Οι αυξήσεις των τιμών στα τρόφιμα τρέχουν εδώ και σχεδόν δύο χρόνια χωρίς να παρατηρείται καμία ένδειξη αποκλιμάκωσης παρά την συγκράτηση των τιμών στην ενέργεια.
Με φρενήρεις ρυθμούς θα συνεχίσουν να «τρέχουν» οι τιμές των τροφίμων και όλων των ειδών ευρείας λαϊκής κατανάλωσης, την ίδια ώρα που η κυβέρνηση έχει ως «εργαλεία» το αποτυχημένο μέτρο του «καλαθιού του νοικοκυριού» και το market pass.
Χαρακτηριστική για τη νέα άνοδο των τιμών που επίκειται είναι η δήλωση του υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα ότι μέσα στο 2023 «δεν θα δούμε μείωση των τιμών ούτε σταθεροποίηση. Αυτό που θα δούμε είναι να αυξάνονται οι τιμές με μειωμένο ρυθμό».
Οι προβλέψεις του υπουργείου Οικονομικών προδιαγράφουν επιβράδυνση του πληθωρισμού. Οι τιμές, δηλαδή, θα αυξάνονται με μειωμένο ρυθμό για όλο το έτος και ο γενικός δείκτης θα διαμορφωθεί στο τέλος του 2023 γύρω στο 4,5%.
Σύμφωνα με τις χειμερινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Φεβρουάριος 2023), ο μέσος ετήσιος πληθωρισμός για το σύνολο του έτους 2023 προβλέπεται στο 4,5% (5,6% στην Ευρωζώνη) και για το 2024 στο 2,4% (2,5% στην Ευρωζώνη).
Μείωση των αγορών
Την ίδια ώρα, έρευνα της Ένωσης Εργαζομένων Καταναλωτών Ελλάδας της ΓΣΕΕ που δημοσιεύτηκε χθες αποτυπώνει ότι οι καταναλωτές μείωσαν την αγορά τροφίμων και τα λοιπά βασικά είδη πρώτης ανάγκης (55,6% και 65,10% αντίστοιχα), κόβοντας από άλλες βασικές ανάγκες, όπως η μετακίνηση, η αναψυχή (6 στους 10 αδυνατούν να κάνουν ακόμα και μία εβδομάδα διακοπές τον χρόνο, ενώ 3 στους 10 δηλώνουν ότι δεν έχουν κάνει διακοπές εδώ και χρόνια!) αλλά και η θέρμανση (86,8% δηλώνουν ότι την περιόρισαν σε σημαντικό βαθμό).
Σε ό,τι αφορά δε το «καλάθι», πάνω από το 70% δηλώνει ότι δεν συμβάλλει καθόλου στη μείωση των τιμών, ενώ το 80% δηλώνει ότι δεν το αξιοποιεί.
Αυξήσεις πάνω στις αυξήσεις
Κι αυτό ενώ μέσα σε έναν χρόνο οι αυξήσεις στο κρέας έχουν ξεπεράσει το 20%, στα γαλακτοκομικά και στα αυγά το 25%, στο ψωμί 17% και πάει λέγοντας, ενώ μόνο μέσα στον Ιανουάριο οι ανατιμήσεις έφτασαν το 7%.
Αν συγκρίνουμε τον μέσο δείκτη τιμών από τον Μάρτιο 2022 έως τον Φεβρουάριο 2023 με τον αντίστοιχο δείκτη από τον Μάρτιο 2021 έως τον Φεβρουάριο 2022, βλέπουμε ότι παρουσιάστηκε αύξηση 9,6%.
Είναι δε χαρακτηριστικό ότι στο 14,8% έφτασε ο πληθωρισμός των τροφίμων τον Φεβρουάριο, με τις εκτιμήσεις να μιλούν για συνέχιση των ανατιμήσεων σε όλη τη διάρκεια του 2023, κάτι το οποίο σημαίνει ότι παρέμεινε στην «περιοχή» του 15% για 5ο συνεχόμενο μήνα.
Στρέφονται στην ιδιωτική ετικέτα
Οι καταναλωτές έχουν αλλάξει συνήθειες, όπως αποτυπώνουν οι μελέτες, και αγοράζουν λιγότερα προϊόντα, ενώ ωθούνται στην επιλογή φθηνότερων λύσεων. Στρέφονται στο «καταφύγιο» των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, το μερίδιο των οποίων σημείωσε νέο ρεκόρ στη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών με 17,7%, όσο ήταν δηλαδή και στην εποχή της βαθιάς οικονομικής κρίσης, το 2012. Σημειώνεται ότι το μερίδιό τους αυξήθηκε κατά 21,3%.
Χειροτέρευση βιοτικού επιπέδου
Αποτέλεσμα των υψηλών τιμών είναι η χειροτέρευση του βιοτικού επιπέδου. Για παράδειγμα, τον Σεπτέμβριο του 2022 τα φτωχότερα νοικοκυριά θα έπρεπε να αυξήσουν την κατανάλωσή τους στο 171% του διαθέσιμου εισοδήματός τους προκειμένου να διατηρήσουν το βιοτικό επίπεδο που είχαν το 2021.
Σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύεται στο πλαίσιο του project του Eteron-Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή για την Οικονομική Δικαιοσύνη, το 1/4 αυτής της επιπλέον κατανάλωσης επιδοτήθηκε από την κυβέρνηση, πράγμα που σημαίνει ότι, λαμβάνοντας υπόψη τα αντισταθμιστικά μέτρα, στην πραγματικότητα αυτή η εισοδηματική ομάδα επιβαρύνθηκε από την κατακόρυφη άνοδο των τιμών κατά 13%.
Ο πληθωρισμός τον περασμένο μήνα σε ετήσια βάση επιβραδύνθηκε στο 6,5%, από 7,3% τον Ιανουάριο, ενώ σε μηνιαία βάση κατέγραψε ποσοστό ανόδου της τάξης του 0,2%. Βάσει της μέτρησης της ΕΛΣΤΑΤ, οι τιμές καταναλωτή στην Ελλάδα έτρεξαν με ρυθμό 6,1% τον Φεβρουάριο.