Ο λογαριασμός της πανδημίας έρχεται για τις ελληνικές (και τις ευρωπαϊκές) τράπεζες οι οποίες μέσα στο επόμενο διάστημα θα πρέπει να αποπληρώσουν στην ΕΚΤ τα φθηνά δάνεια που έλαβαν εκείνη την εποχή με μία όμως βασική λεπτομέρεια:
Σύμφωνα με το Bloomberg, τα πλεονάζοντα αποθεματικά των ελληνικών τραπεζών είναι λίγο πολύ ίσα με αυτά που οφείλουν στην ΕΚΤ.
Με λίγα λόγια θα υπάρξει σοβαρό πρόβλημα.
Συνολικά για όλες τις ευρωπαϊκές τράπεζες τα δάνεια φτάνουν το μισό τρισεκατομμύριο ευρώ.
Τα περίπου 4 τρισεκατομμύρια ευρώ πλεονάζουσας ρευστότητας που κυκλοφορούν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα θα πρέπει να περιορίσουν τις συνολικές επιπτώσεις των τραπεζών από το γιγαντιαίο πακέτο που πρέπει να αποπληρωθεί, αλλά μεμονωμένες τράπεζες και χώρες θα μπορούσαν να καταπονηθούν, όπως υποστηρίζουν οικονομολόγοι και αναλυτές που επικαλείται το Bloomberg.
Μεγαλύτερη πηγή ανησυχίας αποτελούν οι μικρές ιταλικές τράπεζες, ενώ και οι ελληνικές τράπεζες – όπως επισημαίνει το οικονομικό πρακτορείο – «δεν απέχουν πολύ».
Τα ανεξόφλητα δάνεια που έχουν λάβει οι ιταλικές τράπεζες στο πλαίσιο του προγράμματος TLTRO της ΕΚΤ είναι μεγαλύτερα από τη πλεονάζουσα ρευστότητα που οι ίδιες έχουν σταθμεύσει στην ΕΚΤ, πράγμα που σημαίνει ότι ορισμένα από τα τραπεζικά ιδρύματα της γειτονικής χώρας θα πρέπει να αντλήσουν χρήματα από αλλού για να αποπληρώσουν τα δάνεια αλλά και οι ελληνικές θα δυσκολευτούν πάρα πολύ να αποπληρώσουν τα δικά τους χρέη καθώς τα δικά τους πλεονάσματα είναι περίπου ίσα με τις οφειλές.
Καθώς τα δάνεια TLTRO ύψους 476,8 δισ. ευρώ λήγουν στις 28 Ιουνίου, συγκεκριμένες τράπεζες στη Γερμανία, τη Γαλλία ή άλλα κράτη της ευρωζώνης θα μπορούσαν επίσης να αισθανθούν την πίεση, σύμφωνα με τον Reinhard Cluse, οικονομολόγο της UBS Group AG.
«Στην Ιταλία ή την Ελλάδα, τα μεγέθη είναι ξεκάθαρα», λέει. «Αλλά ακόμη και σε άλλες χώρες, θα μπορούσαν να υπάρχουν τράπεζες που δανείστηκαν πάνω από τα αποθεματικά τους στην ΕΚΤ».
Όπως αναφέρει το Bloomberg, η κεντρική τράπεζα αφήνει τα δάνεια TLTRO να λήξουν για να βοηθήσει στη συρρίκνωση του διογκωμένου ισολογισμού της, δεδομένου ότι η ΕΚΤ δεν είναι πλέον υποχρεωμένη να παράσχει στήριξη στις τράπεζες όπως έκανε κατά τη διάρκεια της «καταιγίδας» του κορωνοϊού.
Και οι ίδιοι οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ όμως ανησυχούν για τις επιπτώσεις του υψηλότερου κόστους δανεισμού στις τράπεζες με πιο περιορισμένη πρόσβαση στις αγορές χρήματος.
Ήδη από τον προηγούμενο μήνα, ο Αντρέα Ενρία είχε προειδοποιήσει ότι ορισμένες επιχειρήσεις έχουν «σημαντική εξάρτηση» από τα TLTRO.
Οι ιταλικές τράπεζες μπορεί να χρειαστεί να αντλήσουν περίπου 35 δισ. ευρώ το 2023 και άλλα 75 δισ. ευρώ για να προετοιμαστούν για περισσότερες αποπληρωμές δανείων TLTRO το επόμενο έτος, σύμφωνα με εκτιμήσεις της NatWest Markets.
«Ορισμένα ιδρύματα, πιθανότατα οι μικρότερες τράπεζες, θα βρεθούν αντιμέτωπα με έλλειψη μετρητών ακόμη και βραχυπρόθεσμα», έγραψαν ο Joann Spadigam και άλλοι στρατηγικοί αναλυτές της NatWest σε σημείωμα προς τους πελάτες τους.
Σύμφωνα με το οικονομικό πρακτορείο, είναι ότι οι τράπεζες έχουν πολλές επιλογές για εναλλακτική χρηματοδότηση: μία από αυτές είναι η αγορά των repos, όπου οι επιχειρήσεις δανείζουν η μία στην άλλη με εγγύηση.
Οι τράπεζες μπορούν επίσης να στραφούν στις αγορές ομολόγων για να καλύψουν τυχόν κενά ή να επιλέξουν να βάλουν στην τσέπη μετρητά από ομόλογα που λήγουν και κατέχουν.
«Οι τράπεζες έχουν στηριχθεί στην πλεονάζουσα ρευστότητα τα τελευταία δύο χρόνια, σε σύγκριση με εναλλακτικά μέσα χρηματοδότησης, όπως η αγορά εμπορικών τίτλων, η αγορά καλυμμένων ομολόγων και τα μακροπρόθεσμα ρέπος», δήλωσε στο Bloomberg ο Frank Gast, διευθύνων σύμβουλος της Eurex Repo. «Τώρα βλέπουμε περισσότερες μακροπρόθεσμες χρηματοδοτήσεις σε ρέπος για περιόδους τριών, έξι, εννέα και 12 μηνών».
Οι περισσότεροι αναλυτές δεν περιμένουν να υπάρξει νέο πρόγραμμα στήριξης των τραπεζών από την ΕΚΤ.
Πάντως, όλα αυτά σε συνδυασμό με ότι συμβαίνει στις ΗΠΑ δείχνουν μία τραπεζική κρίση που περιμένει στο «υπόγειο» για να ξεσπάσει.