Το επίδομα αδείας πρέπει να προκαταβάλλεται στον εργαζόμενο κατά την έναρξη της άδειάς του.
Η ημερομηνία λήψης της καλοκαιρινής άδειας ορίζεται κατόπιν συνεννόησης με τον εργοδότη. Από τη στιγμή που ο μισθωτός υποβάλει αίτημα για άδεια, ο εργοδότης είναι υποχρεωμένος να την χορηγήσει (μαζί με το επίδομα αδείας) εντός δύο μηνών.
Οι μισθωτοί που δεν πήραν καλοκαιρινή άδεια λόγω υπαιτιότητας του εργοδότη, δικαιούνται να λάβουν τις αποδοχές της άδειάς τους αυξημένες κατά 100% (διπλασιασμένες δηλαδή), αμέσως μόλις λήξει το ημερολογιακό έτος εντός του οποίου θα έπρεπε να είχαν πάρει άδεια.
Επισημαίνεται ότι σε αυτή την περίπτωση δεν διπλασιάζεται και το επίδομα αδείας, παρά μόνο οι αποδοχές αδείας, δηλαδή τα χρήματα που ο μισθωτός θα λάμβανε αν εργαζόταν κατά τον αντίστοιχο χρόνο.
Οι εργαζόμενοι μπορούν να υπολογίσουν μόνοι τους το επίδομα αδείας που δικαιούνται για το 2024, χρησιμοποιώντας την online εφαρμογή που έχει δημιουργήσει το ΚΕΠΕΑ στην ιστοσελίδα του.
Ακολουθήστε τους παρακάτω συνδέσμους για να υπολογίσετε την άδειά σας ανάλογα με τον τύπο απασχόλησης:
Για πλήρη απασχόληση, πατήστε ΕΔΩ.
Για εκ περιτροπής εργασία, πατήστε ΕΔΩ.
Η χορήγηση της ετήσιας άδειας με αποδοχές για τους εργαζόμενους υπολογίζεται βάσει του ημερολογιακού έτους.
Ο κάθε εργαζόμενος δικαιούται αναλογία ετήσιας άδειας από την έναρξη της απασχόλησής του, ανεξάρτητα από το αν εργάζεται σε πενθήμερο ή εξαήμερο σύστημα, χωρίς να απαιτείται συγκεκριμένη προϋπηρεσία στον εργοδότη του.
Συγκεκριμένα, κατά το πρώτο ημερολογιακό έτος της πρόσληψής του, ο εργοδότης υποχρεούται να χορηγήσει στον εργαζόμενο, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου, αναλογία των ημερών άδειας που δικαιούται βάσει των μηνών απασχόλησής του.
Ο κάθε εργαζόμενος με σύμβαση αορίστου ή ορισμένου χρόνου δικαιούται, μέχρι τη συμπλήρωση δωδεκαμήνου, να λάβει το ποσοστό της άδειας που του αναλογεί.
Η αναλογία αυτή υπολογίζεται στη βάση των 20 εργάσιμων ημερών ετήσιας άδειας για όσους εργάζονται πενθήμερο και των 24 εργάσιμων ημερών για όσους εργάζονται εξαήμερο.
Κατά το δεύτερο ημερολογιακό έτος, και αφού ο εργαζόμενος συμπληρώσει δωδεκάμηνη εργασία, δικαιούται άδεια 21 ημερών (πενθήμερη εργασία) και 25 ημερών (εξαήμερη εργασία).
Από το τρίτο και τα επόμενα εργασιακά έτη, ο εργαζόμενος δικαιούται από την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους την κανονική ετήσια άδειά του με αποδοχές, δηλαδή 22 ημέρες (πενθήμερη εργασία) και 26 ημέρες (εξαήμερη εργασία).
Μετά τη συμπλήρωση 10 ετών εργασίας στον ίδιο εργοδότη ή προϋπηρεσίας 12 ετών σε οποιοδήποτε εργοδότη, ο εργαζόμενος δικαιούται άδεια 25 εργάσιμων ημερών (πενθήμερη εργασία) και 30 εργάσιμων ημερών (εξαήμερη εργασία).
Μετά τη συμπλήρωση 25ετούς υπηρεσίας σε οποιονδήποτε εργοδότη, οι εργαζόμενοι δικαιούνται μία επιπλέον ημέρα άδειας, δηλαδή 26 ημέρες (πενθήμερη εργασία) και 31 ημέρες (εξαήμερη εργασία).
Στις ημέρες της ετήσιας άδειας υπολογίζονται μόνο οι εργάσιμες ημέρες. Δεν περιλαμβάνονται οι Κυριακές, οι επίσημες αργίες, οι κατ’ έθιμον αργίες, οι ημέρες ασθένειας και οι ειδικές άδειες που προβλέπονται από άλλες διατάξεις (π.χ. άδεια γάμου, άδεια γέννησης τέκνου, άδεια μητρότητας) εάν συμπέσουν με την άδεια.