έρχονται εγχώριοι φορείς (φιλοκυβερνητικοί) όπως του ΙΟΒΕ που βλέπουν ανάπτυξη 3,5% – 4% στο βασικό σενάριο και χαμηλή «πτήση» 1,5% – 2% στο δυσμενές.
Που τα βλέπουν αλλά και ποιος τυχόν θα καρπωθεί αυτή την “ανάπτυξη” δεν αναφέρει κανείς κυβερνητικός που όλο περιμένουν αυτό το “ελατήριο” που θα εκτινάξει την οικονομία.
Πάντως και επειδή γνωρίζουν στο ΙΟΒΕ τι πραγματικά συμβαίνει και θέλοντας να καλυφθούν (δεν έχουν γίνει όλοι οι πρώην πρόεδροι του υπουργοί οικονομικών άλλωστε) χτυπούν «καμπανάκι κινδύνου» η τριμηνιαία έκθεση του ΙΟΒΕ αφορά την ανάγκη δημοσιονομικής εξισορρόπησης με τον γενικό διευθυντή του Νίκο Βέττα να τονίζει πως αν δεν υπάρξει θεαματική στροφή φέτος, τότε θα κινδυνεύσουμε να οδηγηθούμε σε εκτροχιασμό και μόνιμα βαθιά ελλείμματα, δύσκολα αντιστρέψιμα, παρά την συμβολή των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης.